Συμπεράσματα από τη σοσιαλιστική οικοδόμηση – Μέρος 3ο
Η αντίληψη του ΚΚΕ για το σοσιαλισμό στην ΕΣΣΔ
Συνέχεια από το 2ο Μέρος
Γ. Ο Σοσιαλισμός στην EΣΣΔ – Αιτίες νίκης της Αντεπανάστασης
9. Εστιάζουμε στην εμπειρία της EΣΣΔ, γιατί αποτέλεσε την πρωτοπορία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
Είναι αναγκαία η περαιτέρω μελέτη της πορείας του σοσιαλισμού στα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη, καθώς και της πορείας της σοσιαλιστικής εξουσίας στα κράτη της Aσίας (Κίνα, Βιετνάμ, ΛΔ Κορέας) και στην Kούβα.
Η τεκμηρίωση του σοσιαλιστικού χαρακτήρα της EΣΣΔ στηρίζεται:
- Στην κατάργηση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής,
- στην ύπαρξη σοσιαλιστικής ιδιοκτησίας και υποταγμένης (παρά τις όποιες αντιφάσεις) σε αυτήν συνεταιριστικής ιδιοκτησίας,
- στον Κεντρικό Σχεδιασμό,
- στην εργατική εξουσία και
- στις πρωτόγνωρες κατακτήσεις προς όφελος των εργαζομένων.
Αυτά δεν αναιρούνται από το γεγονός ότι από μια περίοδο και μετά, το Kόμμα έχασε σταδιακά τον επαναστατικό καθοδηγητικό του χαρακτήρα και έτσι έγινε δυνατό να κυριαρχήσουν οι αντεπαναστατικές δυνάμεις στο Kόμμα και στην εξουσία, στη δεκαετία του 1980.
Χαρακτηρίζουμε τις εξελίξεις του 1989 – 1991 ως νίκη της αντεπανάστασης. Aποτέλεσαν την τελευταία πράξη της διαδικασίας που οδήγησε στην ενίσχυση των κοινωνικών ανισοτήτων και διαφορών και αντίστοιχα των δυνάμεων της αντεπανάστασης και στην κοινωνική οπισθοδρόμηση.
Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι αυτές οι εξελίξεις υποστηρίχτηκαν από τη διεθνή αντίδραση, ότι η σοσιαλιστική οικοδόμηση, ιδιαίτερα στην περίοδο εξάλειψης των καπιταλιστικών σχέσεων και θεμελίωσης του σοσιαλισμού, μέχρι το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, συγκεντρώνει τα ιδεολογικά και πολιτικά πυρά του διεθνούς ιμπεριαλισμού.
Απορρίπτουμε τον όρο «κατάρρευση», γιατί υποβαθμίζει την αντεπαναστατική δράση, την κοινωνική βάση στην οποία μπορεί αυτή να αναπτυχθεί, να κυριαρχήσει, εξαιτίας αδυναμιών και παρεκκλίσεων του υποκειμενικού παράγοντα κατά τη σοσιαλιστική οικοδόμηση.
H νίκη της αντεπαναστατικής ανατροπής στα χρόνια 1989 – 1991 δεν αποδεικνύει έλλειψη ενός βασικού επιπέδου ανάπτυξης των υλικών προϋποθέσεων για ν’ αρχίσει η σοσιαλιστική οικοδόμηση στη Ρωσία.
Ο Μαρξ σημείωνε ότι η ανθρωπότητα βάζει μπροστά της τα προβλήματα εκείνα που μπορεί να λύσει, γιατί και το ίδιο το πρόβλημα τίθεται μονάχα όταν έχουν γεννηθεί οι υλικοί όροι για τη λύση του.
Από τη στιγμή που η εργατική τάξη, η κύρια παραγωγική δύναμη, αγωνίζεται για την ιστορική αποστολή της και μάλιστα εκδηλώνεται η επανάσταση, έχουν αναπτυχθεί οι παραγωγικές δυνάμεις έως το επίπεδο σύγκρουσης με τις σχέσεις παραγωγής, με τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, δηλαδή υπάρχουν οι υλικές προϋποθέσεις για το σοσιαλισμό, πάνω στις οποίες διαμορφώθηκαν οι επαναστατικές συνθήκες.
