Μακεδονολογίες και αυτοπροσδιορισμοί και άλλα κομμουνιστικά δαιμόνια!
Η ΠΓΔΜ βαφτίστηκε ΠΓΔΜ σαν αποτέλεσμα ενός συμβιβασμού. Στο όνομα αυτό περιλαμβάνεται ο όρος «Μακεδονία».
Ο λαός αυτός όμως αυτοπροσδιορίζεται.
Επιμένουν να λέγονται νέτα-σκέτα «Μακεδόνες» που απαρτίζουν ένα έθνος, το «μακεδονικό έθνος», που ζει στο σημερινό κράτος τους, την «Μακεδονία» και μιλάνε γλώσσα που την ονομάζουν «μακεδονική».
Μπορεί κάποιος να αρνηθεί τον αυτοπροσδιορισμό ενός λαού; Όχι βέβαια!
Όμως κάποιος μπορεί και οφείλει να αναλύσει τον αυτοπροσδιορισμό ενός λαού. Πριν όμως από αυτό πρέπει να ξεμπερδέψουμε κάποιες έννοιες.
Τι είναι ο Λαός;
Λαός γενικά είναι το σύνολο των ανθρώπων που ζουν μέσα στα όρια ενός κράτους.
Κάτω όμως από την επίδραση του μαρξισμού στην ιστορία όταν αναφερόμαστε σε έναν λαό εννοούμε μόνο τις εκμεταλλευόμενες λαϊκές μάζες ενός κράτους, εξαιρώντας τις εκμεταλλεύτριες τάξεις που στον καπιταλισμό κρατάνε στα χέρια τους πάντα την εξουσία.
Στο σημερινό κράτος που φέρει το όνομα ΠΓΔΜ, ο λαός μας λένε, πως αυτοπροσδιορίζεται. Για να το εξετάσουμε από πιο κοντά. Θα μας χρειαστεί λίγη πρόσφατη ιστορία.
Το σημερινό κράτος της ΠΓΔΜ απόκτησε σχήμα, σύνορα και ανεξάρτητη κρατική διεθνή υπόσταση στην δεκαετία του ´90 μετά το μακέλεμα της Γιουγκοσλαβίας από το ΝΑΤΟ, με ουσιώδες γεγονός την πολιτική μεταβολή της κατοχής της εξουσίας.
Είχε γεννηθεί ένα νέο καπιταλιστικό κράτος. Μέχρι τότε, από το τέλος του 2ου παγκοσμίου πολέμου, ήταν ομόσπονδο κράτος στα πλαίσια της ενωμένης σοσιαλιστικής Γιουγκοσλαβίας.
Δεν είναι της παρούσης να εξετάσουμε τώρα εκείνον το σοσιαλισμό, την ιστορική του πορεία και την κατάσταση που βρισκόταν στην δεκαετία του ´90.
Πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ο ίδιος λαός ήταν «διαχυμένος» μέσα στο βασίλειο της Σερβίας που είχε διαμορφωθεί μετά το τέλος των βαλκανικών πολέμων.
Ήταν η συνθήκη του Βουκουρεστίου το 1913 με την οποία μοιράστηκε η περιοχή των δυτικών Βαλκανίων ανάμεσα στα κράτη της Ελλάδας, της Σερβίας, της Βουλγαρίας και της Αλβανίας.
Ένας λαός δηλαδή που βρισκόταν σε συνεχή «ώσμωση» χωρίς μεσολάβηση κρατικών και νομικών συνόρων με τον υπόλοιπο λαό της Σερβίας.
Πριν από αυτή την ιστορική στιγμή, ο ίδιος λαός ζούσε επι αιώνες κάτω από την κυριαρχία της εξουσίας δύο αυτοκρατοριών: Της Βυζαντινής και της Οθωμανικής.
Μιλάμε λοιπόν για έναν λαό που ιστορικά διαμορφώνει την ταυτισή του με μια κρατική υπόσταση μόνο μετά το τέλος του Β’ ΠΠ μέσα στα όρια μιας λαϊκής ομοσπονδιακής δημοκρατίας αρχικά και στην συνέχεια αυτή η ταύτιση σφυρηλατήθηκε κάτω από την επίδραση μιας αστικής εξουσίας που κατάφερε να ξεπηδήσει μέσα από την αγκαλιά του σοσιαλιστικού κράτους.
