Οι προϋποθέσεις της σοσιαλιστικής επανάστασης – Επίλογος
Οι υποκειμενικές προϋποθέσεις της σοσιαλιστικής επανάστασης
Συνέχεια από το 3ο Μέρος
Ο Λένιν, στις συνθήκες του ιμπεριαλισμού του 20ου αιώνα πρόβλεψε την δυνατότητα να διαμορφωθεί επαναστατική κατάσταση πιο εύκολα σε κάποια λιγότερο ανεπτυγμένη καπιταλιστική κοινωνία όπως η Τσαρική Ρωσία, η δυνατότητα μετατροπής της αστικοδημοκρατικής επανάστασης σε προλεταριακή όπως και έγινε.
Αυτό σε αντίθεση με την πρόβλεψη των Μάρξ – Ένγκελς που προσέβλεπαν στη δυνατότητα μετεξέλιξης της αστικής επανάστασης (του1848) στις πρωτοπόρες καπιταλιστικές χώρες της ηπειρωτικής Ευρώπης (Γαλλία, Γερμανία) σε σοσιαλιστική, σε συνδυασμό με νίκη της σοσιαλιστικής επανάστασης σε Αγγλία και ΗΠΑ.
Ο Λένιν κατέληξε στο συμπέρασμα για το αδύνατο της ταυτόχρονης εκδήλωσης της σοσιαλιστικής επανάστασης σε όλες τις καπιταλιστικές χώρες και υποστήριξε τη δυνατότητα νίκης της σε αυτή ή αυτές τις χώρες που θα αποτελέσουν τον «αδύνατο κρίκο» του ιμπεριαλιστικού συστήματος.
Η σοσιαλιστική επανάσταση στην μια ή στην άλλη χώρα δεν είναι απομονωμένο φαινόμενο, «κεραυνός εν αιθρία».
Συνδέεται με διεργασίες που συντελούνται στο ιμπεριαλιστικό σύστημα, κάπου όμως οδηγούν ταχύτερα στην όξυνση της ταξικής πάλης.
Όπως έχει αποδειχθεί ιστορικά η σοσιαλιστική επανάσταση επιδρά γενικότερα στην ανάπτυξη του κομμουνιστικού κινήματος σε διεθνές επίπεδο.
Το προλεταριάτο και η πρωτοπορία του στη χώρα που εκδηλώνεται η σοσιαλιστική επανάσταση πραγματοποιούν το «εθνικό» τους καθήκον «ξεμπερδεύοντας με την αστική τάξη της χώρας τους», συμβάλλοντας με αυτό τον τρόπο στην υπόθεση της παγκόσμιας επανάστασης.
Ο Λένιν στο έργο του, «Για το σύνθημα των Ενωμένων Πολιτειών της Ευρώπης» αναφέρει:
«Η ανισόμετρη οικονομική και πολιτική ανάπτυξη είναι απόλυτος νόμος του καπιταλισμού. Από δω βγαίνει πως είναι δυνατή η νίκη του σοσιαλισμού στην αρχή σε λίγες ή ακόμη και σε μια μονάχα, χωριστά παρμένη καπιταλιστική χώρα.
Το νικηφόρο προλεταριάτο αυτής της χώρας, απαλλοτριώνοντας τους καπιταλιστές και οργανώνοντας στη χώρα του τη σοσιαλιστική παραγωγή, θα ορθωνόταν ενάντια στον υπόλοιπο κόσμο, τον καπιταλιστικό κόσμο, παίρνοντας μαζί του τις καταπιεζόμενες τάξεις των άλλων χωρών,
ξεσηκώνοντας στις χώρες αυτές εξεγέρσεις ενάντια στους καπιταλιστές, δρώντας σε περίπτωση ανάγκης ακόμη και με στρατιωτική δύναμη ενάντια στις εκμεταλλεύτριες τάξεις και τα κράτη τους».[1]
Για, παράδειγμα, όλο το πλέγμα των ιμπεριαλιστικών αντιθέσεων πήρε τεράστιες διαστάσεις κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ο Λένιν τον χαρακτήρισε σαν τον μεγάλο «σκηνοθέτη», που εξασθένησε το κεφαλαιοκρατικό σύστημα, έδωσε τη δυνατότητα να διασπαστεί στα 1917 το μέτωπο του ιμπεριαλισμού στην τσαρική Ρωσία.
