Η αντιπαράθεση Μαρξισμού – Αναρχισμού – Μέρος 4ο
Σε θέματα Ιδεολογίας και Πολιτικής
Συνέχεια από το 3ο Μέρος
Ο αντιδραστικός ρόλος των αναρχικών μέσα στην Ιστορία
Με βάση τις θέσεις που παρουσιάστηκαν στα προηγούμενα μέρη, μπορούμε να καταγράψουμε μια ιστορική πορεία που αναδεικνύει τον αντιδραστικό ρόλο που έπαιξαν οι αναρχικοί στην ιστορία από την εποχή της εμφάνισης του αναρχισμού σαν ρεύμα (μέσα 19ου αιώνα) μέχρι σήμερα.
Συνοψίζοντας τις βασικές τους θέσεις:
- Υποστηρίζουν την «απόλυτη ατομική ελευθερία».
- Παλεύουν για μια «ουτοπική» κοινωνία – ομοσπονδία αυτοδιοικούμενων κοινοτήτων.
- Αρνούνται τις νομοτέλειες της ταξικής πάλης και την πρωτοπορία της εργατικής τάξης.
- Αδυνατούν να κατανοήσουν το χαρακτήρα της εκμετάλλευσης.
- Δίνουν στο κράτος και την εξουσία μεταφυσικό περιεχόμενο.
- Αντιστρέφουν τη σχέση βάσης – εποικοδομήματος. Θεωρούν ότι το κράτος γεννά την εκμετάλλευση. Δεν αντιλαμβάνονται δηλαδή το κράτος σαν αναγκαιότητα που προκύπτει στις ταξικές κοινωνίες.
- Υποστηρίζουν την ατομική τρομοκρατία.
Οι παραπάνω αντιλήψεις όπως είναι φυσικό διαμορφώνουν ένα αντιδραστικό πλαίσιο δράσης που, ανεξάρτητα από προθέσεις και διακηρύξεις, έρχεται σε σύγκρουση με την επαναστατική πάλη του προλεταριάτου.
Οι αντιλήψεις αυτές οδήγησαν και στην ιδεολογική και πολιτική χρεοκοπία του αναρχισμού στον 20ό αιώνα που έπαψε να αποτελεί σοβαρή δύναμη στο εργατικό κίνημα.
Ορισμένα ιστορικά στοιχεία της αντιπαράθεσης παραθέτουμε στη συνέχεια.
Οι Μαρξ – Ενγκελς άσκησαν σοβαρή κριτική στις φιλοσοφικές – ιδεαλιστικές θέσεις των Προυντόν, Στίρνερ που ουσιαστικά θεοποιούσαν το άτομο και την απόλυτη ελευθερία του, την ατομική ιδιοκτησία.
Μάλιστα το έργο του «Η αθλιότητα της Φιλοσοφίας» ο Μαρξ το αφιερώνει για να κάνει πολεμική στις φιλοσοφικές θέσεις του Προυντόν,
ενώ κριτική στον Στίρνερ γίνεται μέσα από το έργο του Ενγκελς «Ο Λουδοβίκος Φόυερμπαχ και το τέλος της κλασσικής Γερμανικής φιλοσοφίας» και στην «Αγία Οικογένεια».
Ο Μπακούνιν εμφανίζεται σαν θεωρητικός του αναρχοκομμουνισμού με ένα κράμα ουτοπικών σοσιαλιστικών ιδεών και προυντονισμού (ο ίδιος θεωρούσε τον Προυντόν δάσκαλό του).
Στην Α΄ Διεθνή (Διεθνή Ενωση των Εργατών) ξεσπά αντιπαράθεση ανάμεσα στον Κ. Μαρξ και στον Μπακούνιν γύρω από σημαντικά θεωρητικά ζητήματα σε σχέση με το Κράτος, την ταξική πάλη κλπ.
Ο Μπακούνιν κι οι οπαδοί του μετά από σκληρή διαπάλη διαγράφονται από τη Διεθνή.
Η Παρισινή Κομμούνα έρχεται να επιβεβαιώσει τη μαρξιστική θέση για την επαναστατική εξουσία και τα καθήκοντά της.
Ο Μπακούνιν συνδέεται με το Νετσάγιεφ, υποστηρίζει την ατομική τρομοκρατία και διαμορφώνει σχέδια εξέγερσης.
Οι οπαδοί του Μπακούνιν παίζουν σοβαρό ρόλο στο προβοκάρισμα των ταξικών αγώνων της εποχής.
«Κληρονόμος» των ιδεών του Μπακούνιν ήταν ο Κροπότκιν.
Η περίοδος που έζησε ο Κροπότκιν κι ανέπτυξε τις θεωρίες του είναι η περίοδος που ο καπιταλισμός περνά στο ανώτατο ιμπεριαλιστικό του στάδιο.
