«Μυστικά σχέδια» σε βάρος του εργατικού – λαϊκού κινήματος (Β’ μέρος)
Κόκκινες Προβιές και… «φαντάσματα»
Τα μυστικά σχέδια καταστολής και προβοκάτσιας των ιμπεριαλιστών σε βάρος του εργατικού – λαϊκού κινήματος είναι παλιά ιστορία…
Συνέχεια από το Α’ Μέρος
Στην Ελλάδα, το παράρτημα της «Γκλάντιο» (Gladio) ονομάστηκε «Κόκκινη προβιά». Ο υπουργός Αμυνας της κυβέρνησης της ΝΔ Γιάννης Βαρβιτσιώτης αναγκάστηκε, στις 9 Νοέμβρη του 1990, να παραδεχτεί δημόσια ότι:
«Ελληνες κομάντος (ΛΟΚ) και η CIA οργάνωσαν ένα βραχίονα του δικτύου, το 1955, για να προβληθεί αντάρτικη αντίσταση σε οποιονδήποτε κομμουνιστή εισβολέα. Το εν λόγω δίκτυο ήταν γνωστό με την κωδική ονομασία Επιχείρηση Κόκκινη Προβιά».
Αφορμή για την «αποκάλυψη» υπήρξε άρθρο του γερμανικού περιοδικού «Σπίγκελ» τον ίδιο μήνα και χρόνο που αναφέρεται στην «ελληνική Γκλάντιο» και ανάμεσα στα άλλα σημείωνε τα εξής:
«Πάνω από 800 κρύπτες με όπλα, ασυρμάτους και άλλο εξοπλισμό υπήρχαν σε σπηλιές, σε υπόγεια δημόσιων κτιρίων, σε καλυμμένα πηγάδια και ακόμα κάτω από ελληνικές ορθόδοξες εκκλησίες στην επαρχία. Η μυστική ομάδα για την οποία είχε τοποθετηθεί το οπλοστάσιο, αριθμούσε 1.500 άντρες και σε περίπτωση πολέμου θα έφτανε τις 3.500».
Η συμφωνία της «Κόκκινης Προβιάς» υπογράφεται επισήμως στις 25 Μάρτη του 1955 από τον πρωθυπουργό Παπάγο και τον στρατηγό της CΙΑ Τράσκοτ.
Πρόσχημα, βέβαια, ο «κομμουνιστικός κίνδυνος» και η αντιμετώπιση μιας εισβολής των κομμουνιστών στην Ελλάδα από το Βορρά…
Το παρακρατικό δίκτυο επιβίωσε τόσο των κυβερνήσεων Παπάγου, Καραμανλή, Γεωργίου Παπανδρέου, και μεταδικτατορικά, ξανά Καραμανλή, Ανδρέα Παπανδρέου, οπότε και μαθαίνουμε ότι «εξαρθρώθηκε», αλλά χωρίς ποτέ να δίνονται συγκεκριμένα στοιχεία από ΝΔ και ΠΑΣΟΚ τι εξαρθρώθηκε, πώς εξαρθρώθηκε, ποιοι συμμετείχαν, πώς ελέγχθηκαν, τι θύλακες ενδεχομένως υπάρχουν ακόμα στο πλαίσιο των απόρρητων συμφωνιών για τη λειτουργία των αμερικανικών βάσεων στην Ελλάδα.
Στις 14 Νοέμβρη του 1990, ο Ανδρέας Παπανδρέου προέβη στο πρακτορείο «Ασοσιέιτεντ Πρες» στην εξής δήλωση:
«Η παρακρατική οργάνωση «Κόκκινη Προβιά» δημιουργήθηκε το 1955, ως αποτέλεσμα ενός μυστικού τμήματος της συμφωνίας, με βάση την οποία εγκαταστάθηκαν οι αμερικανικές βάσεις στην Ελλάδα».
Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι την ύπαρξη της παραστρατιωτικής οργάνωσης «Κόκκινη Προβιά» επιβεβαιώνει με επιστολή του, που δημοσιεύτηκε στην «Καθημερινή» στις 7 Σεπτέμβρη 2002, ο απόστρατος αντιστράτηγος Ιωάννης Μ. Ασλανίδης, ο οποίος ανέφερε ότι μετά το 1959 και για μερικά χρόνια συμμετείχε και ο ίδιος.