Πρέπει λοιπόν να εξετάσουμε την ιστορική διαμόρφωση της ταύτισης αυτού του λαού με την κρατική του οντότητα.
Αυτή λοιπόν η ταύτιση ξεκίνησε σαν ταύτιση ενός λαού με μια σοσιαλιστική κρατική οντότητα. Ότι καλύτερο θα μπορούσε να συμβεί σε έναν λαό σύμφωνα με τους μαρξιστές.
Ένας λαός, με την καθοδήγηση της δικής του σοσιαλιστικής εξουσίας και κάτω από τις αρχές του σοσιαλισμού-διεθνισμού θα μπορούσε τώρα να αυτοπροσδιοριστεί ιστορικά.
Είχε το δικαίωμα; Απολύτως!!
Και ο αυτοπροσδιορισμός αυτού του λαού στην ταύτισή του με το νεογέννητο κράτος του έγινε …Μακεδονία!!
Προφανώς τώρα πρέπει να εξετάσουμε το αποτέλεσμα αυτού του αυτοπροσδιορισμού. Αλλά πάλι πρέπει να ξαναπάρουμε για λίγο την βοήθεια της ιστορίας σε ένα κρίσιμο και ουσιώδες ζήτημα.
Το ζήτημα της Βαλκανικής Ομοσπονδίας
Η αρχική ιδέα ανήκει στον Ρήγα Φεραίο.
Προφανώς εκείνος είδε νωρίς την αναπόφευκτη αποδόμηση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, είδε τον σκοτωμό που θα ακολουθήσει από τις μεγάλες δυνάμεις της εποχής για τον έλεγχο της περιοχής
και κατέληξε πως για να μην γίνουν οι λαοί των Βαλκανίων ο μόνιμος σάκος του μπόξ των μεγάλων δυνάμεων, καλύτερα θα ήταν να συγκροτηθεί μία ανεξάρτητη και κυρίως ισχυρή, πολυεθνική κρατική ομοσπονδία!
Βέβαια η ιδέα του Ρήγα ήταν σε αντίθετη κατεύθυνση με την Κίνηση της Ιστορίας. Της ιστορίας του καπιταλισμού, που γεννούσε με την επέκτασή του εθνικά κράτη, συνενώνοντας πολυδιασπασμένα φέουδα ή «διαλύοντας» φεουδαρχικές αυτοκρατορίες.
Πολύ αργότερα – από τους κομμουνιστές – η ιδέα του Ρήγα συνδέθηκε με το ζήτημα της προλεταριακής εξουσίας, προκύπτοντας η ιδέα της σοσιαλιστικής Βαλκανικής Ομοσπονδίας ισότιμων κρατών.
Ήταν η αντίθετη από τον καπιταλισμό κίνηση της Ιστορίας όταν οι προλεταριακές εξουσίες θα γκρέμιζαν τα εθνικά αστικά σύνορα.
Εξάλλου την ίδια εποχή συνέβαινε η οικοδόμηση του πολυεθνικού σοσιαλιστικού σοβιετικού κράτους.
Είχε μπει στην ιστορία ένας θεμελιώδης παράγοντας: Το ζήτημα του έθνους και του εθνικού κράτους.
Ο ορισμός του Έθνους
Και όταν μιλάμε για κράτος, μιλάμε για εξουσία. Αλλά ας ξεκινήσουμε από την έννοια του έθνους.
Μαρξιστικά μιλώντας:
«Έθνος είναι η ιστορικά διαμορφωμένη σταθερή κοινότητα ανθρώπων, που εμφανίστηκε πάνω στη βάση της κοινότητας της γλώσσας, του εδάφους, της οικονομικής ζωής και της ψυχοσύνθεσης που εκδηλώνεται στην κοινότητα του πολιτισμού».[1]
Αν αυτόν τον ορισμό του έθνους τον μεταφέρουμε στα Βαλκάνια και στην Μακεδονία και αφού λάβουμε υπόψιν μας ότι στην διάρκεια ζωής των δύο αυτοκρατοριών (Βυζαντινής και Οθωμανικής) η Μακεδονία αποτελούσε μόνο μία γεωγραφική περιοχή (κάτι σαν αυτοκρατορική επαρχία) θα διαπιστώσουμε ότι εκεί ζούσαν για αιώνες λαοί (χωρίς ξεχωριστή αναφορά και ταύτιση με κρατική οντότητα) διαφορετικών εθνοτήτων κατά τον μαρξιστικό ορισμό.
