Πόσο «καλύτερα» ήταν τα πράγματα επί χούντας;
Το οικονομικό… «θαύμα» του καθεστώτος των συνταγματαρχών
Η ιστορική άγνοια αποτελεί λίπασμα για την πολιτική αφασία. Ο φασισμός γίνεται «ελκυστικός» έτσι: Πατώντας πάντα στο έδαφος της αφασίας και της άγνοιας.
Το κράτος με τους θύλακες της αέναης και μηδέποτε συντελούμενης «αποχουντοποίησης», συμπεριλαμβανομένης μερίδας της «τέταρτης εξουσίας» που υπηρετεί τον βούρκο, έχει κάθε λόγο να καλλιεργεί την αφασία και την άγνοια, ώστε έτσι να κρατά πάντα ζεστό τον κόρφο που επωάζει τα «φίδια» του.
Πάνω σε αυτό το έδαφος, της καλλιεργούμενης άγνοιας και της αφασίας, της ιστορικής παραχάραξης και της μαζικού τύπου πολιτικής λοβοτομής, αναπτύσσονται σήμερα οι γνωστές θεωρίες για το:
«Πόσο καλύτερα ήταν τα πράγματα επί χούντας;»
Η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει χούντα – στην Ελλάδα και οπουδήποτε στον κόσμο – που να μην είναι κυλισμένη στο αίμα της τρομοκρατίας, των δολοφονιών, στην αγριότητα των ανά τον κόσμο «ΕΑΤ – ΕΣΑ», στην ταξική βαρβαρότητα και στο βούρκο της διαφθοράς.
Όσον αφορά στο τελευταίο, στο ζήτημα της διαφθοράς, της βρωμιάς και της δυσωδίας, με τους «ημέτερους» συνταγματάρχες είχαμε εκείνη ακριβώς τη διαφθορά και εκείνη την «τιμιότητα» που άρμοζε στη γελοιότητά τους:
- Ήταν τόσο γελοίοι όσο και οι κομπίνες τους στην υπόθεση με τα «κρέατα του Μπαλόπουλου».
- Ήταν τόσο αντιφαυλοκράτες όσο και οι «τακτοποιήσεις» των γαμπρών του Παττακού, των αδερφών του Παπαδόπουλου και των ίδιων των πραξικοπηματιών που «νομοθέτησαν» τον… διπλασιασμό των μισθών τους.
Σημειώστε: Μια από τις πρώτες πράξεις των χουνταίων ήταν να δώσουν αυξήσεις στον… εαυτό τους.
Με τον Αναγκαστικό Νόμο 5/1967, οι «Παπαδόπουλοι» φρόντισαν να υπερδιπλασιάσουν τον μισθό του πρωθυπουργού από τις 23.600 στις 45.000 δραχμές και των υπουργών και υφυπουργών από τις 22.400 στις 35.000 δραχμές.
Αυτοί ήταν που κατέβασαν τα τανκς για να σώσουν την Ελλάδα από την «φαυλοκρατία»…
- Ήταν τόσο «τίμιοι» και αντικομφορμιστές όσο και οι τρεις βίλες του Παπαδόπουλου: Μια στο Ψυχικό, μία την Πάρνηθα και μια τρίτη το Λαγονήσι (η τελευταία ήταν προσφορά του Ωνάση).
- Ήταν τόσο «πατριώτες» που – εκτός του μέγιστου εγκλήματος κατά της Κύπρου – το βοούν και οι ληστρικές συμβάσεις με «Litton», «Μακντόναλντ», «Τομ Πάππας» και «Ζήμενς» – πάντα η… «Ζήμενς».
- Ήταν τόσο θεομπαίχτες που έφτασαν να βουτάνε λεφτά ακόμα και από το… παγκάρι! Γνωστή η ιστορία με την ανέγερση του «θαυματουργού» (καθότι… αόρατος) Ναού του Σωτήρως. Μόνο από εκεί, από έναν προϋπολογισμό ύψους 450 εκατομμυρίων, φαγώθηκαν τα 400…).
Εντούτοις, στο σημερινό σημείωμα θα εστιάσουμε ειδικότερα σε ένα μόνο από τα «καλά» της δικτατορίας, όπως το διακινούν τα φασιστοειδή:
Σ’ αυτό το τόσο γελοίο όσο και «προσφιλές» τροπάρι περί του δήθεν «οικονομικού θαύματος» της χούντας των συνταγματαρχών.
Σε 6 χρόνια οι χουντικοί αύξησαν το χρέος κατά 1,5 φορά περισσότερο από όσο είχε αυξηθεί σε διάστηµα 145 χρόνων!
1. Το δημόσιο χρέος από 32 δισ. δραχμές το 1966 εκτινάχτηκε στα 87,5 δισεκατομμύρια δραχμές τον Ιανουάριο του 1973 ενώ το 1974 απογειώθηκε στα 114 δισ. δραχμές.
Δηλαδή ήταν τέτοιο το έγκλημα που συντελέστηκε στην ελληνική οικονομία επί χούντας ώστε το δημόσιο χρέος υπερτριπλασιάστηκε!
