«Μυστικά σχέδια» σε βάρος του εργατικού – λαϊκού κινήματος (Α’ μέρος)
Καταστολή και προβοκάτσια πάνε χέρι – χέρι
Τα σχέδια καταστολής και προβοκάτσιας των αστικών κρατών και των ιμπεριαλιστικών οργανισμών σε βάρος του εργατικού – λαϊκού κινήματος πάνε πάντα χέρι – χέρι και είναι μια παλιά ιστορία…
Οσοι σήμερα εγκαλούν το ΚΚΕ ότι βλέπει «φαντάσματα» και «συνωμοσιολογεί» αποσκοπούν να κρύψουν συνειδητά αυτήν την πραγματικότητα που είναι σε όλους γνωστή.
Αλλωστε, αμέσως μετά την αντεπανάσταση και την ήττα της ΕΣΣΔ και των σοσιαλιστικών κρατών, κάτω από τη μέθη της (προσωρινής) νίκης του καπιταλισμού, δεν ήταν λίγοι από αυτούς που είχαν θητεύσει σε «μυστικές υπηρεσίες» των αστικών κρατών που με υπερηφάνεια έδωσαν λεπτομέρειες για την πολύχρονη δράση τους ενάντια στο «αντίπαλο δέος»…
Για τα χτυπήματα που κατάφεραν στο εργατικό – λαϊκό κίνημα, στα Κομμουνιστικά Κόμματα, την αντιπαράθεση με την ΕΣΣΔ και τα άλλα σοσιαλιστικά κράτη.
Για τα ανδραγαθήματά τους συνταξιοδοτήθηκαν πλουσιοπάροχα από τα κράτη που τους είχαν μισθώσει.
Ο «Ριζοσπάστης», ξεκινά σήμερα αφιέρωμα στο ζήτημα.
Το θεωρούμε υποχρέωση προς τις νεότερες γενιές αγωνιστών να μαθαίνουν, οι παλιότερες να μην ξεχνάμε και κυρίως για να δίνεται το σήμα της επαγρύπνησης, αφού τέτοια σχέδια δεν έπαψαν ποτέ να υπάρχουν και είναι σίγουρο ότι κάθε βήμα του κινήματος στο σήμερα ή στο μέλλον θα βρίσκεται πάντα αντιμέτωπο και με τέτοιους αντιλαϊκούς σχεδιασμούς.
Συγκεντρώνουμε λοιπόν ιστορικό και σύγχρονο υλικό το οποίο θα παρουσιάσουμε σε συνέχειες δημοσιευμάτων μας στον «Ριζοσπάστη του Σαββατοκύριακου».
Πηγή του είναι αρθρογραφία που έχει δημοσιευτεί παλαιότερα στον «Ριζοσπάστη».
«Μυστικά σχέδια» σε βάρος του εργατικού – λαϊκού κινήματος! Η «υπόθεση Νετσάγιεφ»…
Στις αρχές του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα, το νεαρό εργατικό και επαναστατικό κίνημα στην Ευρώπη συγκλονίζει η «υπόθεση Νετσάγιεφ».
Σε κείμενά τους οι Μαρξ και Ενγκελς αναφέρουν σημαντικές λεπτομέρειες. Ας δούμε πιο συγκεκριμένα τι λένε:
«Το Μάρτη του 1869 έφτασε στη Γενεύη ένας νεαρός Ρώσος, που προσπάθησε να αποκτήσει την εμπιστοσύνη όλων των Ρώσων εμιγκρέδων, παριστάνοντας τον αντιπρόσωπο των φοιτητών της Πετρούπολης. Εμφανιζόταν με διάφορα ονόματα».
Τελικά ο νεαρός αποκάλυψε ότι το πραγματικό του όνομα είναι Νετσάγιεφ και έφτιαξε έναν μύθο γύρω από το πρόσωπό του.
