Τι «κατάλαβαν» από τον Ιμπεριαλισμό του Λένιν – Μέρος 2ο
Η Σχηματικότητα της Οπορτουνιστικής Αντίληψης για τον Ιμπεριαλισμό
Συνέχεια από το 1ο Μέρος
Είναι συχνές οι αναφορές δημοσιολόγων της αστικής τάξης και του οπορτουνισμού στον «ιμπεριαλισμό» και στην «ιμπεριαλιστική πολιτική», όροι που χρησιμοποιούνται από αυτούς για να περιγράψουν μια μορφή επιθετικής εξωτερικής πολιτικής των καπιταλιστικών κρατών, κύρια των ισχυρών δυνάμεων και διεθνών οργανισμών (ΝΑΤΟ, ΕΕ κτλ.).
Ενας τέτοιος ορισμός του ιμπεριαλισμού είναι μονόπλευρος, αποσπά την πολιτική των καπιταλιστικών κρατών από την οικονομική βάση του μονοπωλιακού καπιταλισμού.
Καλλιεργεί αυταπάτες ότι στο πλαίσιο του σταδίου αυτού του καπιταλισμού μπορεί να υπάρξει κάποια άλλη (μη επιθετική, ειρηνική) εξωτερική πολιτική.
Αθωώνει τα καπιταλιστικά κράτη που δε βρίσκονται στην κορυφή της ιμπεριαλιστικής πυραμίδας για τη συμμετοχή τους στην επεξεργασία και υλοποίηση της επιθετικής εξωτερικής πολιτικής.
Τέτοιες αντιλήψεις περιορίζουν τα καθήκοντα του επαναστατικού κινήματος, αποσπούν την πάλη ενάντια στους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς από την πάλη ενάντια στην ίδια την αστική εξουσία σε κάθε χώρα.
Μια σειρά οπορτουνιστικές αντιλήψεις, προφασιζόμενες ότι αποδέχονται τα γνωρίσματα του μονοπωλιακού καπιταλισμού που θέτει ο Λένιν, εξαιρούν ταυτόχρονα μια μεγάλη ομάδα χωρών (ακόμα και την πλειοψηφία των χωρών) από το μοίρασμα των αγορών,
παραγνωρίζοντας την ανάπτυξη σε αυτές του μονοπωλιακού καπιταλισμού, στο όνομα του ότι οι συγκεκριμένες χώρες δε βρίσκονται στην κορυφή της πυραμίδας («στα κορυφαία επιτελεία»), άρα δεν αποτελούν θύτη, αλλά θύμα.[1]
Η σύγχυση εδώ σχετικά με τον ίδιο τον ορισμό του ιμπεριαλισμού είναι προφανής.
Είναι ο ιμπεριαλισμός το μονοπωλιακό στάδιο του καπιταλισμού ή ταυτίζεται απλά με την «ιμπεριαλιστική πολιτική», νοούμενη ως η ικανότητα ενός αστικού κράτους, στη βάση της ισχύος του (οικονομικής, πολιτικής, στρατιωτικής), να προβάλλει με κυριαρχικό τρόπο στην παγκόσμια αγορά τα συμφέροντα των δικών του μονοπωλίων;
Στη δεύτερη περίπτωση η έννοια «ιμπεριαλισμός» πάντα θα περιορίζεται σε έναν πυρήνα κρατών – πιθανά διευρυνόμενο και διαφοροποιούμενο – που βρίσκονται στην κορυφή της πυραμίδας.
Οι οπορτουνιστικές φλυαρίες που δήθεν αποδέχονται τον ιμπεριαλισμό ως νέο στάδιο του καπιταλισμού, αλλά διακρίνουν στο «σύστημα» του ιμπεριαλισμού «ιμπεριαλιστικές» και μη χώρες (κατ’ επέκταση κι επιθετικές και μη), δεν μπορούν να προσπεράσουν το παραπάνω ερώτημα δίχως να βρεθούν σε τραγικά αδιέξοδα.
Νομίζουμε ότι η ίδια η ιστορική εξέλιξη του καπιταλισμού επιβεβαιώνει την ανάγκη να κατανοούμε πρώτα απ’ όλα τις οικονομικές ρίζες του φαινομένου του ιμπεριαλισμού.