Λαοί εθνοτήτων με διαφορετικές θρησκείες (η θρησκεία δεν περιλαμβάνεται στα μαρξιστικά κριτήρια ορισμού του έθνους) και λαοί με διαφορετικές γλώσσες και πολιτισμικές καταβολές.
Είναι προφανές λοιπόν πως ιστορικά το όνομα της «Μακεδονίας» σε έναν εθνικό προσδιορισμό ενός έθνους με βάση τον μαρξιστικό ορισμό δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί.
Ούτε κάποια από τις γλώσσες που μιλούσαν στον πολυεθνικό χώρο της Μακεδονίας μπορεί να χρησιμοποιηθεί στον μαρξιστικό ορισμό ενός έθνους με τον τίτλο «μακεδονική γλώσσα».
Είναι προφανές πως σύμφωνα με την μαρξιστική ανάλυση ιστορικά δεν υφίσταται «μακεδονικό» έθνος.
Η προσπάθεια λοιπόν στοιχειοθέτησης της ύπαρξης μακεδονικού έθνους είναι πέρα για πέρα αντιμαρξιστική και αντιδιεθνιστική.
Είναι μόνο προσπάθεια αποκλειστικά εθνικιστικου περιεχομένου.
Είναι προφανές πως εκεί που δεν μπορεί να οριστεί η ύπαρξη ενός «μακεδονικού» έθνους μπορεί μια χαρά να οριστεί η ύπαρξη του μακεδονικού λαού.
Του πολυεθνικού και πολυγλωσσικού λαού που ζούσε στην περιοχή της Μακεδονίας χωρίς βέβαια αναφορά και ταύτιση με κάποια κρατική οντότητα.
Ακριβώς σε αυτόν τον λαό οι κομμουνιστές από την αρχή του 20ού αιώνα πρότειναν την αυτονομία μέσα στα πλαίσια μιας σοσιαλιστικής Βαλκανικής Ομοσπονδίας.
Μια τέτοια ιδέα θα αποτελούσε το κόκκινο πανί για κάθε ντόπιο και παγκόσμιο ιμπεριαλιστή.
«Έριξαν» πάνω στην Μακεδονία και στον πολυεθνικό λαό της κάθε εθνικισμό που είχαν στα χέρια τους, προκάλεσαν δύο απανωτούς βαλκανικούς πολέμους και κατάφεραν τελικά τον γεωγραφικό χώρο της Μακεδονίας και τον πολυεθνικό λαό της να τον «τακτοποιήσουν» σύμφωνα με τα συμφεροντά τους.
Αυτόν τον ενιαίο πολυεθνικό γεωγραφικό χώρο της Μακεδονίας και τον λαό που ζούσε εκεί για αιώνες, το 1913 οι μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις τον διαμοίρασαν, σε συνεργασία με τις ιμπεριαλιστικές αστικές τάξεις της περιοχής, στα κράτη της Ελλάδας, της Σερβίας, της Βουλγαρίας και της Αλβανίας.
Μάλιστα το αποτέλεσμα της συνθήκης του Βουκουρεστίου συμπληρώθηκε και από μετακινήσεις πληθυσμών.
Βέβαια πολλοί κάτοικοι της περιοχής της Μακεδονίας παρέμειναν στις εστίες τους άσχετα εάν αυτές τώρα ανήκαν σε ένα κράτος διαφορετικό από την εθνική καταγωγή τους.
Τέτοιοι ήταν οι σλαβόφωνοι Μακεδόνες που παρέμειναν εντός του ελληνικού κράτους.
Ήταν οι σλαβομακεδόνες που δεν πέρασαν και λίγα από τις περιποιήσεις της ελληνικής αστικής εξουσίας.