Σε μια σειρά έργα του ο Λένιν εξήγησε γιατί στη Ρωσία ήταν πιο εύκολο να σπάσει ο αδύνατος κρίκος και να αρχίσει η επανάσταση απ’ ότι στις χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού:
«Μας ήταν πιο εύκολο, πρώτο, γιατί η ασυνήθιστη για την Ευρώπη του 20ου αιώνα πολιτική καθυστέρηση της τσαρικής μοναρχίας έδινε εξαιρετική δύναμη στην επαναστατική πίστη των μαζών.
Δεύτερο, γιατί η καθυστέρηση της Ρωσίας συνένωσε κατά πρωτότυπο τρόπο την προλεταριακή επανάσταση ενάντια στους τσιφλικάδες…..
Τρίτο, γιατί η επανάσταση του 1905 έκανε εξαιρετικά πολλά για την πολιτική εκπαίδευση των μαζών των εργατών και αγροτών…
Τέταρτο, γιατί οι γεωγραφικές συνθήκες της Ρωσίας της επέτρεπαν να κρατηθεί περισσότερο από άλλες χώρες ενάντια στην στρατιωτική υπεροχή των προηγμένων καπιταλιστικών χωρών…
Πέμπτο, γιατί η ιδιόμορφη στάση του προλεταριάτου απέναντι στην αγροτιά διευκόλυνε το πέρασμα από την αστική στη σοσιαλιστική επανάσταση…
Έκτο, γιατί το πολύχρονο σχολείο της απεργιακής πάλης και η πείρα του ευρωπαϊκού μαζικού εργατικού κινήματος διευκόλυναν την εμφάνιση, σε μια περίοδο που είχαμε βαθιά και γρήγορα οξυμένη επαναστατική κατάσταση, μιας τέτοιας ιδιότυπης μορφής προλεταριακής επαναστατικής οργάνωσης, όπως τα Σοβιέτ».[2]
Στις χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού, π.χ. Αγγλία, Γερμανία σημειώνει ο Λένιν, είναι πιο δύσκολο να αρχίσει η επανάσταση γιατί είναι ιδιαίτερα ισχυρό και «πολιτισμένο» το αστικό καθεστώς και η εργατική τάξη ζει σε συνθήκες «πολιτισμένης» σκλαβιάς, αλλά θα είναι ευκολότερο να επιτελεστεί το έργο της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
Οι υποκειμενικές προϋποθέσεις της σοσιαλιστικής επανάστασης
Η επαναστατική κατάσταση είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την επανάσταση όμως καθεαυτή δεν οδηγεί στην εκδήλωσή της, πολύ περισσότερο στη νίκη της επανάστασης.
Στη Δυτική Ευρώπη το 1918-20 σε μια σειρά χώρες υπήρχαν οι απαραίτητες αντικειμενικές προϋποθέσεις για την επανάσταση, οι κομμουνιστές εκτιμούσαν την ύπαρξη επαναστατικής κρίσης στην Ευρώπη.
Όμως η σοσιαλιστική επανάσταση δεν μπόρεσε να πραγματοποιηθεί ή να νικήσει.