Παρά την ομολογία, η τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ απέφυγε να αναζητήσει εξηγήσεις για τη δράση τόσο του ίδιου όσο και του κυκλώματος…
Ο Αντώνης Δροσογιάννης, υπουργός Δημοσίας Τάξης του ΠΑΣΟΚ τη δεκαετία του 1980, σε συνεντεύξεις που έδωσε στις αρχές της δεκαετίας του 2000, λίγα χρόνια πριν από το θάνατό του, δήλωσε ότι διετέλεσε ο ίδιος διοικητής της Διοίκησης Ειδικών Επιχειρήσεων (ΔΕΕ) από τις 17 Σεπτέμβρη 1964 μέχρι τις 24 Απρίλη του 1967, ότι αυτή η υπηρεσία αποτέλεσε ουσιαστικά το «επίσημο επιχειρησιακό» κομμάτι της «Κόκκινης Προβιάς».
«Μυστικά σχέδια» σε βάρος του εργατικού – λαϊκού κινήματος! Η υπόθεση Ντ. Κρυστάλλη
Ο Ντάνος (Δανιήλ) Κρυστάλλης εργαζόταν ως δημοσιογράφος στην ΕΡΤ για χρόνια και είχε το προφίλ ενεργού μέλους του αντιδικτατορικού κινήματος ενώ για ένα διάστημα ήταν Γραμματέας της νεολαίας της μεταδικτατορικής ΕΔΑ.
Το Σεπτέμβρη του 1985 συλλαμβάνεται από την Ασφάλεια ως ύποπτος για συμμετοχή και προετοιμασία «τρομοκρατικών ενεργειών».
Εκεί ξετυλίγεται το κουβάρι που αποκαλύπτει πως ο Ντ. Κρυστάλλης από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 τουλάχιστον υπήρξε συνεργάτης της αστυνομίας αλλά και της ΚΥΠ.
Την αποστολή του Κρυστάλλη μάλιστα, σύμφωνα με δημοσιεύματα, χειριζόταν απευθείας ο διευθυντής Ασφαλείας της ΚΥΠ, συνταγματάρχης Ιωάννης Αλεξάκης.
Στο σπίτι του Κρυστάλλη είχαν βρεθεί αδημοσίευτες προκηρύξεις της «Αντιστρατιωτικής Πάλης» που πριν από 2 χρόνια, το 1983, είχε αναλάβει –και στη συνέχεια αποποιήθηκε– την ευθύνη της δολοφονίας του εκδότη της «Βραδυνής» Τζώρτζη Αθανασιάδη.
Ο Ντάνος Κρυστάλλης δήλωσε ότι ως «πράκτορας διείσδυσης» είχε έρθει, με εντολή της ΚΥΠ, σε επαφή με την τρομοκρατική οργάνωση και έτσι έπεσαν στα χέρια του οι προκηρύξεις.
Σύμφωνα με τα στοιχεία των δικογραφιών, ο Κρυστάλλης ειδοποιούσε τους αξιωματικούς της ΚΥΠ και των άλλων υπηρεσιών ασφαλείας για συγκεκριμένες τρομοκρατικές ενέργειες.
Ταυτόχρονα υπάρχουν μαρτυρίες ότι ο Κρυστάλλης ήξερε για βόμβες πριν ακόμα αυτές σκάσουν.
Χαρακτηριστικά είναι τα όσα γράφει ο δημοσιογράφος Ν. Χασαπόπουλος σε βιβλίο του που κυκλοφόρησε το 2017, όπου αναφέρει περιστατικό που ο Κρυστάλλης, ως υπάλληλος της ΕΡΤ2, τον ειδοποιεί τηλεφωνικά για βομβιστική ενέργεια σε τράπεζα στο κέντρο της Αθήνας.
Το τηλεοπτικό συνεργείο του καναλιού πηγαίνει στο σημείο λίγα λεπτά πριν από την έκρηξη! Η έκρηξη έγινε στις 12.17 ενώ το τηλεφώνημα ήταν στις 11.55!!
Σε μια από τις αγωγές που είχε υποβάλει ο ίδιος ο Ντ. Κρυστάλλης ενάντια στον «Ριζοσπάστη» το 2007 για δημοσιεύματα της εφημερίδας μας που αναφέρονταν στο πρόσωπό του σημείωνε:
«Βοήθησα μέσω των ελληνικών αστυνομικών υπηρεσιών για την αποκατάσταση της δημοκρατίας στη μεταπολίτευση, με αποστολή στη διείσδυση σε τρομοκρατικές οργανώσεις και τη συλλογή ειδικών πληροφοριών».