Σύμφωνα με στοιχεία απογραφής του 1928 οι σλαβομακεδόνες ανέρχονταν σχεδόν σε 100.000, σχεδόν το 2% του πληθυσμού της χώρας.
Είχαμε φτάσει σε μία τετελεσμένη κατάσταση.
Ότι θα λέει από εκεί και πέρα το ΚΚΕ θα αναφέρεται στον διαμελισμένο πολυεθνικό μακεδονικό λαό και όχι σε κάποιο μακεδονικό έθνος.
Ειδικότερες αναφορές σε εθνική καταβολή θα αφορούν τους σλαβομακεδόνες σε οποιαδήποτε μεριά των νεοχαραγμένων συνόρων.
Όποιος κάνει τον κόπο να διαβάσει την περιβόητη προκήρυξη «προς τον Μακεδονικό Λαό» που δημοσιεύτηκε στον Ριζοσπάστη στις 19 Σεπτέμβρη του 1932 θα καταλάβει πως το ζήτημα ήταν για τις εθνότητες της Μακεδονίας και όχι για το Μακεδονικό έθνος.
Για όποιον δεν μπορεί να ξεχωρίσει την διαφορά δεν έχει νόημα η παρακάτω συζήτηση.
Για να συνδέσουμε τώρα το εθνικό ζήτημα στα Βαλκάνια με την ιδέα της διεθνιστικής σοσιαλιστικής βαλκανικής ομοσπονδίας θα χρειαστούμε την βοήθεια ενός πραγματικού κομμουνιστή, του Δημητρώφ.
Μακεδονολογίες και αυτοπροσδιορισμοί και άλλα κομμουνιστικά δαιμόνια!
Παρότι ο Δημητρώφ και το Βουλγάρικο Κομμουνιστικό κόμμα χαιρέτησαν την ανακήρυξη της ανεξάρτητης δημοκρατίας της Μακεδονίας στα πλαίσια της Γιουγκοσλαβικής σοσιαλιστικής ομοσπονδίας,
ας παρακολουθήσουμε για λίγο την ουσία της θέσης των κομμουνιστών μετά τον Β’ ΠΠ και την νίκη του προλεταριάτου στα Βαλκάνια ενώ ταυτόχρονα εξελίσσονταν ο ταξικός αγώνας του ΔΣΕ.
Ο Δημητρώφ τον Δεκέμβρη του 1948 έλεγε:
«Με την ανατροπή της φασιστικής δικτατορίας στη Βουλγαρία στις 9 Σεπτέμβρη του 1944, και την εγκαθίδρυση στη Βουλγαρία και τη Γιουγκοσλαβία ενός λαϊκοδημοκρατικού καθεστώτος υπό την ηγεσία των κομμουνιστικών κομμάτων,
δημιουργήθηκαν οι πιο πρόσφορες συνθήκες για έναν συνεπή δημοκρατικό διακανονισμό όλων των εναπομείναντων ζητημάτων μεταξύ των δύο χωρών, συμπεριλαμβανομένου του Μακεδονικού ζητήματος.
Υπό τις νέες εσωτερικές και διεθνείς συνθήκες που δημιουργήθηκαν, τα ζωτικά συμφέροντα των λαών της Βουλγαρίας και της Γιουγκοσλαβίας καθιστούσαν επιτακτικό και οι δύο χώρες να επιδιώξουν τη στενότερη δυνατή προσέγγιση
που γρήγορα θα οδηγούσε στην οικονομική και πολιτική ενοποίησή τους – στην εγκαθίδρυση μιας ομοσπονδίας των Νότιων Σλάβων. (Νοτιοσλαβική Ομοσπονδία)».
Είναι φανερό ότι οι κομμουνιστές των Βαλκανίων όχι μόνο σχεδίαζαν αλλά ήταν έτοιμοι να υλοποιήσουν την σοσιαλιστική βαλκανική ομοσπονδία με αρχή την πολιτική και οικονομική ένωση της Βουλγαρίας και της Γιουγκοσλαβίας!
Θα μιλούσαμε για ριζική αλλαγή δεδομένων και μεγεθών στην περιοχή. Τα Βαλκάνια σε λίγα χρόνια θα ήταν αλλιώς. Οι γεωστρατηγικές δυναμικές που θα αναπτύσσονταν θα είχαν βέβαιες και σημαντικότατες επιδράσεις στο παγκόσμιο σκηνικό της εποχής.
