Ο Τρότσκι και το ρεύμα του Τροτσκισμού – Μέρος 3ο
Σύντομο ιστορικό του Τροτσκισμού στην Ελλάδα την περίοδο του Μεσοπολέμου
Συνέχεια από το 2ο Μέρος
Ως αντεπαναστατική δύναμη
Η εμμονή στην άρνηση της δυνατότητας οικοδόμησης του σοσιαλισμού σε μια χώρα οδήγησε στην άρνηση της σοσιαλιστικής φύσης του κράτους της ΕΣΣΔ.
Ο Τρότσκι κατηγόρησε την ηγεσία του ΠΚΚ(μπ) για βοναπαρτισμό, προβλέποντας το αδύνατο της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στη Ρωσία και σε αυτή τη βάση πέρασε βήμα το βήμα σε όλο και πιο αντιδραστικές θέσεις και πράξεις.
Στη δεκαετία του 1930, με δεδομένη την ιμπεριαλιστική επιθετικότητα ενάντια στη Σοβιετική Ένωση, ο τροτσκισμός καλούσε στην ουσία σε αντεπαναστατική ανατροπή του εργατικού κράτους.
Συνέπραξε με κάθε αντιπολιτευόμενη και σαμποταριστική ομάδα στο εσωτερικό της ΕΣΣΔ για την επιτυχία του σκοπού του.
Είναι αποδεδειγμένες οι σχέσεις των Τροτσκιστών με μια σειρά αντικομματικές και αντισοβιετικές ομάδες στο εσωτερικό της ΕΣΣΔ της δεκαετίας του 1930.
Ο Τρότσκι τάχθηκε ανοιχτά υπέρ της βίαιης ανατροπής της σοβιετικής εξουσίας, θέτοντας το ερώτημα:
«Είναι δυνατή μια ειρηνική κατάργηση της γραφειοκρατίας;»
και απαντώντας:
«Υστερα από την πείρα των τελευταίων χρόνων θα ήτανε παιδιάρισμα να σκεφτεί κανένας πως η σταλινική γραφειοκρατία θα μπορούσε να διαλυθεί με ένα συνέδριο του κόμματος ή των σοβιέτ.
Στην πραγματικότητα το 12ο συνέδριο (1923) ήταν το τελευταίο συνέδριο του μπολσεβίκικου κόμματος… Για να παραμερίσουμε τη διευθύνουσα κλίκα δεν απομένουνε πια κανονικοί δρόμοι, «συνταγματικοί».
Για να αναγκάσουμε τη γραφειοκρατία να παραδώσει την εξουσία στα χέρια της προλεταριακής πρωτοπορίας, αυτό μπορεί να το κάνουμε μονάχα με τη βία».[1]
Θεωρούσε ότι δε θα ήταν βέβαια εύκολη υπόθεση, αφού αναγνώριζε γι’ αυτό που ο ίδιος ονόμαζε «σταλινική γραφειοκρατία» ότι:
«Οι κοινωνικές ρίζες της γραφειοκρατίας βρίσκονται […] μέσα στο προλεταριάτο αν όχι στην ενεργητική του υποστήριξη, στην ανοχή του».[2]
Η νίκη της αντεπανάστασης στο τέλος της δεκαετίας του 1980 δεν επιβεβαιώνει ιστορικά τις τροτσκιστικές θέσεις και προβλέψεις.
Ο σοσιαλισμός δεν «κατέρρευσε» ούτε μετασχηματίστηκε σε έναν καπιταλισμό, στη δεκαετία του 1920, όπως υποστηρίζουν οι τροτσκιστές.