Στο διάβα αυτής της εξέλιξης το μονοπώλιο γεννιέται σε όλες τις καπιταλιστικές χώρες, με ταχύτερους ή βραδύτερους ρυθμούς, σε ορισμένες περιπτώσεις με βασανιστικό τρόπο ως προς την εσωτερική συσσώρευση ή και με την κυριαρχική, αρχικά, διείσδυση ξένων μονοπωλίων.
Στο επίπεδο της παγκόσμιας αγοράς (που, σημειωτέον, ο Μαρξ εντοπίζει τη διαμόρφωσή της από την εποχή ακόμα του προμονοπωλιακού καπιταλισμού το 1848 στο «Κομμουνιστικό Μανιφέστο»), η εξέλιξη της διεθνοποίησης έχει διευρύνει σημαντικά την πολυεθνική σύνθεση των κεφαλαίων των μονοπωλιακών ομίλων.
Είναι προφανές ότι τα διαφορετικά επίπεδα ανάπτυξης του μονοπωλιακού καπιταλισμού στις διάφορες χώρες προσδίδουν στη μια ή στην άλλη χώρα διαφορετική ισχύ στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα (σε συνδυασμό και με την πολιτική και στρατιωτική της ισχύ), άρα και διαφορετικές δυνατότητες πολιτικής παρέμβασης και προώθησης των συμφερόντων των μονοπωλιακών της ομίλων.
Η διαφορετική ισχύς της κάθε χώρας, στη βάση και της ανισόμετρης ανάπτυξης του καπιταλισμού, καθορίζει το βαθμό στον οποίο η κάθε χώρα συμμετέχει στο μοίρασμα της λείας.
Η λεία που μοιράζεται αποτελείται από το σύνολο της υπεραξίας που παράγεται από την εργατική τάξη όπου Γης, το «θύμα» είναι συνολικά η παγκόσμια εργατική τάξη.
Εδώ πρέπει να επισημάνουμε την αναλογία με ό,τι συμβαίνει στο εσωτερικό της κάθε καπιταλιστικής χώρας.
Εκεί ο κεφαλαιοκρατικός ανταγωνισμός κι η διαμόρφωση του μέσου ποσοστού κέρδους κατανέμουν τη συνολικά παραγμένη από την εργατική τάξη υπεραξία στους διάφορους καπιταλιστές με βάση το μέγεθος του κεφαλαίου τους κι όχι με βάση την υπεραξία που παράγουν πραγματικά οι εργάτες του ενός ή του άλλου καπιταλιστή.
Και κανείς από τους κλασικούς του μαρξισμού – λενινισμού δε σκέφτηκε φυσικά, εξαιτίας αυτής της ανακατανομής της υπεραξίας, να χαρακτηρίσει τους καπιταλιστές που «χάνουν» σ’ αυτήν τη μοιρασιά της υπεραξίας ως «θύματα».
Για μια ακόμα φορά «θύτης» είναι η αστική τάξη στο σύνολό της και «θύμα» η εργατική τάξη στο σύνολό της.
Τα ενιαία χαρακτηριστικά όλων των χωρών του μονοπωλιακού καπιταλισμού, που προκύπτουν στη βάση της οικονομικής ουσίας του ιμπεριαλισμού, που είναι το μονοπώλιο (και συμπυκνώνονται στα λενινιστικά γνωρίσματα του ιμπεριαλισμού),
δεν αναιρούν τις ποιοτικές διαφορές μεταξύ τους στη βάση της διαφορετικής κατάταξής τους στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα. Συνυπάρχουν διαλεκτικά και ποσοτικές και ποιοτικές διαφορές.
Οι χώρες που βρίσκονται στην κορυφή της ιμπεριαλιστικής πυραμίδας μπορεί να γίνονται περισσότερες και να διαφοροποιούνται στην πορεία ανάπτυξης του μονοπωλιακού καπιταλισμού.
Να σημειώσουμε εδώ ότι το ίδιο το σχήμα της ιμπεριαλιστικής πυραμίδας είναι εξαιρετικά χρήσιμο, γιατί ενέχει το στοιχείο της ποιοτικής διαφοροποίησης (κορυφή – ενδιάμεση βαθμίδα – βάση της πυραμίδας).