Και η Μακεδονία;
Συνεχίζει ο Δημητρώφ:
«Εντός του πλαισίου μιας τέτοιας ομοσπονδίας θα είχαν επιλυθεί σωστά, όλα τα ανεπίλυτα παλιά προβλήματα που κληροδότησαν τα αστικομοναρχικά καθεστώτα αναφορικά με την ενοποίηση των Μακεδόνων από την περιφέρεια του Πιρίν με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας».
Καταλαβαίνουμε ότι τα σχέδια των κομμουνιστών για την Μακεδονία δεν είχαν καμία σχέση με την ελληνική Μακεδονία.
Είναι προφανές πως οι κομμουνιστές σαν τον διεθνιστή Δημητρώφ δεν μπορούσαν να έχουν επεκτατικές βλέψεις και σχέδια πάνω σε έναν διπλανό λαό σαν τον ελληνικό, ειδικά τις ώρες που μαίνονταν η άγρια ταξική μάχη του ΔΣΕ για την εξουσία.
Επίσης είναι προφανές πως ο Δημητρώφ εάν μιλούσε για ήδη διαμορφωμένο «μακεδονικό έθνος» δεν θα μπορούσε να αφήνει «έξω» από αυτό τους Μακεδόνες της Ελλάδας σλαβόφωνους και ελληνόφωνους. Όμως τους «άφησε» με ότι αυτό σημαίνει.
Ο διεθνιστής Δημητρώφ καταλάβαινε πως την τύχη τους θα την αποφάσιζαν οι ίδιοι οι Μακεδόνες της Ελλάδας, αφού και ο ίδιος αναγνώριζε το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης.
Ταυτόχρονα ο Δημητρώφ δεν ήταν κανένας βλάκας.
Ήξερε πως το ζήτημα των Μακεδόνων της Ελλάδας δεν θα μπορούσε να προχωρήσει σε διεθνιστική λύση αν δεν τελείωνε ο ταξικός πόλεμος της Ελλάδας, υπέρ του ΔΣΕ.
Όταν λοιπόν η σοσιαλιστική Ελλάδα θα είχε ξεμπλέξει με τον ιμπεριαλισμό και την αστική εξουσία, οι νικητές λαοί των Βαλκανίων συνολικά θα μπορούσαν να προχωρήσουν σε ευρύτερη διεθνιστική λύση, που θα έχωνε ακόμα πιο βαθιά στον τάφο τους εθνικισμούς των Βαλκανίων,
λύση πιο πλατιά από εκείνη που σχεδίαζαν μετά το τέλος του πολέμου οι Βούλγαροι και οι Γιουγκοσλάβοι κομμουνιστές.
«Ενωμένοι σε μια ισχυρή ομοσπονδία οι βαλκανικοί λαοί θα μπορούσαν να υπερασπιστούν πιο εύκολα την ελευθερία και την ανεξαρτησία τους έναντι οποιασδήποτε επιθετικής κίνησης από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις.
Ταυτόχρονα, η ομοσπονδία θα μπορούσε να διευκολύνει την επίλυση όλων των εθνικών ζητημάτων που παρέμεναν στα Βαλκάνια, συμπεριλαμβανομένου και αυτού της Μακεδονίας. Εντός μιας Βαλκανικής δημοκρατικής ομοσπονδίας, η τριχοτομημένη Μακεδονία θα μπορούσε να ενωθεί σε ένα κράτος με ίσα δικαιώματα».
Όλα αυτά ο Δημητρώφ τα έλεγε τον Δεκέμβρη του 1948, δηλαδή λίγες μέρες πριν συμβεί η περιβόητη 5η Ολομέλεια του ΚΚΕ.
Ο Δημητρώφ εξηγούσε την κατάσταση που τελικά καθόρισε τις εξελίξεις:
«Το κόμμα μας σταθερά επέλεξε αυτή την πορεία, βασιζόμενη στο λόγο των γιουγκοσλάβων κομμουνιστών με τους οποίους ήμαστε δεμένοι με την κοινή εργασία και συνεργασία για μια μακρόχρονη περίοδο.