«Κάθε επαναστατική κατάσταση δεν οδηγεί στην επανάσταση…»,[3]
έγραφε ο Λένιν,
«…Δεν γεννά κάθε επαναστατική κατάσταση επανάσταση, αλλά μόνο μια τέτοια κατάσταση, όπου οι αντικειμενικές αλλαγές… συνενώνονται με τις υποκειμενικές αλλαγές και συγκεκριμένα: με την ικανότητα της επαναστατικής τάξης να αναλάβει επαναστατική μαζική δράση, αρκετά ισχυρή, ώστε να τσακίσει (ή να εξασθενίσει σημαντικά) την παλιά κυβέρνηση που ποτέ, ακόμη και στην εποχή κρίσεων, δεν «πέφτει», αν δεν την «ρίξουν»…»[4]
Τα πρώτα χρόνια μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση και μέσα στην κρίση που έφερε ο Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος, η εργατική τάξη στη Δυτική Ευρώπη δεν μπόρεσε να νικήσει την κυριαρχία του κεφαλαίου.
Ο υποκειμενικός παράγοντας, πρώτα απ’ όλα το Κόμμα της εργατικής τάξης, δεν ήταν ώριμο γιατί σε μια σειρά χωρών της Δυτικής και Κεντρικής Ευρώπης, είχε διαβρωθεί από τον οπορτουνισμό, τη σοσιαλδημοκρατική προδοσία.
Η πραγματοποίηση της σοσιαλιστικής επανάστασης είναι αδύνατη, αν δεν εξασφαλιστεί η ενότητα των αντικειμενικών και των υποκειμενικών προϋποθέσεων. Αυτό το σημαντικό λενινιστικό συμπέρασμα το επιβεβαίωσε πολλές φορές η ιστορία.
Μιλώντας για το περιεχόμενο της έννοιας «υποκειμενικός παράγοντας της επανάστασης», ο Λένιν επεσήμανε τρεις κύριες πλευρές.
Η πρώτη και καθοριστική πλευρά είναι η ανάγκη ύπαρξης ενός μαχητικού επαναστατικού κομμουνιστικού κόμματος:
Ένα κομμουνιστικό κόμμα που πρώτα απ’ όλα θα πρέπει να καθοδηγείται, να εφαρμόζει δημιουργικά και να αναπτύσσει την μαρξιστική-λενινιστική θεωρία να την εμπλουτίζει με τα διδάγματα της ταξικής πάλης.
Γιατί χωρίς επαναστατική θεωρία δεν υπάρχει επαναστατική πράξη. Το Κόμμα να αναπτύσσει σταθερό ιδεολογικό μέτωπο στην αστική ιδεολογία και τον οπορτουνισμό.
Χρειάζεται επίσης να διαμορφώνει πρόγραμμα, δηλαδή επαναστατική στρατηγική ερμηνεύοντας αντικειμενικά τις κοινωνικο-οικονομικές και πολιτικές εγχώριες και διεθνείς συνθήκες.
Η ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος τα τελευταία 60-70 χρόνια αναδεικνύει ότι στο πρόγραμμα θα πρέπει να ξεκαθαρίζεται με σαφήνεια ο χαρακτήρας της επανάστασης ως σοσιαλιστικής, ο στρατηγικός στόχος του σοσιαλισμού ως πρώτης βαθμίδας του κομμουνισμού.
Η διατύπωση των βασικών χαρακτηριστικών της σοσιαλιστικής κοινωνίας, ο χαρακτήρας της εξουσίας της ως δικτατορία του προλεταριάτου, το οικονομικό της περιεχόμενο ως κοινωνική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής.
Πολύ πριν τη διαμόρφωση επαναστατικής κατάστασης να επιλέγεται η σωστή πολιτική συμμαχιών, η σύνδεση της με το στρατηγικό στόχο, λαμβάνοντας υπ’ όψιν το κάθε φορά επίπεδο του συσχετισμού πολιτικών δυνάμεων και της ταξικής συνείδησης.
Να ξεκαθαρίζεται ότι το Κόμμα είναι σε ετοιμότητα να αξιοποιήσει όλες τις μορφές πάλης ανάλογα με τις συνθήκες ανάπτυξης της ταξικής πάλής.
