«Χαλυβουργική» – Τελικά ποιος κλείνει τα εργοστάσια;
Έξι χρόνια πριν, όταν βρισκόταν σε εξέλιξη η μεγάλη απεργία των εργαζομένων στην «Ελληνική Χαλυβουργία», η βρώμικη επίθεση που δέχονταν από την εργοδοσία, τους λιγοστούς απεργοσπάστες, την κυβέρνηση και τη συνδικαλιστική πλειοψηφία, είχε για αιχμή το:
«Οι αγώνες κλείνουν τα εργοστάσια».
Ήταν η περίοδος που η προπαγάνδα των αφεντικών οργίαζε, έδειχνε τους εργάτες ως υπεύθυνους για το διαφαινόμενο κλείσιμο του εργοστασίου, με τα αστικά κανάλια και τις εφημερίδες
να κουνούν το σκιάχτρο των «λουκέτων», απειλώντας τους εργαζόμενους να δεχτούν αδιαμαρτύρητα κάθε θυσία για να «σωθούν οι επιχειρήσεις», δηλαδή τα κέρδη μιας χούφτας καπιταλιστών.
Στην ίδια κατεύθυνση κινούνταν και ο εργοδοτικός συνδικαλισμός, που στο κάλεσμα αλληλεγγύης των απεργών απαντούσε ότι:
«Εμείς δεν θα καταντήσουμε «Χαλυβουργία», αντίθετα θα βάλουμε πλάτη για να μείνουν ανοιχτά τα εργοστάσια…»
Αυτά έλεγε και η πλειοψηφία της διοίκησης στο σωματείο της «Χαλυβουργικής», τα ίδια έλεγε και η πλειοψηφία στην Ομοσπονδία Μετάλλου, ρίχνοντας νερό στο μύλο της βρώμικης επίθεσης της εργοδοσίας.
Σήμερα μένουν στο δρόμο και οι εργάτες της «Χαλυβουργικής», παρόλο που στο συγκεκριμένο εργοστάσιο εφαρμόστηκαν σχεδόν χωρίς κανένα εμπόδιο (χρωστά 32 εκ. ευρώ στη ΔΕΗ) όλες οι αξιώσεις της εργοδοσίας:
- Απολύσεις,
- διαθεσιμότητες,
- εκ περιτροπής εργασία,
- μειώσεις μισθών κ.ά.
Όλα εκείνα δηλαδή τα μέτρα που υποτίθεται ότι θα έσωζαν την επιχείρηση και στο όνομα αυτής της «σωτηρίας» οι εργάτες τα αποδέχονταν, με τις ευλογίες των συνδικαλιστών της πλειοψηφίας.
Γιατί κλείνει λοιπόν η «Χαλυβουργική»;
Προφανώς όχι επειδή οι εργάτες αντιστάθηκαν, ούτε επειδή είχαν παράλογες απαιτήσεις ή επειδή η εργοδοσία δεν εφάρμοσε μέτρα «διάσωσης» σε βάρος τους.
Το εργοστάσιο κλείνει μετά από πολλές δεκαετίες λειτουργίας, στη διάρκεια των οποίων σημείωσε μεγάλη κερδοφορία, ενώ τώρα, λόγω διάφορων αιτιών (όξυνση του ανταγωνισμού διεθνώς κ.λπ.) η συνέχιση της λειτουργίας της δεν είναι πλέον συμφέρουσα
γιατί δεν αποφέρει το προσδοκώμενο κέρδος, είτε επειδή υπάρχει προσανατολισμός να αλλάξουν αντικείμενο παραγωγής, επενδύοντας σε κλάδους που αποφέρουν μεγαλύτερο ποσοστό κέρδος.
Αυτός είναι ο σιδερένιος νόμος του καπιταλισμού και σε αυτό το έδαφος έχει διαμορφωθεί ένα πολυπλόκαμο νομικό πλαίσιο, που διευκολύνει αυτήν τη δραστηριότητα:
- Από τις πολύμορφες επιδοτήσεις για να «μετακομίζουν» επιχειρήσεις στα Βαλκάνια τα χρόνια πριν την κρίση, όταν επιδοτούνταν μέχρι και οι συσκευές φαξ των «εξωστρεφών» καπιταλιστών,
- μέχρι τις μνημονιακές διατάξεις που αφήνουν πλήρως εκτεθειμένους τους εργαζόμενους σε περίπτωση που ο καπιταλιστής ιδιοκτήτης «χρεοκοπήσει» μια από τις επιχειρήσεις του.