Οτι πρόκειται για ηγέτη των φοιτητικών εξεγέρσεων του 1869 ενάντια στο τσαρικό καθεστώς, ότι φυλακίστηκε, δραπέτευσε και ότι είχε έρθει ως εκπρόσωπος των επαναστατών της Πετρούπολης. Ποτέ δεν επιβεβαιώθηκε κάτι τέτοιο.
Ο Νετσάγιεφ κερδίζει την εμπιστοσύνη του γνωστού Ρώσου αναρχικού Μ. Μπακούνιν και ιδρύουν μια οργάνωση που ονομάζεται «Μυστική Συμμαχία».
Η δραστηριότητα του Νετσάγιεφ και η αλληλογραφία του με «δημοκρατικούς επαναστατικούς κύκλους» της Ρωσίας οδηγούν σε μαζικές συλλήψεις στελεχών του επαναστατικού κινήματος αλλά και όσων αλληλογραφούν μαζί τους, ακόμα και άσχετων.
Οι υποψίες δυναμώνουν ότι ο Νετσάγιεφ λειτουργεί ως πράκτορας της «Οχράνας», ενώ οι διαμαρτυρίες στρέφονται και προς τον ίδιο τον Μπακούνιν.
Οι Μαρξ – Ενγκελς σε κείμενά τους αναφέρουν ότι υπήρχαν προειδοποιήσεις από επαναστάτες της Ρωσίας πως με τις επιστολές τους τους εκθέτουν:
«Για όνομα του Θεού, πέστε στον Μπακούνιν να πάψει, αν έχει έστω και κάτι ιερό μέσα του για την επανάσταση, να στέλνει τις εξωφρενικές προκηρύξεις του, που οδηγούν σε έρευνες σε πολλές πόλεις, σε συλλήψεις και παραλύουν κάθε σοβαρή δουλειά […]».[1]
Το σχέδιο «Stay Behind» και η υπόθεση «Gladio»
Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι ΗΠΑ για να διασφαλίσουν την αποτροπή αποσταθεροποίησης της αστικής εξουσίας σε χώρες της καπιταλιστικής Ευρώπης οργάνωσαν ένα μυστικό δίκτυο «αποσταθεροποιητικής δραστηριότητας» με την κωδική ονομασία «Stay Behind».
Το εν λόγω δίκτυο απλώθηκε σε διάφορες χώρες με διαφορετικές ονομασίες.
Στην Ιταλία «Gladio», στην Ελλάδα «Κόκκινη Προβιά», στη Βρετανία «Operation Stay Behind», στη Γερμανία «Schwert», στην Ελβετία «Ομάδα Πληροφοριών και Ασφάλειας»…
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι χώρες που εισέρχονταν στο ΝΑΤΟ μετά την εκπόνηση του σχεδίου για την επιχείρηση «Stay Behind» ήταν υποχρεωμένες να υπογράφουν σχετικό μυστικό πρωτόκολλο, με το οποίο αναλάμβαναν την υποχρέωση να δημιουργήσουν τον δικό τους παραστρατιωτικό μηχανισμό στο πλαίσιο της επιχείρησης.
Από τις έρευνες που ακολούθησαν προέκυψαν ορισμένα πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία.
Στο Βέλγιο, το παρακλάδι της «Stay Behind» με το όνομα «Sdra-8» δημιούργησε μια παράλληλη οργάνωση, ονόματι «Catena», με σκοπό τη διάπραξη πολιτικών δολοφονιών.
Η «Catena» ευθύνεται για τη δολοφονία του Ζιλιέν Λαμπούτ, γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος Βελγίου.
Στη Βρετανία, το αντίστοιχο δίκτυο χρηματοδοτήθηκε από τις βρετανικές μυστικές υπηρεσίες.
Τη δεκαετία του 1970 εκπαίδευσε πολλούς νεοφασίστες Ιταλούς στη Βρετανία και στρατολόγησε πολλούς Ιταλούς τρομοκράτες, ενώ ανέπτυξε στενούς δεσμούς με τη μασονική στοά Ρ2 της Ρώμης, που ήταν βασικός μοχλός της νεοφασιστικής τρομοκρατίας στην Ιταλία, στη Δυτική Ευρώπη και σε άλλα μέρη του κόσμου.