Στην Διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ για τα 90 χρόνια του ΚΚΕ, συμπυκνώνονται ανάλογα χρήσιμα συμπεράσματα από την ιστορία του ίδιου του ΚΚΕ του επαναστατικού κινήματος στην Ελλάδα:
«Τις ημέρες της απελευθέρωσης από τους Γερμανούς (12 Οκτώβρη 1944) στην Ελλάδα είχε διαμορφωθεί επαναστατική κατάσταση. Ταυτόχρονα το ΕΑΜ κυριαρχούσε, ενώ ο αστικός κρατικός μηχανισμός ήταν σμπαραλιασμένος. Η αστική κυβέρνηση που είχε δημιουργηθεί βρισκόταν στην Αίγυπτο και οι Εγγλέζοι δεν είχαν καταφθάσει ακόμα στην Ελλάδα.
Το βασικό συμπέρασμα είναι ότι το Κόμμα μας, παρά την τεράστια συνεισφορά και τον πρωταγωνιστικό ρόλο του, δεν μπόρεσε να διαμορφώσει τη στρατηγική που θα οδηγούσε προς την επαναστατική επίλυση του προβλήματος της πολιτικής εξουσίας και τότε ακόμη, ιδίως μετά το 1943, που οι συνθήκες επέβαλαν να θέσει το ζήτημα της επαναστατικής κατάκτησης της εξουσίας.
Έτσι, οδηγήθηκε στην υπαγωγή του ΕΛΑΣ στο εγγλέζικο στρατηγείο της Μ. Ανατολής (5 Ιούλη 1943) και αργότερα στις συμφωνίες του Λιβάνου (20 Μάη 1944) και της Καζέρτας (26 Σεπτέμβρη 1944), για να διατηρήσει και να διευρύνει την «εθνική ενότητα». Δε διαμόρφωσε τις υποκειμενικές προϋποθέσεις μιας πορείας που, ανάλογα και με άλλους παράγοντες, μπορούσε να οδηγήσει στη νίκη».[5]
Το Κόμμα κρίνεται στην ικανότητα του να υπηρετεί τη στρατηγική του μέσα από την καθημερινή του δράση, μέσα από την προσπάθεια επίτευξης επιμέρους στόχων.
Να κατακτά την ικανότητα σύνδεσης με τις μάζες, να δρα πρωτοπόρα στους αγώνες της εργατικής τάξης, να δημιουργεί γερούς αγωνιστικούς δεσμούς με αυτή χωρίς όμως να υποτάσσεται στη συνείδηση των μαζών.
Να έχει οργάνωση και λειτουργία που διασφαλίζει την ιδεολογικοπολιτική του ενότητα, την ενιαία θέληση και δράση του κόμματος να μην συμβιβάζεται με τον οπορτουνισμό στις γραμμές του, γενικά να τον πολεμά, να αντιμετωπίζει κάθε προσπάθεια ενσωμάτωσης και προσαρμογής του στο καπιταλιστικό σύστημα.
Για τον καθοριστικό ρόλο του κόμματος στη νικηφόρα πορεία της Οκτωβριανής Επανάστασης, και τα διδάγματα από τον ηγετικό του ρόλο στην εργατική τάξη, ο Λένιν έγραφε:
«Χωρίς μια εξαιρετικά σοβαρή και ολόπλευρη προετοιμασία του επαναστατικού τμήματος του προλεταριάτου για την εξοστράκιση και τη συντριβή του οπορτουνισμού είναι ανόητο και να σκέπτεται…
Οι μπολσεβίκοι είχαν με το μέρος τους, όχι μόνο την πλειοψηφία του προλεταριάτου, όχι μόνο την ατσαλωμένη μέσα στη μακρόχρονη και πεισματική πάλη ενάντια στον οπορτουνισμό επαναστατική πρωτοπορία του προλεταριάτου. Είχαν αν επιτρέπεται να χρησιμοποιήσουμε τη στρατιωτική ορολογία, μια ισχυρή «δύναμη κρούσης» στις πρωτεύουσες.