Ο αναρχισμός ταυτίζεται με την μικροαστική διαμαρτυρία όχι στον καπιταλισμό που αναπτύσσεται αλλά στον καπιταλισμό που αρχίζει να σαπίζει και γίνεται πιο επιθετικά αντικομμουνιστικός.
Ο πρώτος ιμπεριαλιστικός πόλεμος βρίσκει τον Κροπότκιν να παίρνει σοβινιστικές θέσεις. Ο Κροπότκιν αρχίζει να αναζητά «φύτρα του κομμουνισμού, νησίδες κομμουνισμού» στα πλαίσια του καπιταλισμού προσεγγίζει ολοένα το ρεφορμισμό.
Ταυτόχρονα η Οκτωβριανή Επανάσταση κι η εγκαθίδρυση της σοσιαλιστικής εξουσίας βρίσκει τους περισσότερους αναρχικούς με την πλευρά της αντεπανάστασης.
Χαρακτηριστικός είναι ο ρόλος τους στην ανταρσία της Κροστάνδης ενάντια στη σοβιετική εξουσία.[1]
Στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα διαμορφώνεται στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα ένα ρεύμα αναρχοσυνδικαλιστικό με βασική επιρροή σε Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία, Αργεντινή κλπ.
Ουσιαστικά αποτελεί προσπάθεια προσαρμογής του αναρχισμού στις νέες συνθήκες του ιμπεριαλισμού.
Το αναρχοσυνδικαλιστικό ρεύμα αρνείται την πολιτική πάλη του προλεταριάτου:
- έχει έντονα ρεφορμιστικά στοιχεία,
- αναμασά τις θεωρίες των ομοσπονδιών των ελεύθερα συνεταιρισμένων παραγωγών,
- προπαγανδίζει τις θεωρίες της άμεσης δράσης και τις πράξεις ατομικής τρομοκρατίας
- και σηκώνει σημαντικό βάρος στην αντισοσοσιαλιστική, αντισοβιετική προπαγάνδα στην περίοδο οικοδόμησης του σοσιαλισμού στη Σοβιετική Ενωση.
Είναι χαρακτηριστική η φράση του αρχηγού των ισπανών αναρχικών, Ντουρούτι την περίοδο της διχτατορίας του Πριμόντε Ριβιέρα:
«Προτιμάμε τη διχτατορία της δεξιάς αστικής τάξης από τη διχτατορία των κομμουνιστών».
Αυτή την τακτική εξέφρασαν κι οι αναρχικοί τη περίοδο του εμφυλίου στην Ισπανία. Στην Ισπανία είχαν διαμορφωθεί δύο αναρχοσυνδικαλιστικές οργανώσεις:
- Η Ομοσπονδία Αναρχικών Ιβηρικής, FAI
- κι η Εθνική Συνομοσπονδία Εργατών, CNT,
που είχαν επιρροή σε κάποια μέρη της Ισπανίας.
Στη Βαρκελώνη προσπάθησαν να εφαρμόσουν το κοινωνικό τους πρότυπο. Από τα πρώτα μέτρα που πήραν ήταν να ανοίξουν τις φυλακές και να απελευθερώσουν κάθε εγκληματικό στοιχείο που στελέχωσε αργότερα τις φασιστικές μονάδες.
Αρνήθηκαν κάθε συντονισμό με την κεντρική κρατική εξουσία της Δημοκρατικής Ισπανίας, συνέβαλαν στην αποδιοργάνωση και μαζί με τους τροτσκιστές ανέπτυξαν μια εκτεταμένη αντικομμουνιστική προπαγάνδα.
Με αυτό τον τρόπο αποτέλεσαν αντικειμενικά την «5η φάλαγγα του Φράνκο» που δρούσε στα μετόπισθεν, συνέβαλαν στη φασιστική νίκη και στην ήττα των δημοκρατικών δυνάμεων.
Μετά το Β΄ Π.Π. οι αναρχικοί επιστρατεύονται στα πλαίσια της ψυχροπολεμικής αντισοβιετικής και αντισοσιαλιστικής προπαγάνδας.
Στηρίζουν κάθε αντεπαναστατική προσπάθεια στη σοσιαλιστική Ευρώπη π.χ. Ουγγαρία, Πολωνία, Τσεχοσλοβακία.[2]
Η επιρροή τους περιορίζεται σε χώρους διανοουμένων και της φοιτητικής νεολαίας.