Τη διετία 1990-91, η Δυτική Ευρώπη συγκλονίστηκε από την αποκάλυψη της υπόθεσης «Gladio» (Ξίφος).
Το κουβάρι άρχισε να ξετυλίγεται το 1990, όταν ένας Ιταλός δικαστής αποφάσισε να προχωρήσει σε βάθος τις έρευνες, σχετικά με μια τρομοκρατική επίθεση στην ιταλική πόλη Γκορίτσια, το 1972.
Μέσα σε λίγους μήνες αποκαλύφθηκε ένας εφιαλτικός μηχανισμός.
Στην τρομοκρατική επίθεση στην Γκορίτσια το 1972 είχαν χάσει τη ζωή τους 3 Ιταλοί αστυνομικοί.
Αρχικά, οι έρευνες στράφηκαν προς την κατεύθυνση «ακροαριστερών οργανώσεων», στη συνέχεια, μετά το αδιέξοδο των ερευνών, ο δικαστής Φελίτσε Κασόν έστρεψε την προσοχή προς την κατεύθυνση των νεοφασιστικών οργανώσεων.
Σε σύντομο διάστημα εντοπίστηκαν οι τρομοκράτες, που ήταν μέλη νεοφασιστικής οργάνωσης.
Ο Κασόν συνέχισε επίμονα τις έρευνές του σχετικά με την προέλευση του οπλισμού των τρομοκρατών.
Το 1990, μετά από 18 χρόνια ερευνών, αποκαλύφθηκε ότι τα όπλα προέρχονταν από μια αποθήκη της οργάνωσης με την επωνυμία «Gladio».
Υπό το βάρος των αποκαλύψεων, ο πρωθυπουργός της Ιταλίας, Τζούλιο Αντρεότι, υποχρεώνεται να ομολογήσει στη Βουλή ότι:
«Από το 1950 οργανώθηκε μια παράνομη υπηρεσία πληροφοριών με τη βοήθεια της CIA και των Βρετανών πρακτόρων, για να αντιμετωπίσει ενδεχόμενη ανατρεπτική δραστηριότητα ή επίθεση από μέρους των Σοβιετικών… Το δίκτυο παραμένει»!
Η ομολογία Αντρεότι συντάραξε ολόκληρη την Ευρώπη. Η μία μετά την άλλη οι κυβερνήσεις των χωρών – μελών του ΝΑΤΟ ανακοίνωναν την ύπαρξη και τη δραστηριότητα τέτοιων οργανώσεων – δικτύων στο έδαφός τους.
Οπως αποκαλύφθηκε στη συνέχεια, μέρος αυτού του σχεδίου ήταν η δημιουργία τρομοκρατικών οργανώσεων με νεοφασιστικά, ή «ακροαριστερά χαρακτηριστικά», με στόχο την αξιοποίησή τους ανάλογα ενάντια στο εργατικό – λαϊκό κίνημα.
Η αποκάλυψη του δικτύου «Gladio» οδήγησε ξανά στο άνοιγμα των φακέλων για τη διαλεύκανση πολλών υποθέσεων τρομοκρατικών βομβιστικών υποθέσεων στην Ιταλία την περίοδο 1950 – 1974.
Η δολοφονία του Αλντο Μόρο και η… «Κόκκινη Ρέγκα»
Ο πρωθυπουργός της Ιταλίας Α. Μόρο απήχθη στις 16 Μάρτη 1978 από τις «Ερυθρές Ταξιαρχίες» και βρέθηκε δολοφονημένος στις 9 Μάη 1978.
Δεν είναι λίγες οι εκτιμήσεις αστών Ιταλών πολιτικών ότι τα κίνητρα της δολοφονίας του Μόρο ήταν όχι οι λόγοι που διακηρύχθηκαν από τις «Ερυθρές Ταξιαρχίες» αλλά διαφορετικά.