Τα ίδια τα στοιχεία της σημερινής πραγματικότητας δείχνουν ότι η θέση του πυρήνα των μεγάλων δυνάμεων του παρελθόντος (π.χ. G7), με όρους παγκόσμιου ΑΕΠ (και όχι ΑΕΠ ανά κάτοικο, δείκτης που έχει νόημα κυρίως για την εσωτερική ανισομετρία), έχει αδυνατίσει σε σχέση με κάποιες ανερχόμενες δυνάμεις.[2]
Η ίδια η δημιουργία των G20 το 1999, αλλά και διάφορων νέων διακρατικών ενώσεων και συμφωνιών (BRICS, Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης, Ασιατική Επενδυτική Τράπεζα Υποδομών, «Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος» κτλ.), με πρωτοβουλία ανερχόμενων καπιταλιστικών δυνάμεων, φανερώνουν τις σοβαρές ανακατατάξεις που έχουν επέλθει στον παγκόσμιο καπιταλισμό.
Τι «κατάλαβαν» από τον Ιμπεριαλισμό του Λένιν
Η Κίνα, για παράδειγμα, παρουσιάζει σήμερα όλα τα χαρακτηριστικά ενός κράτους στην κορυφή της ιμπεριαλιστικής πυραμίδας.
Το ΑΕΠ της εκτινάχτηκε από το 3,6% στο 13,4% του παγκόσμιου ΑΕΠ μεταξύ 2000 και 2014 και μετατράπηκε σε κράτος-πιστωτή.
Εξετάζοντας κανείς τα επίπεδα της βιομηχανικής παραγωγής για το διάστημα 2008-2015, βλέπει ανάλογα ότι, ενώ στην Κίνα σημειώνεται αύξηση 82% στην Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία στη βιομηχανία, στις ΗΠΑ η αύξηση είναι μόλις 3%, ενώ στην Ευρωζώνη παρατηρείται μείωση 6%.[3]
Σημειώνουμε ακόμα ότι το 2014 οι επενδύσεις στο εξωτερικό από κινεζικά μονοπώλια</a (περιλαμβανομένων και αυτών με έδρα το κινεζικό Χονγκ Κονγκ) έφτασαν τα 259 δισ. δολάρια, φέρνοντάς τα στη δεύτερη θέση μετά από τις πολυεθνικές των ΗΠΑ με επενδύσεις 337 δισ. δολαρίων.[4]
Όλα τα παραπάνω στοιχεία για την καπιταλιστική ανάπτυξη στην Κίνα δίνουν μια αποστομωτική απάντηση και στις απόψεις οπορτουνιστών δημοσιολόγων που, χρησιμοποιώντας επιλεκτικά στοιχεία από τη δραστηριότητα πολυεθνικών εταιριών στη χώρα αυτή,
υποστηρίζουν ότι οι κινεζικοί μονοπωλιακοί όμιλοι παίζουν δευτερεύοντα, συμπληρωματικό ρόλο στη «συναρμολόγηση προϊόντων, τα κύρια τεχνολογικά μέρη των οποίων κατασκευάζονται αλλού και εισάγονται στην Κίνα για τελική συναρμολόγηση», ενώ «οι μεγάλοι κερδισμένοι είναι οι πολυεθνικές εταιρίες».[5]
Το ότι η αυξανόμενη ισχύς της κινεζικής οικονομίας δεν είναι ένα «αδειανό πουκάμισο» αποδεικνύεται και από το ότι οι ανταγωνιστές της, πρώτα και κύρια οι ΗΠΑ, προωθούν εναλλακτικά σχέδια στην περιοχή του Ειρηνικού, επιχειρώντας να αποστερήσουν την Κίνα από πιθανούς συμμάχους.
Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσονται και η διπλωματική και στρατιωτική αντιπαράθεση στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας, που φαίνεται να αποκτάει νέα ένταση μετά την εκλογή Τραμπ στις ΗΠΑ, αλλά και η πιθανολογούμενη προσέγγιση ΗΠΑ – Ρωσίας, ως σφήνα απέναντι στην Κίνα.[6]
Φυσικά η καπιταλιστική ανάπτυξη στην Κίνα, παρόλο που παραμένει ακόμα σε υψηλά επίπεδα (6,9%), δεν είναι απαλλαγμένη από τις αντιφάσεις του συστήματος και την πιθανότητα εκδήλωσης μιας μελλοντικής κρίσης.