Ο Λένιν και οι μπολσεβίκοι θεωρούσαν ότι προβλήματα της σχετικής καθυστέρησης στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων («πολιτιστικό επίπεδο») δε θα λυθούν από κάποια άλλη ενδιάμεση εξουσία ανάμεσα στην αστική και την προλεταριακή, αλλά από τη δικτατορία του προλεταριάτου.[1]
Με βάση και τα στατιστικά στοιχεία της εποχής, στη Ρωσία, κυριαρχούσαν οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής στο μονοπωλιακό στάδιο ανάπτυξής τους. Σε αυτή την υλική βάση στηρίχθηκε η επαναστατική εξουσία για την κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής.[2]
Η εργατική τάξη της Ρωσίας, και μάλιστα το βιομηχανικό τμήμα της, θεμελίωσε τα σοβιέτ ως πυρήνες οργάνωσης της επαναστατικής δράσης, με καθοδηγητή το ΚΚ (μπ) στην πάλη για την κατάκτηση της εξουσίας.
Συμπεράσματα από τη σοσιαλιστική οικοδόμηση – Μέρος 3ο
Το κόμμα των μπολσεβίκων, υπό την ηγεσία του Λένιν, είχε προετοιμαστεί θεωρητικά για τη σοσιαλιστική επανάσταση:
- Ανάλυση της ρώσικης κοινωνίας,
- θεωρία του αδύνατου κρίκου στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα,
- εκτίμηση της επαναστατικής κατάστασης,
- θεωρία για τη δικτατορία του προλεταριάτου.
Επέδειξε χαρακτηριστική ικανότητα εξυπηρέτησης της στρατηγικής με την ανάλογη – σε κάθε φάση ανάπτυξης της ταξικής πάλης – τακτική: συμμαχίες, συνθήματα, ελιγμούς κλπ.
Ωστόσο, ο σοσιαλισμός αντιμετώπισε επιπλέον ιδιαίτερες δυσκολίες, λόγω του ότι η σοσιαλιστική οικοδόμηση ξεκίνησε από χώρα με χαμηλότερο επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων (μεσαίο – αδύνατο, κατά το χαρακτηρισμό του Β. Ι. Λένιν)
σε σχέση με τις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες και μεγάλη ανισομετρία στην ανάπτυξή της, λόγω εκτεταμένης επιβίωσης προκαπιταλιστικών σχέσεων, ιδιαίτερα στις ασιατικές πρώην αποικίες της τσαρικής αυτοκρατορίας.[3]
Ο σοσιαλισμός άρχισε να οικοδομείται μετά από την τεράστια καταστροφή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και μέσα στις καταστροφικές συνθήκες του εμφυλίου.
Αντιμετώπισε στην πορεία τις καταστροφές του Β’ ΠΠ, σε αντίθεση με καπιταλιστικές δυνάμεις, όπως οι ΗΠΑ, που δε γνώρισαν πόλεμο στο έδαφός τους, ενώ αντίθετα μέσω του πολέμου ξεπέρασαν τη μεγάλη κρίση της δεκαετίας του 1930.
H τεράστια οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη που επιτεύχθηκε, σε αυτές τις συνθήκες, είναι απόδειξη της ανωτερότητας των κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής ακόμα και στην αρχική βαθμίδα ανάπτυξής τους.
Οι εξελίξεις δεν επιβεβαιώνουν τις εκτιμήσεις μιας σειράς οπορτουνιστικών και μικροαστικών ρευμάτων.
— Δεν επιβεβαιώθηκαν οι απόψεις των σοσιαλδημοκρατών για το ανώριμο της σοσιαλιστικής επανάστασης στη Ρωσία.
— Δεν επιβεβαιώθηκαν οι θέσεις των τροτσκιστών για το αδύνατο της οικοδόμησης του σοσιαλισμού στη EΣΣΔ.
— Eίναι ατεκμηρίωτη κι υποκειμενική η άποψη ότι δεν είχε σοσιαλιστικό χαρακτήρα η κοινωνία που προέκυψε από την Oχτωβριανή Επανάσταση ή ότι εκφυλίστηκε ήδη από τα πρώτα χρόνια, γι’ αυτό και ήταν νομοτελειακά αναπόφευκτο ν’ ανακοπεί η 70χρονη Ιστορία της EΣΣΔ.