Η πάλη του καινούργιου με το παλιό είναι μέσα στη διαδικασία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Συνείδηση γι’ αυτή είχαν και ο Λένιν και ο Στάλιν ως ηγέτες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
Σύντομο ιστορικό του Τροτσκισμού στην Ελλάδα την περίοδο του Μεσοπολέμου
Ως κύρια έκφραση του τροτσκισμού στην Ελλάδα μπορεί να καταγραφεί το «αρχειομαρξιστικό» ρεύμα της δεκαετίας του 1930.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1920, πολύ πριν από τη συγκρότηση του τροτσκισμού, εμφανίστηκε η περιοδική έκδοση «Αρχείον του μαρξισμού», με βασική γραμμή «πρώτα μόρφωση και μετά δράση».
Ο «αρχειομαρξισμός» αποτέλεσε οπορτουνιστικό ρεύμα στους κόλπους του εργατικού ελληνικού κινήματος. Η αντιπαράθεση του ΚΚΕ με τον αρχειομαρξισμό ήταν έντονη στα τέλη της δεκαετίας του 1920.
Είναι χαρακτηριστικό το απόσπασμα από την ανακοίνωση του Πολιτικού Γραφείου του Κόμματος για το 1ο Συνέδριο της Εργαζόμενης νεολαίας:
«Μέλη του «Αρχείου» σύνεδροι και μη, βλέποντας την αποτυχία τους και επιδιώκοντας την διάλυση του συνεδρίου επετέθησαν με «φαλτσέτες» και σουγιάδες εναντίον των συνέδρων μελών και μη της κομμουνιστικής νεολαίας καθώς και αντιπροσώπων της αποσπασθείσης από το «αρχείο» τρίτης λεγόμενης καταστάσεως».[3]
Το 1930 διαμορφώθηκε η «Κομμουνιστική Ομάδα Μαρξιστών Λενινιστών – Αρχειομαρξιστών», η οποία το 1934 μετονομάστηκε σε «Κομμουνιστικό Αρχειομαρξιστικό Κόμμα Ελλάδας».
Οι «αρχειομαρξιστές» αναγνωρίστηκαν ως το επίσημο τμήμα στην Ελλάδα της λεγόμενης «Διεθνούς Αριστερής Αντιπολίτευσης» που στη συνέχεια μετεξελίχθηκε σε «4η Διεθνή».[4]
Από αυτό προήλθαν οι βασικές τροτσκιστικές οργανώσεις που αποτέλεσαν τμήμα της «4ης Διεθνούς».
Ο «αρχειομαρξισμός» στα τέλη της δεκαετίας του 1920 και στις αρχές του 1930 είχε επιρροή σε ορισμένα τμήματα της εργατικής τάξης, εξ αιτίας και της έλλειψης προσανατολισμού του ΚΚΕ στη δουλιά με τις μάζες, λόγω της εσωκομματικής κρίσης.
Στη συνέχεια η αντιμετώπιση της εσωκομματικής κρίσης στη βάση της έκκλησης της Κομμουνιστικής Διεθνούς και η ανάπτυξη των δεσμών με τις μάζες επέδρασε στην ανάπτυξη της οργανωμένης δύναμης της επιρροής του, περιορίζοντας την αντίστοιχη επιρροή των «αρχειομαρξιστών».
Το «αρχειομαρξιστικό» ρεύμα διασπάστηκε σε δυο ομάδες:
Η μια με επικεφαλής τον Δημήτρη Γιωτόπουλο (πατέρας του Αλέξανδρου Γιωτόπουλου της 17Ν) ήρθε σε ρήξη με τον Τρότσκι το 1934
και η άλλη με επικεφαλής το Δ. Βιτσώρη ακολούθησε την «4η Διεθνή».
Χαρακτηριστικό στοιχείο του αντικομμουνιστικού εκφυλισμού του «Αρχειομαρξιστικού Κόμματος Ελλάδας» του Δ. Γιωτόπουλου είναι το χαιρετιστήριο γράμμα που έστειλε η 3η Συνδιάσκεψή του το 1949, όντας νόμιμο κόμμα, στην κυβέρνηση για τη νίκη της επί του ΔΣΕ.
Μετά τη διάλυση του «αρχειομαρξιστικού κόμματος» τη δεκαετία του 1950 τα περισσότερα στελέχη του εντάχθηκαν σε αστικά κόμματα.