Το αναρχικό ρεύμα συναντιέται με τις θεωρίες διάφορων αστών και μικροαστών κοινωνιολόγων για νέες αντιθέσεις που γίνονται κυρίαρχες όπως:
- μεταξύ γονιών – παιδιών,
- μεταξύ των δύο φύλων,
- ο καταναλωτισμός,
- τα περιβαλλοντικά ζητήματα,
- σεξουαλική απελευθέρωση,
- για εξαφάνιση της εργατικής τάξης,
- για την αυτονομία των κινημάτων κλπ.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η περίπτωση του Ντανιέλ Κον Μπεντίντ, αναρχικού φοιτητή «ηγέτη» του Μάη του ’68.[3]
Ο αναρχισμός μπλέκεται με νέες «αριστερίστικες» και «νεοτροτσκιστικές» αντιλήψεις με κύρια χαρακτηριστικά την κριτική σε φαινόμενα της ζωής στο σύγχρονο καπιταλισμό στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές κοινωνίες και την πολεμική στο «ξεπερασμένο» κομμουνιστικό κίνημα, τη Σοβιετική Ενωση και το σοσιαλισμό.
Αυτές οι αντιλήψεις δανείζουν και δανείζονται επιχειρήματα στην αντισοσιαλιστική τους προπαγάνδα από τους μαοϊκούς και τους ευρωκομουνιστές.
Ολοκληρώνεται με το 5ο Μέρος
Σημειώσεις:
[1]. «Το χαρακτηριστικότερο στα γεγονότα της Κροστάνδης είναι ακριβώς οι ταλαντεύσεις του μικροαστικού στοιχείου. Τίποτε σχεδόν διαμορφωμένο, ξεκάθαρο, συγκεκριμένο δεν υπάρχει.
Νεφελώδη συνθήματα όπως «ελευθερία», «ελεύθερο εμπόριο», «απελευθέρωση από το ζυγό», «σοβιέτ χωρίς μπολσεβίκους» ή «επανεκλογή των σοβιέτ» ή «λύτρωση από τη δικτατορία του κόμματος» κλπ. Τόσο οι μενσεβίκοι όσο και οι σοσιαλεπαναστάτες διακηρύσσουν ότι το κίνημα της Κροστάνδης είναι «δικό τους» κίνημα…
Ολόκληρη η συμμορία των λευκοφρουρών κινητοποιείται αστραπιαία για την Κροστάνδη, με ταχύτητα, μπορεί να πει κανείς τηλεγράφου… Πάνω από μισή εκατοντάδα ρωσικές εφημερίδες των λευκοφρουρών που κυκλοφορούν στο εξωτερικό, επιδίδονται σε μια λυσσαλέα καμπάνια «για την Κροστάνδη».
Οι μεγάλες τράπεζες, όλες οι δυνάμεις του χρηματιστικού κεφαλαίου διοργανώνουν εράνους για την υποστήριξη της Κροστάνδης.
Η δήλωση του Μάρτοφ στη βερολινέζικη εφημερίδα του ότι η Κροστάνδη δε διακήρυξε μόνο μενσεβικικά συνθήματα, αλλά κι απέδειξε ακόμα, ότι είναι δυνατό ένα αντιμπολσεβίκικο κίνημα, που να μην υπηρετεί εντελώς τους λευκοφρουρούς, τους καπιταλιστές και τους γαιοκτήμονες, η δήλωση αυτή αποτελεί κλασικό παράδειγμα ενός αυτάρεσκου μικροαστού νάρκισσου.
Ας κλείσουμε λοιπόν τα μάτια μπρος στο γεγονός, ότι όλοι οι γνήσιοι λευκοφρουροί χειροκροτούσαν τους αποστάτες της Κρονστάνδης κι ότι συγκέντρωναν χρήματα για την υποστήριξή της από τις τράπεζες». Β. Ι. Λένιν «Σχετικά με τη φορολογία σε είδος». Απαντα, τ. 43, σελ. 246-247.
[2]. Οι αναρχικοί στη Δ. Ευρώπη καλούσαν σε αλληλεγγύη στους αντεπαναστάτες το 1956 στην Ουγγαρία, το 1968 στην Τσεχοσλοβακία, το 1980 στην Πολωνία. Μάλιστα ειδικά για την Ουγγαρία θεωρούν ότι ήταν επανάσταση με αναρχικά χαρακτηριστικά. Για την Ουγγαρία έχει γράψει ιδιαίτερα ο φιλόσοφος Κορνήλιος Καστοριάδης που θεωρείται θεωρητικός του «αυτόνομου» χώρου.
[3]. Ο Ν. Κ. Μπεντίντ ακολουθώντας με συνέπεια την αντικομμουνιστική του πορεία σήμερα (το 2004 εννοεί) είναι βουλευτής των Γερμανών Πρασίνων, από τους φανατικούς χειροκροτητές των ανατροπών των σοσιαλιστικών καθεστώτων, οπαδός της ΕΕ και θερμός υποστηρικτής του ΝΑΤΟϊκού πολέμου ενάντια στην ΟΔ Γιουγκοσλαβίας.
Πηγή: Τεύχος 4/2004 της ΚΟΜΕΠ