Ο ρυθμός ανάπτυξής της βρίσκεται στο κατώτερο σημείο της εικοσαετίας, με τάση νέας μείωσης.
«Αυτό το γεγονός προκαλεί γενικότερη ανησυχία στα κέντρα του διεθνούς καπιταλισμού, λόγω των μεγάλων ενδεχόμενων επιπτώσεων που θα είχε για την παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία μια σημαντική υποχώρηση των ρυθμών ανάπτυξης της κινεζικής οικονομίας».[7]
Οι ανακατατάξεις των χωρών στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα καθορίζονται από την αυξημένη ανισομετρία που χαρακτηρίζει το μονοπωλιακό καπιταλισμό και επηρεάζονται και από τη φάση του οικονομικού κύκλου.
Ιδιαίτερα για τις μικρότερες σε μέγεθος οικονομίες οι επιδράσεις της οικονομικής κρίσης στην κατάταξή τους μπορεί να είναι πιο ριζικές, ανάλογα με το βάθος και τη διάρκεια της κρίσης, τη σχετική θέση που είχε η χώρα αυτή πριν την κρίση και την επίδραση της κρίσης στις χώρες που βρίσκονταν σε ανάλογες θέσεις της πυραμίδας κτλ.
Μια σημαντική αλλαγή της κατάταξης δε σηματοδοτεί ότι η συγκεκριμένη χώρα δε βρίσκεται στο ιμπεριαλιστικό στάδιο της ανάπτυξής της, όπως προφασίζονται κάποιοι για την Ελλάδα των χρόνων της κρίσης.[8]
Αναρωτιούνται όμως οι δήθεν υπερασπιστές της λενινιστικής κληρονομιάς: Δεν έλεγε άραγε ο Λένιν ότι χαρακτηριστικές για την εποχή του ιμπεριαλισμού:
«Δεν είναι μόνο οι δυο βασικές ομάδες χωρών: Οι χώρες που κατέχουν αποικίες κι οι αποικιακές χώρες, αλλά κι οι ποικίλες μορφές των εξαρτημένων χωρών, που πολιτικά, τυπικά είναι ανεξάρτητες, στη πράξη όμως είναι μπλεγμένες στα δίχτυα της χρηματιστικής και διπλωματικής εξάρτησης.
Έχουμε, ήδη, αναφέρει προηγούμενα μια από αυτές τις μορφές, τις μισοαποικίες. Δείγμα μιας άλλης μορφής είναι, λόγου χάρη, η Αργεντινή;»
Άρα (βγαίνει το «αυτονόητο» συμπέρασμα, που ο ντροπαλός οπορτουνιστής μας δεν το γράφει ρητά) και σήμερα πρέπει να μιλάμε με ανάλογους όρους βαθιάς και μόνιμης εξάρτησης των περισσότερων χωρών του πλανήτη από τις χώρες στην κορυφή της πυραμίδας.
Η στρεψοδικία σε όλο της το μεγαλείο!
Τι «κατάλαβαν» από τον Ιμπεριαλισμό του Λένιν
Προφανώς κι ο Λένιν, μελετώντας συγκεκριμένα την ανάπτυξη του μονοπωλιακού καπιταλισμού στην εποχή του, δε θα μπορούσε να μην αναδείξει την πραγματικότητα των ισχυρών αποικιακών χωρών που έβαζαν το στίγμα τους στην παγκόσμια αγορά.
Αναδεικνύει ως βασικό στοιχείο, πλάι στη συγχώνευση βιομηχανικού και τραπεζικού κεφαλαίου, και
«το πέρασμα από την αποικιακή πολιτική που επεκτείνεται ανεμπόδιστα πάνω σε περιοχές που δεν τις έχει αρπάξει καμιά καπιταλιστική δύναμη, στην αποικιακή πολιτική της μονοπωλιακής κατοχής των εδαφών της Γης, που έχει ολότελα μοιραστεί».[9]
Πρόκειται για ουσιαστικό γνώρισμα του ιμπεριαλισμού της εποχής του Λένιν, γνώρισμα που η εσωτερική λογική του οδήγησε στους δύο παγκόσμιους ιμπεριαλιστικούς πολέμους του προηγούμενου αιώνα.