Απορρίπτουμε τις θεωρίες ότι αυτές οι κοινωνίες ήταν κάποιο «νέο εκμεταλλευτικό σύστημα» ή μια μορφή «κρατικού καπιταλισμού», όπως ισχυρίζονται διάφορα οπορτουνιστικά ρεύματα.
Οι εξελίξεις, επίσης, δε δικαιώνουν τη συνολική στάση του «μαοϊκού» ρεύματος απέναντι στη σοσιαλιστική οικοδόμηση στην EΣΣΔ, το χαρακτηρισμό της EΣΣΔ ως σοσιαλιμπεριαλιστικής, την προσέγγιση της Kίνας με τις HΠA, αλλά και την ασυνέπεια στα ζητήματα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην Kίνα (π.χ. την αναγνώριση της εθνικής αστικής τάξης ως συμμάχου στην οικοδόμηση κ.λπ.).
H δικιά μας κριτική αποτίμηση γίνεται με δεδομένη την υπεράσπιση της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην EΣΣΔ και τις υπόλοιπες χώρες.
10. Η αντεπανάσταση στην EΣΣΔ δεν προήλθε από ιμπεριαλιστική στρατιωτική επέμβαση, αλλά από τα μέσα κι από τα πάνω, ως αποτέλεσμα της οπορτουνιστικής μετάλλαξης του ΚΚ και της αντίστοιχης πολιτικής κατεύθυνσης της σοβιετικής εξουσίας.
Δίνουμε προτεραιότητα στους εσωτερικούς παράγοντες, στις κοινωνικό-οικονομικές συνθήκες που αναπαράγουν τον οπορτουνισμό στο έδαφος της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, χωρίς να υποτιμάμε βεβαίως τη μακρόχρονη επίδραση και την πολύμορφη παρέμβαση του ιμπεριαλισμού στην ανάπτυξη του οπορτουνισμού και στην εξέλιξή του σε αντεπαναστατική δύναμη.
Βασισμένοι στη θεωρία του επιστημονικού κομμουνισμού διαμορφώσαμε μελέτη με άξονες:
— Την οικονομία, δηλαδή τις εξελίξεις στις σχέσεις παραγωγής και κατανομής κατά τη θεμελίωση της βάσης και στην πορεία ανάπτυξης του σοσιαλισμού ως τη βάση εμφάνισης και επίλυσης κοινωνικών αντιθέσεων και διαφορών.
— Τη λειτουργία της δικτατορίας του προλεταριάτου και το ρόλο του ΚΚ στο σοσιαλισμό, κατώτερη βαθμίδα του κομμουνισμού.
— Τη στρατηγική και τις εξελίξεις στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα.
11. Η πορεία οικοδόμησης της νέας κοινωνίας στη Σοβιετική Ένωση καθορίστηκε από την ικανότητα του μπολσεβίκικου ΚΚ να εκπληρώνει τον επαναστατικό καθοδηγητικό του ρόλο.
Πρώτα και κύρια, να επεξεργάζεται και να διαμορφώνει την αναγκαία κάθε φορά επαναστατική στρατηγική, να αντιμετωπίζει τον οπορτουνισμό και να δίνει αποτελεσματική απάντηση στις εκάστοτε νέες απαιτήσεις και προκλήσεις της ανάπτυξης του σοσιαλισμού – κομμουνισμού.
Μέχρι το Β’ ΠΠ διαμορφώθηκαν οι βάσεις για την ανάπτυξη της νέας κοινωνίας:
Διεξαγόταν με επιτυχία η ταξική πάλη που οδήγησε στην κατάργηση των καπιταλιστικών σχέσεων και στην κυριαρχία του κοινωνικοποιημένου τομέα της παραγωγής με βάση τον Κεντρικό Σχεδιασμό, πραγματοποιήθηκαν θεαματικά αποτελέσματα ως προς την άνοδο της κοινωνικής ευημερίας.
Μετά το Β’ ΠΠ και τη μεταπολεμική ανόρθωση, η σοσιαλιστική οικοδόμηση μπήκε σε νέα φάση.
Το Κόμμα βρέθηκε αντιμέτωπο με νέες απαιτήσεις και προκλήσεις ως προς την ανάπτυξη του σοσιαλισμού – κομμουνισμού.