Στο τροτσκιστικό ρεύμα στην Ελλάδα έγιναν αλλεπάλληλες διασπάσεις και μετονομασίες οργανώσεων όλη τη δεκαετία του 1930 και του 1940.
Το τέλος του πολέμου βρήκε μια σειρά μικρές οργανώσεις να διεκδικούν για τον εαυτό τους τον τίτλο του «Ελληνικού Τμήματος της 4ης Διεθνούς».
Στην περίοδο της εθνικής αντίστασης και του ΔΣΕ
Την περίοδο της κατοχής λίγοι τροτσκιστές πήραν θέση υπέρ της Εθνικής Αντίστασης και εντάχθηκαν ή συνεργάστηκαν με το ΕΑΜ.
Η πλειοψηφία των τροτσκιστικών ομάδων κράτησαν στάση εναντίωσης στην αντίσταση, θεωρώντας την συνέχεια του ιμπεριαλιστικού πολέμου.
Η στάση αυτή καθορίστηκε και από τη θέση τους απέναντι στην ΕΣΣΔ και το ζήτημα υπεράσπισή της.
Για την πλειοψηφία των Ελλήνων τροτσκιστών και των επίσημων εκπροσώπων της «4ης Διεθνούς» στην Ελλάδα δεν έμπαινε ζήτημα υπεράσπισης της ΕΣΣΔ.
Θεωρούσαν ότι η σύναψη συμφωνιών της ΕΣΣΔ με τα ιμπεριαλιστικά κράτη:
«Αποθαρρύνει και απογοητεύει το παγκόσμιο προλεταριάτο και γίνεται εμπόδιο στη μετατροπή του παρόντος πολέμου σε εμφύλιο».[5]
Επίσης πίστευαν ότι:
«Οι ήττες της ΕΣΣΔ θα εξάψουν τις μάζες θα της διδάξουν την αλήθεια και το ένστικτό τους θα τις οδηγήσει στην υπεράσπιση των κατακτήσεων του Οκτώβρη».[6]
Με βάση αυτές τις αντιλήψεις οι τροτσκιστές – μεταφέροντας «δογματικά» τα συνθήματα συναδέλφωσης των στρατιωτών των αντίπαλων ιμπεριαλιστικών συνασπισμών στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο – κάλεσαν τον Ελληνικό λαό να μην αντισταθεί ένοπλα στους Γερμανούς και Ιταλούς κατακτητές γιατί έχει απέναντί του ένοπλους εργάτες και αγρότες, με τους οποίους θα έπρεπε να επιδιώξει συμφιλίωση, ώστε ο πόλεμος να μετατραπεί σε σοσιαλιστική επανάσταση.
Αυτές οι θέσεις οδηγούν σε εκτιμήσεις σαν αυτές που συναντάμε στην κοινή προκήρυξη δύο κυριότερων τροτσκιστικών ομάδων στην περίοδο της κατοχής, του «Διεθνιστικού Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας» και του «Κόμματος Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας»:
«Οι εκτελεσθέντες του Μαΐου το 1944 είναι θύματα της πολιτικής του Σταλινικού κόμματος στη χώρα μας που με τον ανταρτοπόλεμο, τα σαμποτάζ, το σκοτωμό των γερμανών εργατών και αγροτών και της πράξης ατομικής τρομοκρατίας δίνει στους Γερμανούς στρατοκράτες τις απαιτούμενες δικαιολογίες για να αποκεφαλίζουν το εργατικό κίνημα».[7]
Με προτροπή της 4ης Διεθνούς το 1946 πραγματοποιήθηκε συνέδριο ενοποίησης των διαφόρων τροτσκιστικών ομάδων.