Η «Χαλυβουργική» δεν είναι το μοναδικό παράδειγμα.
Παρόμοιες είναι κι άλλες περιπτώσεις εργοστασίων, που μάλιστα οι ορκισμένοι εχθροί της εργατικής πάλης τολμούν να παρουσιάζουν ως «θύματα των αγώνων».
Ποιος δεν έχει ακούσει υπουργούς, μεγαλοδημοσιογράφους, ξεπουλημένους συνδικαλιστές και προφανώς τα μαντρόσκυλα της εργοδοσίας, τους φασίστες της Χρυσής Αυγής, να λένε π.χ.
Για την «Pirelli», που δήθεν έκλεισε λόγω των «παράλογων απαιτήσεων» των συνδικαλιστών;
ή για τη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη που «μαράζωσε», επειδή τάχα γίνονταν πολλές απεργίες και τα μεροκάματα ήταν ψηλά;
Το παράδειγμα της «Χαλυβουργικής» προστίθεται στην «Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία», που έκλεισε, παρόλο που οι εργάτες αποδέχτηκαν τις εκατοντάδες απολύσεις, με τον ιδιοκτήτη της τελικά να μεταφέρει τον κύριο όγκο της παραγωγής του στα Βαλκάνια, πριν σβήσει κάθε δραστηριότητα στον κλάδο.
Η «Ζήμενς Ελλάς», που παρήγαγε τηλεπικοινωνιακό υλικό, έβαλε λουκέτο το 2008 στη Θεσσαλονίκη, γιατί οι ιδιοκτήτες αποφάσισαν να αποσυρθούν από τον κλάδο.
Η «ΜΙSKO» έκλεισε το 1999 στην Πάτρα, όταν εξαγοράστηκε από την «Barilla» και οι νέοι ιδιοκτήτες αποφάσισαν ότι τους συνέφερε να μεταφέρουν αλλού την παραγωγική δραστηριότητα.
Το καπιταλιστικό κέρδος είναι επομένως το αποκλειστικό κριτήριο με το οποίο ανοίγει ή κλείνει μια επιχείρηση.
Και το αποτέλεσμα στην προκειμένη περίπτωση είναι να κλείνει μια στρατηγικής σημασίας βιομηχανία, που σε άλλες συνθήκες, στο πλαίσιο μιας ανάπτυξης με κριτήριο τις λαϊκές ανάγκες, θα μπορούσε να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στην ευημερία του λαού.
Από την πορεία της «Χαλυβουργικής», όπως και συνολικά του κλάδου του Μετάλλου, οι εργαζόμενοι μπορούν να αντλήσουν πολύτιμα συμπεράσματα.
Οι εξελίξεις αυτές αποδεικνύουν ότι η παραγωγή που στηρίζεται στην καπιταλιστική κερδοφορία είναι γεμάτη αδιέξοδα, που φορτώνονται στους ίδιους τους εργαζόμενους και σε όλο το λαό.
Είναι εξελίξεις που βοηθούν να συνειδητοποιηθεί πιο πλατιά ότι το δικαίωμα στη δουλειά με δικαιώματα δεν χαρίζεται από κανέναν εργοδότη, από καμιά αστική κυβέρνηση.
Και ότι χρειάζεται αποφασιστικός αγώνας, σε σύγκρουση με την εργοδοσία και την πολιτική των κομμάτων της, για να περιφρουρήσουν ή να αποσπάσουν οι εργαζόμενοι ακόμα και τα ελάχιστα.
Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι μέσα κι απ’ αυτό το παράδειγμα αναδεικνύεται η ανάγκη μιας άλλης μορφής οργάνωσης της οικονομίας και της κοινωνίας, με κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και κεντρικό σχεδιασμό,
στο πλαίσιο του οποίου θα διασφαλίζονται πλήρως και θα διευρύνονται διαρκώς τα εργατικά δικαιώματα, θα ικανοποιούνται ολόπλευρα οι σύγχρονες λαϊκές ανάγκες.
Δ. Π.
Πηγή: Ριζοσπάστης