Αυτή είναι η σημερινή θέση του κόμματός μας. Όμως οι εθνικιστές ηγέτες της Γιουγκοσλαβίας ξέφυγαν από αυτό το μοναδικό σωστό δρόμο.
Αφότου οι δύο κυβερνήσεις είχαν συμφωνήσει σε μια σειρά μέτρων αναφορικά με την επικείμενη εγκαθίδρυση αυτής της ομοσπονδίας, η Κεντρική Επιτροπή του Γιουγκοσλαβικού Κομμουνιστικού Κόμματος πληροφόρησε το Κόμμα μας το Μάρτη του 1948 ότι είχε αλλάξει γνώμη αναφορικά με αυτό το ζήτημα, ότι δεν θα έπρεπε να προσφύγουν σε ομοσπονδία, και αρνούνταν να συζητήσουν το ζήτημα περαιτέρω.
Ταυτόχρονα, οι γιουγκοσλάβοι ηγέτες έθεσαν ως κεντρικό ζήτημα το μετασχηματισμό της περιφέρειας του Πιρίν σε μια αυτόνομη περιφέρεια με προοπτική την ενσωμάτωσή της στη Γιουγκοσλαβία, ανεξαρτήτως της υφιστάμενης κατανόησης για τη δημιουργία μιας ομοσπονδίας.
Ταυτόχρονα, αυτή η στροφή του Τίτο και της ομάδας του στο ζήτημα είναι στενά δεμένη με την προδοσία τους έναντι του μαρξισμού-λενινισμού.
Αυτή η ομάδα έχει κατρακυλήσει στον ολισθηρό δρόμο του εθνικισμού και σήμερα έχει την ίδια θέση όπως οι μεγαλοσέρβοι εθνικιστές που πάλευαν να ηγεμονεύσουν στα Βαλκάνια και για την προσάρτηση της Μακεδονίας στη Σερβία και τη Γιουγκοσλαβία».[2]
Αυτόν λοιπόν τον χαρακτήρα είχε ο «αυτοπροσδιορισμός» ενός λαού που συνέβη στο τέλος του Β’ Π.Π. στην κρατική οντότητα της περιοχής στα νότια της ομοσπονδιακής σοσιαλιστικής Γιουγκοσλαβίας, του λαού που σήμερα ζει στην ΠΓΔΜ.
Ήταν ένας αλυτρωτικός αυτοπροσδιορισμός καθοδηγημένος από την κλίκα του Τίτο.
Ένας λαός που μόλις ταυτιζόταν με την κρατική του οντότητα σύρθηκε στον εθνικισμό και στον αντιδιεθνισμό από «κομμουνιστές»!
Σύρθηκε σε μία αντιιστορική, αντιμαρξιστική και πλαστή εθνική ταυτότητα με σκοπούς ξεκάθαρα εθνικιστικούς ενάντια σε διπλανούς λαούς.
Ήταν ένας αντιιστορικός, αντιδιεθνιστικός και εθνικιστικός αυτοπροσδιορισμός.
Η συμπεριφορά των ιμπεριαλιστών με επικεφαλής τις ΗΠΑ καθώς και όλων των αντιδραστικών δυνάμεων της περιοχής προς τον Τίτο καθώς και η εξέλιξη της δράσης του Τίτο απέναντί τους και απέναντι στον αγώνα του ΔΣΕ έχουν τώρα προφανείς εξηγήσεις.
Ο λαός της ΠΓΔΜ σήμερα «αυτοπροσδιορίζεται» σαν «Μακεδονικό έθνος» και αυτό δεν είναι τίποτα άλλο παρά φυτίλι στον εκεί εθνικισμό και φυτίλι στον εθνικισμό εδώ.
Στον εθνικισμό των κασιδιαραίων και όσων συνειδητά ή υποσυνείδητα τον ακολουθούν. Στον εθνικισμό του συνθήματος «η Μακεδονία είναι μία και είναι ελληνική».
Από την άλλη δεν πρέπει κανένας να ξεχνά πως στην ΠΓΔΜ σήμερα υπάρχει ένας λαός που μέσα στα σπλάχνα του, από τον Β’ ΠΠ και μετά έχει με βάση τον μαρξιστικό ορισμό διαμορφωθεί μια κυρίαρχη εθνική ταυτότητα που αναφέρεται σε σλαβομακεδονική καταγωγή, γλώσσα και πολιτισμό.