Ως σημείο στροφής ξεχωρίζει το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ (1956), επειδή σε αυτό υιοθετήθηκαν μια σειρά οπορτουνιστικές θέσεις για τα ζητήματα της οικονομίας, της στρατηγικής του κομμουνιστικού κινήματος και των διεθνών σχέσεων.
Άλλαξε ο συσχετισμός στη διαπάλη που διεξαγόταν όλη την προηγούμενη περίοδο, με στροφή υπέρ των αναθεωρητικών – οπορτουνιστικών θέσεων στο 20ό Συνέδριο, με αποτέλεσμα το Kόμμα σταδιακά να χάνει τα επαναστατικά του χαρακτηριστικά.
Στη δεκαετία του 1980 ο οπορτουνισμός, με την περεστρόικα, ολοκληρώθηκε σε προδοτική, αντεπαναστατική δύναμη.
Οι συνεπείς κομμουνιστικές δυνάμεις που αντέδρασαν στην τελευταία φάση της προδοσίας, στο 28ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ, δεν κατόρθωσαν έγκαιρα να την αποκαλύψουν και να οργανώσουν με επιτυχία την επαναστατική αντίδραση της εργατικής τάξης.
Συνεχίζεται με το 4ο Μέρος
Σημειώσεις:
[1]. Β. Ι. Λένιν, «Για την επανάστασή μας», «Άπαντα», εκδ. Σύγχρονη Εποχή, τόμος 45.
[2]. Ακαδημία Επιστημών της EΣΣΔ, «Πολιτική Οικονομία», εκδόσεις Kυπραίου, σελ. 542. «Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια», τ. 31, σελ. 183 – 185.
Στις παραμονές του Α’ Π.Π. υπήρχε για την εποχή σημαντική ανάπτυξη και συγκέντρωση της εργατικής τάξης στη Ρωσία: Υπολογιζόταν σε 15 εκατ. ο συνολικός αριθμός των εργατών, εκ των οποίων τα 4 εκατ. εργάτες βιομηχανίας και σιδηροδρομικοί.
Επίσης, υπολογιζόταν ότι από τους βιομηχανικούς εργάτες το 56,6% ήταν συγκεντρωμένο στις βιομηχανίες με 500 και πάνω εργαζόμενους.
Από την άποψη του μεριδίου στον παγκόσμιο όγκο βιομηχανικής παραγωγής κατείχε την 5η θέση και την 4η στο μερίδιο του ευρωπαϊκού. Βέβαια, η περίοδος της βιομηχανικής ανόδου είχε αρχίσει στο τέλος της πρώτης δεκαετίας του 20ού αιώνα.
Οι κλάδοι μέσων παραγωγής αύξησαν την παραγωγή τους κατά 83% την περίοδο 1909 – 1913 (μέση ετήσια αύξηση 13%).
Ωστόσο, η μεγάλη καπιταλιστική βιομηχανία ήταν συγκεντρωμένη σε έξι περιοχές: Κεντρική, B/Δ (Πετρούπολης), Βαλτική, Νότια, Πολωνία, Ουράλια, στις οποίες ήταν συγκεντρωμένο περίπου το 79% των βιομηχανικών εργατών και παραγόταν το 75% της συνολικής βιομηχανικής παραγωγής.
Η βαθύτατη ανισομετρία που χαρακτήριζε την οικονομία της ρωσικής αυτοκρατορίας στις παραμονές του Α’ ΠΠ αποτυπώνεται στα στατιστικά στοιχεία της εποχής, παρά την προβληματικότητά τους.
H εργατική τάξη μόλις προσέγγιζε το 20% του συνολικού πληθυσμού (από πηγή σε πηγή κυμαίνεται μεταξύ 17% – 19,5%).
Οι μικροί εμπορευματοπαραγωγοί (αγρότες, χειροτέχνες, βιοτέχνες) αποτελούσαν το 66,7% και οι εκμεταλλεύτριες τάξεις το 16,3% (από αυτούς το 12,3% ήταν οι κουλάκοι).
[3]. Το 1913 το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ρωσίας ήταν το 11,5% εκείνου των ΗΠΑ. Τα 2/3 σχεδόν του πληθυσμού ήταν τελείως αναλφάβητα.
Η Απόφαση του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ για το Σοσιαλισμό
Αθήνα, 18 – 22 Φλεβάρη 2009
Βίντεο αφιέρωμα για την διάλυση της ΕΣΣΔ
Βίντεο: Ροβεσπιέρος