Εχει επίσης απόλυτο δίκιο όταν εντοπίζει ότι στην πορεία επέκτασης του μονοπωλιακού καπιταλισμού στη γήινη σφαίρα εμφανίζονται διάφορες «μεταβατικές μορφές κρατικής εξάρτησης», από τις αποικίες και τις μισοαποικίες έως τις πολιτικο-οικονομικά εξαρτημένες χώρες.
Θα πρέπει όμως να αναρωτηθεί κανείς:
«Μεταβατικές» προς τι, αν όχι προς τη μείωση της άμεσης πολιτικο-οικονομικής εξάρτησης μέσα από την ανάπτυξη του μονοπωλιακού καπιταλισμού στις διάφορες χώρες;
Θα αναφερθούμε αναλυτικά παρακάτω στη διαστρέβλωση της λενινιστικής έννοιας της εξάρτησης από τους οπορτουνιστές.
Εχει όμως σημασία να αποκαλυφθεί εδώ η λαθροχειρία στη χρησιμοποίηση των κειμένων του Λένιν.
Η ζωντανή και ρευστή πραγματικότητα του μονοπωλιακού καπιταλισμού που περιγράφει ο Λένιν εμφανίζεται από τους οπορτουνιστές ως ένα παγωμένο και άκαμπτο σχήμα, που δεν επιδέχεται μεταβολές στον ιστορικό χρόνο.
Κάτι τέτοιο βρίσκεται παρασάγγας μακριά από την αντίληψη του ίδιου του μεγάλου επαναστάτη.
Αντικρίζοντας με διαλεκτικό τρόπο τα κοινωνικά φαινόμενα, ο Λένιν τόνιζε από τότε ότι ο ιμπεριαλισμός με την εξαγωγή κεφαλαίου μεταφυτεύει γοργά σε όλες τις χώρες (και στις αποικίες) την καπιταλιστική παραγωγή[10] και ότι:
«θα ήταν μέγιστο λάθος να θεωρηθεί το μονοπώλιο των τραστ οικονομικά απραγματοποίητο με μεθόδους πάλης καθαρά οικονομικές»,
δίχως δηλαδή την πολιτική προσάρτηση με τη μορφή των αποικιών.[11]
Τι κομβικό όμως προέκυψε από τότε που ο Λένιν μελετά τον ιμπεριαλισμό και που οι δήθεν λενινιστές μας φαίνεται να το προσπερνούν;
Η εργατική τάξη έβαλε βαριά τη σφραγίδα της στις παγκόσμιες εξελίξεις με τη νίκη της Οκτωβριανής Επανάστασης, με το ξεκίνημα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και με τον παγκόσμιο συντονισμό της πάλης της μέσα από τις γραμμές της Κομμουνιστικής Διεθνούς.
Αυτό δεν μπορούσε παρά να τραντάξει συθέμελα όλες τις αστικές τάξεις, όλες τις χώρες του καπιταλισμού, να κλονίσει σε αρκετά σημεία το ίδιο το οικοδόμημα της παγκόσμιας αγοράς.
Το παγκόσμιο αποικιακό οικοδόμημα κατέρρευσε με πάταγο μετά από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, με την καθοριστική συμβολή της Σοβιετικής Ένωσης και των άλλων χωρών του σοσιαλισμού.
Η πολύπλευρη στήριξη της Σοβιετικής Ένωσης στο άγουρο προλεταριάτο των αποικιακών και εξαρτημένων χωρών, αλλά και στα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα, έσπρωξε ορισμένες χώρες που έσπασαν τα αποικιακά τους δεσμά και απέκτησαν πολιτική ανεξαρτησία σε διαφορετικά μονοπάτια από αυτά που εντόπιζε ως κύρια ο Λένιν στην εποχή του, σε μια πορεία μερικής απεμπλοκής από το παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα.
Αξίζει βέβαια να αναφέρουμε ότι ο Λένιν είχε ήδη ψηλαφίσει τέτοιες δυνατότητες, γράφοντας ότι η απελευθέρωση των αποικιών (άρα και η απαλλαγή πολιτικά ανεξάρτητων κρατών από τα δεσμά της «οικονομικής προσάρτησης») «είναι πραγματοποιήσιμη σε συνδυασμό με τη σοσιαλιστική επανάσταση στην Ευρώπη».[12]
Σε άλλες πάλι χώρες, που επίσης έμπαιναν στα μονοπάτια της πολιτικής ανεξαρτησίας, οι ντόπιες αστικές τάξεις, που ανδρώθηκαν μέσα από την ανάπτυξη των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, πήραν τα ηνία, πολύ συχνά σε άμεση συνεργασία με το κεφάλαιο των ισχυρών καπιταλιστικών δυνάμεων.