Παραθέτουμε τα παρακάτω χαρακτηριστικά αποσπάσματα που προέρχονται από την «Ειδική έκδοση» στις 15 του Γενάρη 1946 του «Εργατικού Μετώπου», οργάνου της ΚΕ του «Διεθνιστικού Επαναστατικού Κόμματος» (τροτσκιστές – Ελληνικό Τμήμα της 4ης Διεθνούς), όπου δημοσιεύτηκαν οι «εισηγήσεις της ΚΕ» για το «ενοποιητικό συνέδριο των τροτσκιστών της Ελλάδας»:
«Δεν υπάρχει μέσα στις συνθήκες του πολέμου διαφορά ανάμεσα στη σοσιαλδημοκρατία, στον σταλινισμό, στα αστικά – δημοκρατικά κόμματα και στο φασισμό. […]
Το καθήκον του προλεταριακού κόμματος (τροτσκιστές) μέσα στις συνθήκες της κατοχής είναι να οξύνει την πάλη του εναντίον των εθνικιστικών οργανώσεων και να προφυλάξει την εργατική τάξη από το αντιγερμανικό μίσος και το εθνικιστικό δηλητήριο».
Εννοείται πως ως «εθνικιστικές οργανώσεις» χαρακτηρίζονται το ΕΑΜ, ο ΕΛΑΣ κλπ.
Και παρακάτω:
«Το προλεταριακό κόμμα (τροτσκιστές) καταδικάζει όλους τους πατριωτικούς αγώνες οσοδήποτε μαζικό χαρακτήρα κι αν έχουν και οποιεσδήποτε μορφές κι αν παίρνουν και καλεί ανοιχτά τους εργάτες ν’ απέχουν απ’ αυτούς. […]
Συμμετοχή στο «κίνημα αντιστάσεως» μ’ οποιοδήποτε πρόσχημα και μ’ οποιαδήποτε δικαιολογητικά σημαίνει συμμετοχή στον πόλεμο.
Η απόσπαση των μαζών από την επιρροή των εθνικιστικών οργανώσεων και η πάλη για τη σοσιαλιστική επανάσταση, δεν είναι δυνατή παρά έξω απ’ αυτές τις οργανώσεις και με μια άγρια πάλη εναντίον τους και εναντίον της εθνικιστικής τους πολιτικής.
Όλη η δράση του ΕΑΜ στην Ελλάδα ήταν βαθιά αντιδραστική. […] Με τις δολοφονίες των Γερμανών έδινε (το ΕΑΜ) αφορμή και προσχήματα σε άγρια μέτρα των αρχών κατοχής εναντίον του πληθυσμού. […] Ο ΕΛΑΣ… και στην εσωτερική του διάρθρωση ήταν αντιδραστικός…».
Ο Τρότσκι και το ρεύμα του Τροτσκισμού – Μέρος 3ο
Η ίδια διακήρυξη συνεχίζει:
«Το κίνημα του Δεκέμβρη το έκαναν γιατί η σταλινική γραφειοκρατία, τα στρατιωτικά πραιτοριανά στοιχεία, οι καπεταναίοι των ανταρτών ενδιαφέρονταν… για την εξασφάλισή τους απ’ τις αντεκδικήσεις για τα απειράριθμα κακουργήματα που διέπραξαν σ’ όλη τη χώρα. […]
Ο ΕΛΑΣ όχι μόνο επεμβαίνει για να προλάβει μια ευρύτερη και ορμητικότερη ανάπτυξη του μαζικού κινήματος, αλλά συντρίβει και υποτάσσει το μαζικό κίνημα. […] Ποτέ οι εργάτες δε γνώρισαν περισσότερο βάρβαρη τρομοκρατία απ’ αυτή που επέβαλε το ΕΑΜ. […]
Εκείνο που συγκρατεί τις μάζες, εκείνος που δεν τις αφήνει ν’ αναπτύξουν όλη τους τη δραστηριότητα και όλη την ακατάβλητη μαχητικότητά τους είναι το σταλινικό κόμμα. Αυτό το φρένο πρέπει να το σπάσουμε».