Το επίτευγμα της χούντας ήταν τέτοιο που δεν μπορούσε να κρυφτεί ούτε επί των ημερών της.
Στο «Βήµα» της 20/10/1973, καταγράφεται ότι στην εξαετία της δικτατορίας το εξωτερικό χρέος αυξήθηκε όσο δεν είχε αυξηθεί από την γέννηση του ελληνικού κράτους το 1821!
Σε έξι χρόνια οι χουντικοί έκαναν το χρέος 1,5 φορά µεγαλύτερο απ’ όσο είχε αυξηθεί σε διάστηµα 145 χρόνων!
2. Το εμπορικό έλλειμμα το 1973 έγινε 4 και 5 φορές μεγαλύτερο από αυτό του 1968. Παρά τη λογοκρισία που ασκείτο στον Τύπο, ήταν τέτοια η κατρακύλα που δεν κρυβόταν με τίποτα.
Το «Βήμα» έγραφε στο ίδιο άρθρο:
«Η δεύτερη μεγάλη θυσία της ελληνικής οικονοµίας κατά την περίοδο αυτήν υπήρξε η θεαµατική διόγκωση του εµπορικού ισοζυγίου. Το έλλειµµα του εµπορικού ισοζυγίου από 745 εκατ. δολάρια προβλέπεται ότι θα φτάσει τελικά το τέλος του 1973 τα 2.600 εκατ. δολάρια, δηλαδή περίπου θα τετραπλασιασθεί…»
3. Στην Ελλάδα, που 1961-71 είχε το χαμηλότερο ποσοστό πληθωρισμού μεταξύ όλων των χωρών του ΟΟΣΑ (2,2%), ο δείκτης καταναλωτικών τιμών αυξήθηκε κατά 15,3% από το 1972 έως το 1973 και κατά 37,8% από τον Απρίλη του 1973 μέχρι τον Απρίλη του επόμενου έτους, και μάλιστα σε τομείς όπως τα είδη πρώτης ανάγκης και η υγεία.
Το 1973 το ποσοστό του πληθωρισμού είχε επιφέρει μειώσεις των πραγματικών μισθών κατά 4%.
Με δυο λόγια επί χούντας οι πλούσιοι έγιναν πλουσιότεροι. Πράγμα που επίσης δεν κρυβόταν με τίποτα.
Ο Τύπος έγραφε (στο ίδιο):
«Ο ανταγωνιστικός χαρακτήρας της οικονοµίας περιορίστηκε. Τα συµπτώµατα κερδοσκοπίας εντάθηκαν. Έχει ήδη σηµειωθεί ένταση στην ανισοκατανοµή με την αύξηση της μερίδας των κερδών έναντι της μερίδας των μισθών στο εθνικό εισόδηµα. Πρέπει να προστεθεί ότι η τελευταία πληθωριστική διαδικασία δεν έθιξε τα υπέρογκα κέρδη της περιόδου αυτής».
4. Το ποσοστό των δαπανών για την εκπαίδευση στο σύνολο των γενικών κρατικών δαπανών μειώθηκε από 11,6% σε 10%, όταν οι δαπάνες για την «άμυνα» και «δημόσια ασφάλεια» του αστυνομοκρατικού καθεστώτος μέσα σε μια πενταετία σχεδόν διπλασιάστηκαν.
5. Οι προσωπικές καταθέσεις μειώθηκαν ως αποτέλεσμα της οικονομικής δυσχέρειας των λαϊκών στρωμάτων από 34,2 δισεκατομμύρια δραχμές το 1972 σε 19,6 δισεκατομμύρια δραχμές το 1973.
6. Στον αγροτικό τομέα, όπου απασχολείτο το 44% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού, αντί της πενταετούς πρόβλεψης του καθεστώτος για ανάπτυξη 5,2%, η αγροτική οικονομία αναπτύχθηκε κατά μόλις 1,8% στην περίοδο 1967 – 1974, σε αντίθεση με το 4,2% κατά την περίοδο 1963 – 1966.
Οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων μειώθηκαν από το 63% του συνόλου των εξαγωγών το 1968 στο 48% το 1972. Το αποτέλεσμα ήταν το κατά κεφαλήν αγροτικό εισόδημα να πέσει από το 55% στο 43% του μέσου κατά κεφαλήν εθνικού εισοδήματος.
7. Οι φόροι που επιβάρυναν τα λαϊκά στρώματα ανέρχονταν στο 91% επί του συνόλου των φορολογικών εσόδων του καθεστώτος τα οποία αυξάνονταν σταθερά: Τα φορολογικά έσοδα από 27,4% του ΑΕΠ το 1966, επί συνταγματαρχών και μέχρι το 1972 αυξήθηκαν στο 29,2%.
Αυτά για τα λαϊκά στρώματα.
Από την άλλη:
- Οι φόροι επί των επιχειρήσεων μειώθηκαν κατά 10,9% την περίοδο 1972 – 73.
- Η φορολογική «μεταρρύθμιση» του 1968 μετέφερε το φορολογικό φορτίο στους ώμους της εργατικής τάξης με τις μεγάλες επιχειρήσεις και τους πλουτοκράτες να απολαμβάνουν μεγαλύτερα φορολογικά προνόμια.