Οικοδομήθηκε ένα πολυπλόκαμο δίκτυο οικονομικών – πολιτικών – στρατιωτικών εξαρτήσεων αυτών των κρατών από τις ισχυρότερες οικονομίες. Επιβεβαιώθηκε η εκτίμηση του Λένιν ότι:
«Κάποτε είναι και άμεσα συμφερτικό για τα τραστ, για την ιμπεριαλιστική τους πολιτική, για τον ιμπεριαλιστικό τους πόλεμο, να δώσουν […] μέχρι και κρατική ανεξαρτησία σε ορισμένα μικρά έθνη».[13]
Βέβαια οι όποιοι συμβιβασμοί και παραχωρήσεις γίνονταν προς το ξένο κεφάλαιο αντανακλούσαν την ανισομετρία της καπιταλιστικής ανάπτυξης σε παγκόσμιο επίπεδο και τις ίδιες τις αναγκαιότητες του εγχώριου κεφαλαίου για αμοιβαία επωφελείς συνεργασίες.
Στην πορεία ανάπτυξης του μονοπωλιακού καπιταλισμού στην κάθε χώρα, οι τέτοιες ανισότιμες σχέσεις και εξαρτήσεις γνώριζαν διαφοροποιήσεις στην έκταση και το βάθος τους.
Μακροπρόθεσμα όμως η εσωτερική συσσώρευση του κεφαλαίου αποτέλεσε τον κινητήριο μοχλό της καπιταλιστικής ανάπτυξης.
Η επικέντρωση από τους οπορτουνιστές στην έννοια της «ιμπεριαλιστικής πολιτικής» παραγνωρίζει ότι αρκετές χώρες του μονοπωλιακού καπιταλισμού, που δε βρίσκονται στην κορυφή της ιμπεριαλιστικής πυραμίδας,
ήδη συμμετέχουν στη «μοιρασιά της λείας» (δηλαδή ασκούν ιμπεριαλιστική πολιτική), όχι μόνο περιφερειακά, αλλά και παγκόσμια, μέσα από τη συμμετοχή τους σε ιμπεριαλιστικές συμμαχίες και ενώσεις.
Στις συμμαχίες αυτές οι αστικές τάξεις των πιο αδύναμων καπιταλιστικά χωρών δεν λειτουργούν ως μαριονέτες – συναποφασίζουν και συνδιαμορφώνουν τις πολιτικές κατευθύνσεις – στη βάση φυσικά της ισχύος της κάθε χώρας και των ενδοκαπιταλιστικών ανταγωνισμών, προωθώντας τα συμφέροντα των «δικών τους» μονοπωλιακών ομίλων.
Σε πολιτικό επίπεδο, η οπορτουνιστική αυτή αντίληψη για τον ιμπεριαλισμό οδηγεί το εργατικό κίνημα σε ολέθρια μονοπάτια ταξικού συμβιβασμού, σε μια πολιτική ουράς απέναντι στην αστική τάξη.
Αθωώνει ουσιαστικά τις αστικές τάξεις των λιγότερο ισχυρών χωρών του μονοπωλιακού καπιταλισμού, οι οποίες τείνουν να εμφανίζονται ως θύματα και αυτές των ξένων μονοπωλιακών ομίλων.
Μεταθέτει την ταξική διαχωριστική γραμμή από το εσωτερικό της χώρας στο εξωτερικό (στα «διευθυντήρια», στο ΔΝΤ, στους Γερμανούς κτλ.).
Σε τελική ανάλυση, καλλιεργεί κι αυταπάτες για τη δυνατότητα περιορισμού της επιθετικότητας του ιμπεριαλισμού μέσα από τη συντονισμένη δράση της μεγάλης πλειοψηφίας των χωρών που δεν είναι «ιμπεριαλιστικές».
Ο Λένιν από την εποχή του είχε ήδη αντιπαρατεθεί με μια τέτοια οπορτουνιστική διαστρέβλωση της επιστημονικής έννοιας του ιμπεριαλισμού που, στην ουσία της, εστιάζει στην επιθετική εξωτερική πολιτική του ενός ή του άλλου κράτους.