Οτι δηλαδή η δολοφονία του Ιταλού πολιτικού εξυπηρετούσε σχέδια για μεγαλύτερη άσκηση πίεσης στο κομμουνιστικό κίνημα στην Ιταλία και συνδεόταν με ενδοαστικές αντιθέσεις στη χώρα για την αποτροπή πολιτικών επιλογών που δεν συμβάδιζαν με τις προτεραιότητες των ΝΑΤΟικών σχεδίων στην περιοχή.
Στο βιβλίο με τίτλο «Il delitto infinito», που κυκλοφόρησε στην Ιταλία τη δεκαετία του 2000 και υπογράφεται από δύο μέλη της μόνιμης ιταλικής διακομματικής επιτροπής για την τρομοκρατία, γράφεται πως η «γιάφκα» στην οποία κρατήθηκε όμηρος ο Μόρο από τις «Ερυθρές Ταξιαρχίες» μέχρι τη δολοφονία του ήταν (και είναι) ιδιοκτησίας των μυστικών υπηρεσιών της Ιταλίας!
Το 2004, ο Pieter Boeve, πρώην ηγέτης του λεγόμενου «Μαρξιστικού – Λενινιστικού Κόμματος της Ολλανδίας» (MLPN), προβαίνει σε μια φοβερή αποκάλυψη.
Ομολογεί ότι από το 1955 στρατολογήθηκε από τις μυστικές υπηρεσίες της Ολλανδίας (BVD), αμέσως μετά τη συμμετοχή του στο Παγκόσμιο Φεστιβάλ Νεολαίας και Φοιτητών στη Βαρσοβία.
Αρχικά, ο Boeve υπήρξε στέλεχος του «Μαρξιστικού – Λενινιστικού Κόμματος» της Ολλανδίας –ένα κόμμα-διάσπαση του Ολλανδικού ΚΚ που τάχθηκε με το πλευρό της Κίνας την περίοδο της ρήξης ανάμεσα στο ΚΚΚ και το ΚΚΣΕ– και μάλιστα υπεύθυνος των Διεθνών του Σχέσεων.
Το 1968 ο Boeve διώχθηκε από το κόμμα αυτό και ίδρυσε κατ’ εντολή των μυστικών υπηρεσιών της Ολλανδίας το «Μαρξιστικό – Λενινιστικό Κόμμα της Ολλανδίας».
Το «κόμμα» αυτό ήταν, δηλαδή, δημιουργία εξαρχής των μυστικών υπηρεσιών και «διαλύθηκε» στις αρχές της δεκαετίας του 1990, όταν μετά την αντεπανάσταση δεν είχε λόγο ύπαρξης και «αποσύρθηκε».
Το «ψευτο-κόμμα» αξιοποιήθηκε πολύπλευρα από την ολλανδική αστική τάξη σε βάρος του κομμουνιστικού κινήματος της χώρας αλλά ταυτόχρονα εξυπηρέτησε την επιδίωξη να ανοίξει η «πόρτα» της Κίνας στην Ολλανδία.
Κατά τη διάρκεια της «θητείας» του ο Boeve είχε συναντήσεις με στελέχη του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος.
Οπως ο ίδιος υποστήριζε, είχε συγκεκριμένο ρόλο στην προετοιμασία της συνάντησης του Νίξον με τον Μάο Τσετούνγκ το 1972, πληροφορώντας την ηγεσία της CIA για το ανάλογο ενδιαφέρον της κινεζικής ηγεσίας.
Ο Boeve, ήδη ηλικιωμένος το 2004, σε συνεντεύξεις του δήλωνε περήφανος για τις υπηρεσίες που προσέφερε στην πατρίδα του… από το 1955 αλλά και για την επιχείρηση στην οποία ήταν επικεφαλής για 35 χρόνια με την κωδική ονομασία «Κόκκινη Ρέγκα».[2]
Εσπευσε επίσης να ζητήσει δημόσια συγγνώμη σε μέλη και στελέχη του «κόμματος» που νόμιζαν ότι έπαιρναν μέρος σε μια …«επαναστατική οργάνωση».
