«Βάλε το καλό σου αυτί, να δεις τι έγραψε ο μικρός!»
Αν κάνει ο καθένας μας μία πρόχειρη έρευνα στην γειτονιά του, ρωτώντας τον κόσμο ποιον θεωρεί τον μεγαλύτερο Έλληνα τραγουδιστή, οι 9 στους 10 θα απαντήσουν: «Στέλιος Καζαντζίδης»
Σε λίγες μέρες κλείνουν δεκαεπτά χρόνια από το θάνατο του μεγαλύτερου Έλληνα λαϊκού τραγουδιστή (14/9/2001).
Αν και έχουμε κάνει αφιερώματα σε πολλούς σημαντικούς δίσκους της ελληνικής μουσικής, σε δίσκο με τον Καζαντζίδη, δεν έχουμε κάνει ποτέ.
Ο κύριος λόγος είναι πως ο Στέλιος, όσο και να φανεί παράξενο, δεν έχει πολλούς σημαντικούς δίσκους στο ενεργητικό του.
Τα τραγούδια του κυκλοφορούσαν σε 45αρια και σε συλλογές, δεν είχε τραγούδια που ήταν προορισμένα να αποτελέσουν την ενότητα ενός συγκεκριμένου έργου.
Αυτό έχει την εξήγηση του, καθώς ο Στέλιος με τον δύσκολο και περίεργο χαρακτήρα του, δεν ήταν και το πιο εύκολο πράγμα να συνεργαστεί για την δημιουργία ενός ολοκληρωμένου έργου.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα η άρνηση του να συμμετάσχει στον «Επιτάφιο» και στην «Μικρά Ασία»
Μοναδική περίπτωση συμμετοχής του σε ολοκληρωμένο έργο αναφοράς είναι στην «Πολιτεία» του Μίκη Θεοδωράκη.
Φτάνουμε λοιπόν στα 1974 με τον Καζαντζίδη να βάζει μπρος μια συνεργασία με τους Χρήστο Νικολόπουλο και Πυθαγόρα, για τον δίσκο «Υπάρχω», τον οποίο και θα παρουσιάσουμε.
Το «Υπάρχω» επανακαθορίζει το λαϊκό τραγούδι σε μια δύσκολη περίοδο για εκείνο.
Ο αδικοχαμένος Πάνος Γεραμανής, ο σκαπανέας του λαϊκού μας τραγουδιού, τον είχε χαρακτηρίσει ως τον σπουδαιότερο δίσκο του λαϊκού τραγουδιού από την μεταπολιτευση και μετά.
Και δεν έχει άδικο
Από το 1975 που κυκλοφόρησε ο δίσκος, δεν υπήρξε άλλη δημιουργία που να τον κοντράρει στα ίσα. Μιλάμε για ένα έργο γνήσια λαϊκό, για τον ορισμό του λαϊκού ανοθευτου τραγουδιού, ό οποίος αποτελεί το πρότυπο του πως δημιουργείται ένας λαϊκός δίσκος.
Για να φτιαχτεί ένα σπουδαίο έργο, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να έχουμε σπουδαία υλικά και και εδώ είχαμε έναν τέλειο συνδυασμό άριστων υλικών.
Πρώτα, την μεγαλύτερη φωνή της Ελλάδας στην πιο ώριμη στιγμή, η οποία αποφάσισε να τραγουδήσει έτσι όπως ξεκίνησε εκεί στις αρχές της δεκαετίας του 50,και να αφήσει πίσω της τα κλαψιάρικα και τα μίζερα της δεκαετίας του ’60.
Κατόπιν, έχουμε έναν συνθέτη σε μικρή μεν ηλικία, αλλά με τεράστιο ταλέντο και με τέλειο μουσικό υπόβαθρο, ο οποίος γνώριζε στην εντέλεια όλη την ελληνική μουσική.
Από τα δημοτικά και κλέφτικα τραγούδια, τα ρεμπέτικα, τα έντεχνα μέχρι την ελαφρά μουσική του Αττίκ.
Ο Νικολόπουλος είχε συνεργαστεί στο παρελθόν με τον Στέλιο, με αρκετές επιτυχίες, μεταξύ των οποίων, τα «Νυχτερίδες και αράχνες» και «Αγριολούλουδο».