Παρακάτω:
«Κύρια πολιτικά μας συνθήματα στην καθημερινή μας πάλη: Ειρήνη δίχως προσαρτήσεις και αποζημιώσεις. Αποχώρηση των στρατευμάτων κατοχής απ’ τη Γερμανία, Ιταλία κλπ. […] Το κόμμα μας δεν διεξάγει κανένα αγώνα εναντίον των Άγγλων και για την απομάκρυνσή τους. […]
Η «Λαϊκή Δημοκρατία»… είναι το τελευταίο μέσο που η αστική τάξη χρησιμοποιεί για να εμποδίσει τις μάζες να καταλάβουν την εξουσία. […] Το σταλινικό κόμμα εναντίον των επαναστατημένων μαζών χρησιμοποιεί, όπως μας το έδειξε ο Δεκέμβρης και η Ισπανική πείρα καθαρά φασιστικές μέθοδες. […]
Το προλεταριακό κόμμα (τροτσκιστές) θα πρέπει ταυτόχρονα να οργανώσει ομάδες αυτοάμυνας εναντίον των σταλινικών γκάγκστερς. […] Το ΚΚΕ δεν απειλεί το καθεστώς της ατομικής ιδιοχτησίας, αντίθετα το υπερασπίζει και είναι γι’ αυτό και τυπικά και ουσιαστικά κόμμα της ελληνικής μπουρζουαζίας».[8]
Οι τροτσκιστές ακολουθούσαν την εξής τακτική:
Χρησιμοποιώντας το σύνθημα της σοσιαλιστικής επανάστασης και προβάλλοντας ασάφειες στη στρατηγική του ΚΚΕ (π.χ. «Λαϊκή Δημοκρατία»), επί της ουσίας στήριξαν τον γερμανο-ιταλικό και στη συνέχεια τον αγγλοαμερικάνικο ιμπεριαλισμό και τις επεμβάσεις του στην Ελλάδα, στήριξαν την επίθεση της αστικής τάξης ενάντια στο ΕΑΜικό κίνημα και αργότερα ενάντια στο ΔΣΕ.
Για τους ταγματασφαλίτες και την τρομοκρατία της άρχουσας τάξης δεν υπήρχε ούτε μια μοναδική λέξη στην περίφημη αυτή εισήγηση.
Πάλη ενάντια στο ΕΑΜ, τον ΕΛΑΣ και το ΚΚΕ ήταν τα κύρια καθήκοντα των τροτσκιστών στην περίοδο της Κατοχής και μετά.
Ο Τρότσκι και το ρεύμα του Τροτσκισμού – Μέρος 3ο
Η στάση αυτή εξηγεί τη χρεοκοπία του τροτσκισμού στην Ελλάδα και τη συνεχόμενη κρίση του, τόσο κατά τη διάρκεια της Κατοχής όσο και μεταπολεμικά, οδηγώντας στην εκμηδένιση της επιρροής του.
Ο τροτσκισμός στην Ελλάδα αντιμετώπισε μια από τις πιο σοβαρές ιδεολογικοπολιτικές κρίσεις που έχει γνωρίσει σε χώρα.
Με βάση τα παραπάνω ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκαν την περίοδο της Κατοχής και στον εμφύλιο οι τροτσκιστές από το ένοπλο λαϊκό κίνημα, ως προδότες όχι της πατρίδας αλλά της εργατικής τάξης, δεν πρέπει να προκαλεί εντύπωση.
Το τελευταίο διάστημα έχουν κάνει την εμφάνισή τους εκδόσεις και αφιερώματα που στοχεύουν να ηρωοποιήσουν τους τροτσκιστές σαν θύματα του «σταλινισμού» στην Ελλάδα.
Η προσπάθεια αυτή εντάσσεται στα πλαίσια της γενικότερης αντικομμουνιστικής εκστρατείας αναθεώρησης της Ιστορίας που έχει σαν στόχο να μετατρέψει το θύτη σε θύμα και το ανάποδο, δικαιώνοντας ακόμα και τους ταγματασφαλίτες και τους συνεργάτες των Ναζί.