Συνέπεια: Οι φοροαπαλλαγές 464 μεγάλων επιχειρήσεων το 1971 ήταν κατά τρεις φορές υψηλότερες από τους φόρους που οι ίδιες εταιρείες είχαν καταβάλει!
- Τα φορολογικά έσοδα από τις ναυτιλιακές εταιρείες μειώθηκαν από 109 εκατομμύρια δραχμές το 1968 σε 29 εκατομμύρια το 1972 (μείωση 73%!), περίοδος κατά την οποία ο ελληνικός στόλος αυξήθηκε κατά 16,7 εκατομμύρια τόνους.
8. Το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών αυξήθηκε κατά 8 φορές, μεταξύ του 1967 και 1972. Το ισοζύγιο πληρωμών από μέσο πλεόνασμα 14,6 εκατ. δολαρίων την περίοδο 1960 – 66, εμφάνισε μέσο έλλειμμα την περίοδο 1967-73 ύψους 117 εκατομμυρίων δολαρίων.
9. Όσο για την «ανάπτυξη» που σημειώθηκε επί συνταγματαρχών, το άρθρο του οικονομολόγου Αδαμάντιου Πεπελάση στις 2/8/1974, είναι αποκαλυπτικό και για το χαρακτήρα της «ανάπτυξης» και για το ξεπούληµα της Ελλάδας στο ξένο κεφάλαιο.
Γράφει:
«Η ανάπτυξη της επταετίας είχε αντιλαϊκό χαρακτήρα. Η μεγάλη μάζα δηλαδή επωµίσθηκε το βάρος της ανάπτυξης, καρπώθηκε τα λιγότερα ωφελήµατα κι έφερε το κόστος των διάφορων αντιφατικών και συγκυριακών μέτρων για την προσπάθεια επαναφοράς της οικονοµίας σε σχετική σταθερότητα και ισορροπία. Ιδιαίτερα τα μέτρα των τελευταίων 12 µηνών ήταν εξοντωτικά για τα μικρά εισοδήµατα.
Η άνοδος των τιµών κατά 40%-45% το 1973 (και κατά 9% για το πρώτο εξάµηνο του 1974) υπερκάλυψε την αύξηση των αστικών εισοδηµάτων ενώ το αγροτικό εισόδηµα άρχισε να συρρικνώνεται σηµαντικά.
Οι ξένες παραγωγικές επενδύσεις μειώνονται εντυπωσιακά. Ενώ στην περίοδο 1965-66 εισάγονται 200 εκατ. δολάρια για παραγωγικές επενδύσεις, σ’ όλη την επταετία 1967-1973 εισάγεται πραγµατικά το μισό περίπου της προηγούµενης επταετίας.
Τα άλλα ξένα κεφάλαια που εισέρρευσαν ήταν αντάλλαγμα για το ξεπούλημα του τόπου μας – αγορά γης, οικοπέδων και παρόµοια».
Από τη μια, λοιπόν, χούντα σήμαινε φορολογικά και κάθε λογής προνόμια σε ντόπια και ξένα μονοπώλια, χαριστικές πράξεις στους φιλικά προσκείμενους στη χούντα Ωνάσηδες και Τομ Πάπες, φτηνό και φιμωμένο εργατικό δυναμικό,
απαλλαγές από δασμούς και πακτωλός επιχορηγήσεων («νόμοι» 89/1967 και 378/1968) σε εργολάβους, εφοπλιστές, βιομήχανους, μεγαλεμπόρους, μεγαλοξενοδόχους, επιβολή 300 ειδικών μέτρων παροχής πλήρους ελευθερίας στο εγχώριο και ξένο κεφάλαιο να κερδοσποπεί χωρίς κανέναν έλεγχο.
Από την άλλη «ξεχαρβάλωμα» όλων των οικονομικών δεικτών, αποσάθρωση της εγχώριας παραγωγής, βάρη στο λαό και μια πλασματική «ανάπτυξη» που πίσω της έκρυβε αθρόες εισαγωγές, επιμήκυνση πιστώσεων και τεχνητή κυκλοφορία χρήματος, που προέκυπτε από αναγκαστικό δανεισμό κι άλλες τέτοιες υψηλού επιπέδου δημοσιονομικές αλχημείες.
Αυτό ήταν το οικονομικό… «θαύμα» του καθεστώτος των συνταγματαρχών.
Αυτά είναι και τα παραμύθια της Χαλιμάς από τους γεμπελίσκους επιγόνους τους και από τους «τακτοποιημένους» εκείνης της μαύρης για τον τόπο περιόδου.
Τα παραπάνω στοιχεία είδαν για πρώτη φορά το φως της δημοσιότητας το 1975.
Πηγή: Journal of the Hellenic Diaspora Vol 2 -1975
Για αναλυτικότερη ενημέρωση στην επισκόπηση του Βασίλη Καρίφη,
«Η ελληνική οικονομία κατά τη διάρκεια της δικτατορίας (1967 – 1974)».
Πηγή: Ημεροδρόμος