Να έχεις στην αποφασιστική στιγμή, στο αποφασιστικό σημείο συντριπτική υπεροχή δυνάμεων -αυτός ο «νόμος» των πολεμικών επιτυχιών. Είναι επίσης νόμος και της πολιτικής επιτυχίας, ιδίως σε ένα τέτοιο σκληρό, έντονο πόλεμο των τάξεων, που λέγεται επανάσταση».[6]
Η δεύτερη είναι ότι για τη νίκη της επανάστασης πρέπει:
«Η πλειοψηφία των εργατών (ή πάντως η πλειοψηφία των συνειδητών, των σκεπτόμενων και των πολιτικά δραστήριων εργατών) να καταλάβει πέρα για πέρα την ανάγκη της επανάστασης και να είναι έτοιμη να βαδίσει στο θάνατο γι’ αυτή…»[7]
Δηλαδή, η ετοιμότητα και η θέληση της εργατικής τάξης είναι ο πρώτος όρος.
Οι προϋποθέσεις της σοσιαλιστικής επανάστασης – Επίλογος
Η εργατική τάξη ανάμεσα στα διάφορα τμήματα του φτωχού λαού ξεχωρίζει ως η ηγετική, η κινητήρια δύναμη της σοσιαλιστικής επανάστασης.
«Η δύναμη το προλεταριάτου σε οποιαδήποτε καπιταλιστική χώρα είναι ασύγκριτα μεγαλύτερη απ’ ότι το ποσοστό του προλεταριάτου στο σύνολο του πληθυσμού.
Αυτό συμβαίνει, γιατί το προλεταριάτο κυριαρχεί οικονομικά στα κέντρα και στα νευραλγικά σημεία ολόκληρου του οικονομικού συστήματος του καπιταλισμού και γιατί το προλεταριάτο, οικονομικά και πολιτικά εκφράζει τα πραγματικά συμφέροντα της τεράστιας πλειονότητας των εργαζομένων στον καπιταλισμό…»[8]
Η τρίτη πλευρά, που επισήμανε ο Λένιν, έγκειται στο ότι για την επιτυχία της επανάστασης δεν αρκούν μόνο η επαναστατική δράση της εργατικής τάξης και πολύ περισσότερο μονάχα της πρωτοπορίας της.
«Θα ήταν όχι απλώς ανοησία, αλλά και έγκλημα, να ρίξουμε την πρωτοπορία στην αποφασιστική μάχη, προτού όλη η τάξη, προτού οι πλατιές μάζες να έχουν πάρει θέση ανοιχτής υποστήριξης της πρωτοπορίας, ή τουλάχιστον ευμενούς ουδετερότητας απέναντι της και να έχουν δείξει ότι είναι εντελώς ανίκανες να υποστηρίξουν τον αντίπαλό τους».[9]
Με άλλα λόγια για τη νίκη της επανάστασης χρειάζεται όχι μονάχα μεγάλη δραστηριότητα της πλειοψηφίας των συνειδητών εργατών, αλλά και η υποστήριξη τους από την εργατική τάξη και από μέρους, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων.
Μόνο το προλεταριάτο, μπορεί να ηγηθεί της πάλης για το σοσιαλισμό.
Αντίθετα προς την αταλάντευτη εργατική τάξη, οι σύμμαχοι της, φτωχοί αγρότες, αυτοαπασχολούμενοι, κατέχουν τέτοια θέση στο σύστημα της κοινωνικής παραγωγής, που προκαθορίζει την ασυνέπεια και τις ταλαντεύσεις τους πάνω σε πολλά ζητήματα της ταξικής πάλης.
Η πολιτική καθοδήγηση του προλεταριάτου, που μόνο αυτό μπορεί να εκφράζει τα συνολικά συμφέροντα των εργαζομένων, μπορεί και πρέπει να συνενώσει στην πάλη κατά των μονοπωλίων σημαντικά τμήματα του πληθυσμού από τις σκόρπιες, ταλαντευόμενες μάζες των μη προλεταριακών στρωμάτων.