Η περίοδος της Κατοχής και του εμφυλίου πολέμου αποτελεί μια κρίσιμη ιστορική περίοδο για την άρχουσα τάξη της χώρας μας, ήταν η μοναδική στιγμή στην ιστορία του 20ού αιώνα που κινδύνεψε να χάσει την εξουσία, που ένιωσε το έδαφος να τρέμει κάτω από τα πόδια της.
Αξιοποιείται σήμερα ο αρνητικός συσχετισμός δύναμης που προέκυψε λόγω των αντεπαναστατικών εξελίξεων στην Ευρώπη στο τέλος του 20ού αιώνα για να περάσει με τη μάσκα του «ιστορικού πλουραλισμού», η αντικομμουνιστική συκοφαντία και διαστρέβλωση.
Ο αντικομμουνιστικός χαρακτήρας και ρόλος του τροτσκισμού είναι αυτός που τον έκανε και τον κάνει χρήσιμο για την άρχουσα τάξη της χώρας μας γι’ αυτό και εξυμνείται.
Με βάση τα παραπάνω είναι τουλάχιστον αστεία τα διάφορα αφιερώματα σε εφημερίδες των τροτσκιστικών ομάδων για τον εμφύλιο, τη μάχη του Δεκέμβρη, τον Άρη Βελουχιώτη, στα οποία εγκαλούν το ΚΚΕ ότι «πρόδωσε την επανάσταση», τη στιγμή που οι πολιτικοί τους πρόγονοι βρίσκονταν στην απέναντι πλευρά.
Συνεχίζεται με το 4ο Μέρος
Σημειώσεις:
[1]. Λ. Τρότσκι: «Ταξική φύση του Σοβιετικού κράτους», σελ. 28-29, εκδόσεις «Στόχοι», Αθήνα 1976.
[2]. Στο ίδιο, σελ. 29.
[3]. Το 1ο Συνέδριο της εργαζόμενης νεολαίας «Ανακοινωθέν του Πολιτικού Γραφείου», «Ριζοσπάστης» 18 Απρίλη του 1927. Το ΚΚΕ, Επίσημα Κείμενα, τόμος δεύτερος, σελ. 274.
[4]. Αναστάσης Γκίκας: «Αρχειομαρξισμός – Το κύριο ρεύμα του Τροτσκισμού στην Ελλάδα», ΚΟΜΕΠ, τ. 6/2003.
[5]. Α. Στίνας: «Η ΕΣΣΔ και η πάλη για την Παγκόσμια Επανάσταση» (1940). Πηγή: Μ. Εμμανουηλίδης: «Αιρετικές διαδρομές», σελ. 101, εκδόσεις «Φιλίστωρ».
[6]. Δ. Βουρσούκης: «Η Σοβιετική Ρωσία και ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος» (Δελτίο συζήτησης ΕΟΚΔΕ- ΚΔΕΕ 1939). Πηγή: Μ. Εμμανουηλίδης: «Αιρετικές διαδρομές», σελ. 101, εκδόσεις «Φιλίστωρ».
[7]. Προκήρυξη ΔΚΕΕ και ΚΔΕΕ [αχρονολόγητη] Αρχείο Χ. Αναστασιάδη, κιβ. 39, φακ. 582. Πηγή: Μ. Εμμανουηλίδης: «Αιρετικές διαδρομές», σελ. 124, εκδόσεις «Φιλίστωρ».
[8]. Από την Εισήγηση του Ν. Ζαχαριάδη στη 2η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ (12/2/1946), αναδημοσιευθέντα αποσπάσματα με τίτλο «Ο τροτσκισμός» στον «Κυριακάτικο Ριζοσπάστη», 14 Δεκεμβρίου 2004.
Κύριλλος Παπασταύρου
μέλος της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ του ΚΚΕ
Δημοσιεύτηκε στο 6ο τεύχος της ΚΟΜΕΠ του 2006