Σημειώνει χαρακτηριστικά ότι η αποικιακή πολιτική κι ο ιμπεριαλισμός (με την έννοια της επιθετικής εξωτερικής πολιτικής)
«υπήρχαν και πριν από το νεότατο στάδιο του καπιταλισμού και μάλιστα πριν από τον καπιταλισμό» (το παράδειγμα της αρχαίας Ρώμης).[14]
Η έλλειψη ακριβολογίας από τους οπορτουνιστές στη χρήση της έννοιας «ιμπεριαλισμός» δεν οφείλεται σε κάποια στιγμιαία σύγχυση ή παράλειψη, αλλά σε μια συνειδητή προσπάθεια να θολώσουν τα νερά,
να αποτρέψουν το εργατικό κίνημα από το να σταθμίσει με επιστημονικό τρόπο τις αντικειμενικές συνθήκες ανάπτυξης του καπιταλισμού στην κάθε χώρα και να χαράξει τα αναγκαία στρατηγικά καθήκοντα ενάντια στην αστική τάξη και την εξουσία της.
Συνεχίζεται με το 3ο Μέρος
Σημειώσεις:
[1]. Β. Λιόση: «Η διόρθωση του «οπορτουνιστή» Λένιν (ή πώς η ηγεσία του ΚΚΕ αναθεωρεί το λενινισμό)», 1ο μέρος:
«…δεν έχουν όλες οι χώρες το ίδιο ισχυρά μονοπώλια … στο μοίρασμα των αγορών δε συμμετέχουν όλες οι χώρες … για να μοιράζεται λεία σημαίνει ότι δεν υπάρχει μόνο ο θύτης, αλλά και το θύμα […] το οικονομικό μοίρασμα του κόσμου, η χάραξη ζωνών επιρροής, ο οικονομικός σχεδιασμός στα κορυφαία επιτελεία του κεφαλαίου […] δεν αφορά σε όλα τα μονοπώλια και σε όλα τα κράτη».
[2]. Μ. Παπαδόπουλου: «Η επικαιρότητα της λενινιστικής θεωρίας του ιμπεριαλισμού», ΚΟΜΕΠ, τ. 4/2016, Πίνακας 1, σελ. 57.
[3]. Κείμενο του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ: «Εκτιμήσεις για την πορεία της εγχώριας και διεθνούς οικονομίας», ΚΟΠΕΜ, τ. 6/2016, σελ.18.
[4]. UNCTAD, «World Investment Report 2015», σελ. 5.
[5]. Β. Λιόση: «Η διόρθωση του “οπορτουνιστή” Λένιν (ή πώς η ηγεσία του ΚΚΕ αναθεωρεί το λενινισμό», 1ο μέρος.
[6]. Δες δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Rex Tillerson στην επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων της αμερικανικής Γερουσίας, 11 Γενάρη 2017.
[7]. Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 20ό Συνέδριο.
[8]. «Οι όποιες ιμπεριαλιστικές, ασθενείς έτσι κι αλλιώς, τάσεις του ελληνικού κεφαλαίου ανακόπτονται μέσω του τελευταίου μνημονίου», Β. Λιόση, ό.π., 2ο μέρος.
[9]. Β. Ι. Λένιν: «Ο ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού», «Άπαντα», τ. 27, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 392.
[10]. Β. Ι. Λένιν: «Τα αποτελέσματα της συζήτησης για την αυτοδιάθεση», «Άπαντα», τ. 30, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 35.
[11]. Β. Ι. Λένιν: «Σχετικά με τη γελοιογραφία του μαρξισμού και τον ιμπεριαλιστικό οικονομισμό», «Άπαντα», τ. 30, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 94.
[12]. Στο ίδιο, σελ. 119.54
[13]. Στο ίδιο, σελ. 102.
[14]. Β. Ι. Λένιν: «Ο ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού», «Άπαντα», τ. 27, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 385.
Άρθρο του Βασίλη Όψιμου,
μέλους της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ του ΚΚΕ με τίτλο:
«Η Θεωρία του Λένιν για τον Ιμπεριαλισμό και οι διαστρεβλώσεις της»
Πηγή: ΚΟΜΕΠ Τεύχος 2 του 2017