Στις ίδιες αγωγές ο Ντ. Κρυστάλλης χρησιμοποιεί δήλωση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, ο οποίος σε δημοσίευμα της εφημερίδας «Ελευθεροτυπίας» της εποχής είχε δηλώσει:
«Σε μια διαμάχη μεταξύ της Ασφάλειας και της ΚΥΠ συνελήφθη ο Κρυστάλλης, ο οποίος ενεργούσε ως πράκτορας, με αποτέλεσμα να κοπούν ξαφνικά οι διασυνδέσεις με τρομοκρατικές ομάδες. Θυμάστε ίσως εσείς ότι ο Κρυστάλλης ήταν εκείνος ο οποίος είχε ειδοποιήσει για τη βόμβα που είχε μπει στην πλατεία Κατεχάκη…».
Η περίπτωση της «17Ν» και η «εξάρθρωσή της»
Οσοι θυμούνται γνωρίζουν ότι επί 30 σχεδόν χρόνια, από το 1975 μέχρι το 2002, η «17 Νοέμβρη» χαρακτηριζόταν οργάνωση – φάντασμα.
Οι συλλήψεις που πραγματοποιήθηκαν το 2002 με αφορμή την έκρηξη βόμβας στα χέρια του Σάββα Ξηρού αποκάλυψαν ότι τα βασικά μέλη και στελέχη της οργάνωσης – φάντασμα ήταν άνθρωποι που στη μεγάλη πλειοψηφία τους βρίσκονταν στο στόχαστρο της Ασφάλειας και της Αντιτρομοκρατικής επί πολλά χρόνια.
Δεν επρόκειτο δηλαδή για «φαντάσματα» αλλά λίγο – πολύ για «συνήθεις υπόπτους».
Αυτό το γεγονός και μόνο προκάλεσε και συνεχίζει να προκαλεί σοβαρά ερωτήματα που βεβαίως παραμένουν αναπάντητα.
Πώς δηλαδή είναι δυνατόν κανένας απ’ όλους αυτούς που βρίσκονταν στις λίστες της Ασφάλειας και της Αντιτρομοκρατικής να μην πέσει κάποια στιγμή στα χέρια τους… Πολύ περισσότερο όταν ξέρουμε πολύ καλά ότι εύκολα μπορούν να σε τυλίξουν σε μια «κόλλα χαρτί» για ψύλλου πήδημα.
Τα ερωτήματα λοιπόν αντικειμενικά συσσωρεύονται και επιβεβαιώνουν την εκτίμηση του ΚΚΕ το 2002 ότι στην πραγματικότητα στην περίπτωση της «17 Νοέμβρη» μιλάμε για «απόσυρση»…
Εχει μια αξία λοιπόν να επαναφέρουμε ορισμένα ζητήματα που όλα αυτά τα χρόνια, από το 2002, παραμένουν αναπάντητα.
Η «17Ν» είχε πρόσβαση σε υψηλές διαβαθμισμένες πληροφορίες για κινήσεις προσώπων – στόχων της που δεν μπορείς να έχεις χωρίς πρόσβαση σε μυστικές υπηρεσίες.
Μπόρεσε, για παράδειγμα, να έχει λεπτομερή πληροφόρηση κινήσεων του σταθμάρχη της CIA στην Ελλάδα Γουέλς –η πρώτη της δολοφονία– ο οποίος δολοφονήθηκε ένα μήνα μετά τη γνωστοποίηση της παρουσίας του στη χώρα και μάλιστα ενώ επέστρεφε από πάρτι της πρεσβείας των ΗΠΑ.
Η δε προκήρυξή της για τη δολοφονία Σόντερς αναφέρει λεπτομέρειες για τις κινήσεις του, την παρουσία του στη χώρα, το ταξίδι στη Σιέρα Λεόνε κ.λπ.
Τη δεκαετία του 1980 είχε γίνει ανέκδοτο η φράση «ακουμπάμε τους τρομοκράτες», φράση που είπε το 1987 ο Αντώνης Δροσογιάννης.
Δεν ήταν όμως λίγα τα περιστατικά όπου οι διωκτικές αρχές έφταναν τόσο κοντά στη σύλληψη τρομοκρατών και όμως με έναν μυστήριο τρόπο αυτοί τους ξέφευγαν.