Και τέλος, έναν εξαιρετικό στιχουργό, τον Πυθαγόρα, με μια τεράστια καριέρα πίσω του.
Από τον τελευταίο ο Στέλιος θα ζητήσει όπως χαρακτηριστικά είχε πει:
«Πυθαγόρα, θέλω τραγούδια για τον απλό κόσμο. Όχι λογοτεχνίες».
Και ο Πυθαγόρας ανταποκρίθηκε με το παραπάνω στο αίτημα του Στέλιου.
Οι τρομεροί στίχοι του Πυθαγόρα ευτύχησαν να ντυθούν με την μουσική του Νικολόπουλου, η οποία με την μαγεία και την δυναμική της, αποτέλεσε το τέλειο έδαφος για να περπατήσει πάνω του, η φωνή του Στέλιου.
Προσωπικά, θεωρώ την ερμηνεία του Καζαντζίδη στον συγκεκριμένο δίσκο, ως την καλύτερη ερμηνεία όχι μόνο του ίδιου, αλλά συνολικά λαϊκού τραγουδιστή.
Ο παραγωγός του δίσκου, ο εξαιρετικός Αχιλλέας Θεοφίλου, μας δίνει ορισμένες λεπτομέρειες, που μας βάζουν στο κλίμα του δίσκου και μας βοηθούν να καταλάβουμε,
γιατί υπήρξε τόσο σπουδαίος ο δίσκος αυτός και γιατί ο Στέλιος ακούγεται τόσο μοναδικός και μεγαλειώδης:
«Τον αγάπησε πολύ ο Στέλιος αυτόν τον δίσκο. Ο Χρήστος με τον Στέλιο ήταν πολύ αγαπημένοι εκείνη την περίοδο κάτι που έβγαινε στον δίσκο.
Υπήρχε μεγάλη αγάπη μεταξύ τους και ο Νικολόπουλος ήταν πολύ αφοσιωμένος στο να γράψει τα καλύτερα τραγούδια για τον Στέλιο. Κάποια στιγμή σε μια ηχογράφηση μου λέει ο Στέλιος για τον Χρήστο: «Ψηλέ, βάλε το καλό σου αυτί να δεις τι έγραψε ο μικρός!»…»
Η συνεργασία Καζαντζίδη – Νικολοπουλου, είναι από τις πιο συγκλονιστικες που έχω δει. Ο Στέλιος πάντα τραγουδούσε με έντονο συναίσθημα και πάθος, αλλά εδώ προχωρά ακόμα περισσότερο, με τον στίχο να τον κάνει κτήμα του και κυριολεκτικά να τον ζει.
Σε πολλά τραγούδια βουρκώνει να όπως στα «Αισθηματίες» και «Υπάρχω», με την ηχογράφηση να διαρκεί ώρες, για να συνέλθει από τον κλάμα, ιδιαίτερα στο «Έφυγες μ’ έναν άλλονε».
Ο Καζαντζίδης αν και τις φωνές τις ηχογραφούσαμε μετά τις 4 το απόγευμα, ήταν στο στούντιο πρώτος από τις 9 το πρωί.
Κάθε βράδυ φεύγαμε όλοι μαζί και πηγαίναμε για παϊδάκια στην ταβέρνα του Φόνη στους Θρακομακεδόνες. Οι μέρες εκείνες ήταν πραγματικά αξέχαστες.
Εκείνη την περίοδο ο Πυθαγόρας με τον Χρήστο, έγραφαν τραγούδια για έναν δεύτερο δίσκο με τον Καζαντζίδη, αλλά ο Στέλιος έφυγε για την Αμερική.
Μας έστειλε γράμμα να τα ηχογραφήσουμε εκεί, κάτι το οποίο δυστυχώς δεν έγινε ποτέ πραγματικότητα».
* * *
Τα τραγούδια του δίσκου τα παρουσίασε σε τηλεοπτική εκπομπή τον Νοέμβριο του 1975, με τον μύθο να λέει ότι εννιά εκατομμύρια Έλληνες κλείστηκαν στο σπίτι τους για να δουν και να ακούσουν τον Στέλιο τους.
«Βάλε το καλό σου αυτί, να δεις τι έγραψε ο μικρός!»