«Μυστικά σχέδια» σε βάρος του εργατικού – λαϊκού κινήματος! Το «μάνιουαλ» της CIA…
Για τη σύνδεση της CΙΑ με την τρομοκρατία έχει ενδιαφέρον η ομολογία του στρατηγού Ουίλιαμ Γιαρμπόρο, καθοδηγητή των ειδικών υπηρεσιών της CΙΑ, που έλεγε σχετικά:
«Η λεγόμενη «τυφλή» τρομοκρατία είναι μια τακτική, επεξεργασμένη από τη CΙΑ σε συνεργασία με διάφορους ατλαντικούς οργανισμούς. Η τακτική αυτή χρησιμοποιείται κυρίως ως βασικό στοιχείο για διάφορα προγράμματα, που έχουν ως σκοπό να αποσταθεροποιήσουν τις κυβερνήσεις και να πείσουν τον πληθυσμό να συμφωνήσει με την εγκαθίδρυση ισχυρού αστυνομικού κράτους».[3]
Το «Εγχειρίδιο εκστρατείας για τις μυστικές υπηρεσίες που διεξάγουν επιχειρήσεις σταθεροποίησης» κοινοποιήθηκε στις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες το Μάρτη του 1970.
Τα κωδικά στοιχεία του εγχειριδίου ήταν FM 30-31 (Field Manual / Εγχειρίδιο επιχειρήσεων) και συνοδευόταν από τρία παραρτήματα.
Υπογραφόταν από τον στρατηγό Γουεστμόρλαντ (αρχηγό των αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων στο Βιετνάμ) και τον στρατηγό Γουίκλαμ.
Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο του «Εγχειριδίου» της CIA ρίχνει φως στις σχέσεις των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών με τις τρομοκρατικές ακροαριστερές οργανώσεις.
Αναφέρεται συγκεκριμένα:
«[…] οι στρατιωτικές μυστικές υπηρεσίες θα πρέπει να είναι σε θέση να πραγματοποιήσουν ειδικές επιχειρήσεις, ικανές να πείσουν την κυβέρνηση και την κοινή γνώμη ότι ο κίνδυνος είναι πραγματικός και υπάρχει επιτακτική ανάγκη να καταπολεμηθεί.
Για την επίτευξη αυτού του στόχου, οι μυστικές υπηρεσίες επιβάλλεται να διεισδύσουν στις ανατρεπτικές οργανώσεις με ειδικούς πράκτορες, που θα έχουν αποστολή να δημιουργήσουν ομάδες δράσης από τα πιο ριζοσπαστικά στοιχεία αυτών των οργανώσεων […]
Αν δεν είναι εφικτή η διείσδυση αυτού του είδους, μπορεί να οδηγήσει στον επιδιωκόμενο σκοπό η χρησιμοποίηση οργανώσεων της άκρας αριστεράς».
Την αυθεντικότητα του «Εγχειριδίου» επιβεβαίωσε ο πρώην Πρόεδρος των ΗΠΑ και πρώην αρχηγός της CIA Τζορτζ Μπους (πατέρας), λίγες μέρες μετά το χτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στη Νέα Υόρκη και το αμερικανικό Πεντάγωνο.
Στις 16 Σεπτέμβρη 2001 δήλωσε:
«Η CIA, στο παρελθόν, είχε τοποθετήσει πράκτορές της σε τρομοκρατικές οργανώσεις για να τις χρησιμοποιήσει προς όφελος των εθνικών συμφερόντων…»!
Συνεχίζεται με το Β’ Μέρος
Σημειώσεις:
[1]. Κ. Μαρξ – Φ. Ένγκελς: Απαντα, τομ. 39, σελ.223, «Σύγχρονη Εποχή».
[2]. Η έννοια «κόκκινη ρέγκα» (red herring) χρησιμοποιείται στα Αγγλικά για να περιγράψει μια τεχνική αποπροσανατολισμού, απόσπασης προσοχής και παραπλάνησης.
[3]. Περιοδικό «L’ Europeo», 29/9/1978
Πηγή: Ριζοσπάστης