Υπήρξαν όμως και ορισμένα γεγονότα που κρίνοντάς τα εκ των υστέρων πολλαπλασιάζουν τα ερωτήματα.
Ετσι, το Νοέμβρη του 1991 στα Σεπόλια, στην οδό Ρόδου, σημειώνεται μια συμπλοκή ανάμεσα σε αστυνομικούς που ερευνούσαν καταγγελία για απόπειρα κλοπής οχήματος και σε ενόπλους που αργότερα υποστηρίχθηκε ότι ήταν μέλη της «17Ν».
Μια «θεατρική» μαρτυρία για το θέμα έχει δώσει και στην κατάθεσή του ο Δ. Κουφοντίνας.
Το Νοέμβρη του 1993, λίγες μέρες πριν από την επέτειο του Πολυτεχνείου, δύο πληρώματα της Αμεσης Δράσης μπλοκάρουν ένα βαν μάρκας VW, παρκαρισμένο στην οδό Μηθύμνης στον αριθμό 50. Επιβαίνουν δύο Αμερικανοί υπήκοοι, οι οποίοι οπλοφορούν.
Στους χώρους του βαν ανακαλύπτονται περούκες, φωτογραφικές μηχανές, ασύρματοι, ακόμη και στρώματα για ύπνο!
Υποστηρίχτηκε ότι οι δύο πράκτορες της CIA στην Αθήνα είχαν στήσει μια επιχείρηση παρακολούθησης υπόπτων για συμμετοχή στη «17 Νοέμβρη».
Τα σημεία (οδός Ρόδου και οδός Μηθύμνης)των δύο γεγονότων απέχουν ελάχιστα, λιγότερο από 1,5 χιλιόμετρο. Ενώ λίγο πιο κάτω, στην οδό Αιγιαλείας, βρισκόταν το εργαστήριο που διατηρούσε ο Ξηρός!
Πολλά ερωτήματα προκάλεσε επίσης το γεγονός ότι ενώ εκρήγνυται βόμβα στα χέρια ενός μέλους της «17Ν» οι υπόλοιποι, που παρέμεναν ασύλληπτοι για σχεδόν 30 χρόνια, δεν κάνουν καμιά κίνηση να κρυφτούν, να διαφύγουν αλλά περιμένουν τη σύλληψή τους στις παραλίες ή στα σπίτια τους.
Οι περισσότεροι συλλαμβάνονται με «άνεση» μέσα σε ένα χρονικό διάστημα 20 ημερών από την έκρηξη της βόμβας στα χέρια του Ξηρού, ενώ άλλοι συλλαμβάνονται ή παραδίνονται μετά από 2 μήνες.
Η «17Ν» στα 30 χρόνια δράσης της αξιοποιήθηκε πολύμορφα και προβοκατόρικα ενάντια στο εργατικό – λαϊκό κίνημα και ιδιαίτερα απέναντι στην πάλη ενάντια στην ιμπεριαλιστική δράση των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στην ευρύτερη περιοχή.
Αυτοί που ωφελήθηκαν από τη δράση της είναι το αστικό κράτος, οι ιδεολογικοί και κατασταλτικοί του μηχανισμοί, αξιοποιήθηκε και αξιοποιείται στη λογική της ανιστόρητης «θεωρίας των άκρων».
Σίγουρα αξιοποιήθηκε και για άλλες «δουλειές» που αφορούν αντιθέσεις και ανταγωνισμούς στο πλαίσιο της αστικής τάξης, σε παρεμβάσεις διαφόρων «κέντρων».
Την περίοδο της λεγόμενης «εξάρθρωσής» της ακούστηκε το επιχείρημα ότι «να, οι τρομοκράτες έχουν πρόσωπο, ανήκουν σε συγκεκριμένο πολιτικό χώρο, δεν είναι φαντάσματα, αόρατοι μηχανισμοί!».
Η πραγματικότητα είναι όμως άλλη.
Οι μηχανισμοί, τα διάφορα αστικά και ιμπεριαλιστικά κέντρα που δημιούργησαν ή αξιοποίησαν τη «17Ν» όπως και άλλες τέτοιου είδους «οργανώσεις» παραμένουν στην αφάνεια, ως «φαντάσματα»…
Συνεχίζεται με το Γ’ Μέρος
Πηγή: Ριζοσπάστης