Αυτό όμως δε σημαίνει ότι μέσα στην επαναστατική κατάσταση το προλεταριάτο θα μπορέσει να κατακτήσει την πλειοψηφία του πληθυσμού, αλλά τα πιο μαχητικά πρωτοπόρα τμήματα του, και τουλάχιστον να ουδετεροποιήσει κάποια άλλα.
Απαντώντας ο Λένιν στον Κάουτσκυ και τους οπορτουνιστές της Β΄ Διεθνούς, οι οποίοι κατηγορούσαν τους μπολσεβίκους, για παραβίαση της ιστορίας, για «εξέγερση μιας μειοψηφίας», έγραφε:
«Αυτή ακριβώς τη διαλεκτική ποτέ δεν μπόρεσαν να την καταλάβουν οι προδότες, οι χοντροκέφαλοι και σχολαστικοί της Β΄ Διεθνούς: το προλεταριάτο δεν μπορεί να νικήσει, αν δεν κατακτήσει με το μέρος του την πλειοψηφία το πληθυσμού.
Αλλά να περιορίζεις ή να εξαρτάς την κατάκτηση αυτή από την απόκτηση της πλειοψηφίας των ψήφων στις εκλογές μέσα σε συνθήκες της αστικής τάξης σημαίνει αθεράπευτη βλακεία η καθαρή εξαπάτηση των εργατών.
Το προλεταριάτο, για να κατακτήσει την πλειοψηφία του πληθυσμού με το μέρος του, πρέπει, πρώτο, να ανατρέψει την αστική τάξη και να πάρει την κρατική εξουσία στα χέρια του.
Πρέπει, δεύτερο, να εγκαθιδρύσει τη Σοβιετική εξουσία, κάνοντας θρύψαλα τον παλιό κρατικό μηχανισμό, υποσκάπτοντας έτσι, με μιας την κυριαρχία, το κύρος, την επιρροή της αστικής τάξης και των μικροαστών συμφιλιωτιστών μέσα στις μη προλεταριακές εργαζόμενες μάζες.
Πρέπει, τρίτο, να εξαλείψει την επιρροή της αστικής τάξης και των μικροαστών συμφιλιωτιστών στην πλειοψηφία των μη προλεταριακών εργαζόμενων μαζών, ικανοποιώντας επαναστατικά τις οικονομικές τους ανάγκες σε βάρος των εκμεταλλευτών».[10]
Το προλεταριάτο μόνο όταν κατακτά την πολιτική εξουσία για να θεμελιώσει τον σοσιαλισμό, αποκτά τις πολιτικές και στην πορεία και τις οικονομικές προϋποθέσεις για να κερδίσει την πλειοψηφία του λαού.
Σημειώσεις:
[1]. Β. Ι. Λένιν: «Άπαντα», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», τόμος 26, σελ. 362-363.
[2]. Στο ίδιο, τόμος 38, σελ. 306-307.
[3]. Στο ίδιο, τόμος 26, σελ. 220.
[4]. Στο ίδιο, σελ. 221.
[5]. ΚΟΜΕΠ, τ.1, 2008
[6]. Β. Ι. Λένιν: «Άπαντα», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», τόμος 40, σελ. 6.
[7]. Στο ίδιο, τόμος 41, σελ. 70.
[8]. Στο ίδιο,τόμος 40, σελ. 23.
[9]. Στο ίδιο, τόμος 41, σελ. 77-78.
[10]. Στο ίδιο, τόμος 40, σελ. 14.
Κείμενο της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ του ΚΚΕ με τίτλο:
«Θεωρητικά ζητήματα για τις προϋποθέσεις της Σοσιαλιστικής Επανάστασης»
Δημοσιεύτηκε στο 2ο τεύχος της ΚΟΜΕΠ το 2008