Δεν είναι όμως η μοναδική επειδή μέσα στον ίδιο λαό υπάρχει διαμορφωμένη και μια άλλη εθνική ταυτότητα με αναφορές στην αλβανική καταγωγή, γλώσσα και πολιτισμό.
Καταλαβαίνουμε λοιπόν πως ένας τέτοιος «αυτοπροσδιορισμός» αποτελεί και φυτίλι για εθνικιστική διάσπαση μέσα στον ίδιο αυτό λαό αλλά και έκρηξη του εθνικισμού εκ μέρους της Αλβανίας.
Αν σε αυτό το σκηνικό προσθέσετε και την κατάσταση στο Κόσοβο, τα παρεπόμενα της εμπλοκής του σέρβικου εθνικισμού και τα παρεπόμενα της αναπόδραστης τούρκικης ανάμειξης καταλαβαίνετε που πάει το πράγμα με σκανδάλη έναν τόσο δα «αυτοπροσδιορισμούλη».
Ταυτόχρονα η «πίεση» που δέχεται ο λαός της ΠΓΔΜ από την σημερινή πολιτική έκφραση της αστικής εξουσίας στην χώρα αυτή και από τους δυτικούς ιμπεριαλιστές, για να στρογγυλέψει λίγο τον εθνικιστικό αυτό «αυτοπροσδιορισμό» όσο αφορά το ονοματολογικό προφανώς δεν είναι για το καλό του λαού.
Είναι απλά για να παραχωθεί το ΝΑΤΟ μια ώρα αρχύτερα στα δυτικά Βαλκάνια και να κατακτήσει μια ακόμα ευνοϊκότερη θέση ο δυτικός ιμπεριαλισμός στην αναδιάταξη της ευρύτερης περιοχής.
Στο ίδιο κοσμοπολίτικο πνεύμα του ιμπεριαλισμού παίζει σήμερα από προοδευτική τάχα θέση για την «επίλυση» ενός «προβλήματος που κρατάει τόσα χρόνια», ακολουθώντας πιστά το ραβασάκι που πήρε ο Τσίπρας στο Αμέρικα και η ελληνική κυβέρνηση κατά το ένα σκέλος της, την ίδια ώρα που με το άλλο σκέλος της έπαιξε στο «αποδοτικό» ταμπλό του εθνικισμού.
Από κοντά και το υπόλοιπο υπαλληλικό προσωπικό της αστικής εξουσίας συμπεριφέρεται σαν εκκρεμές ανάμεσα στον εθνικισμό και στον κοσμοπολιτισμό.
Η θέση του ΚΚΕ είναι γνωστή.
Είναι η μόνη θέση που στέκεται ενάντια σε κάθε εθνικισμό και ενάντια σε κάθε ιμπεριαλιστικό σχεδιασμό, από όπου και αν εκπορεύεται.
Είναι η μόνη διεθνιστική θέση για έναν βασικό λόγο:
Επειδή είναι εκείνη η αυτοτελής και μοναδική θέση που απευθύνεται τόσο στον ελληνικό λαό όσο και στους διπλανούς λαούς με όρους που πηγάζουν αποκλειστικά από το διεθνιστικό συμφέρον της εργατικής τάξης.
Όσοι δεν καταλαβαίνουν αυτή την αυτοτέλεια:
- πρώτον, θα κατηγορούν το ΚΚΕ για εθνικισμό-σωβινισμό και ουρά της αστικής τάξης
- και δεύτερον, οι ίδιοι στο όνομα του «διεθνισμού» και του «αντιιμπεριαλισμού» θα σέρνουν το σαρκίο τους πίσω από Πούτιν, Ερντογάν, Γκρούεφσκι και άλλα «φυντάνια».
Σε όσους ακόμα «επιμένουν να μην καταλαβαίνουν» την θέση του ΚΚΕ …πολύ καληνύχτα τους!
Σημειώσεις:
[1]. Στάλιν: «Ο μαρξισμός και το εθνικό ζήτημα», «Απαντα» τ. 2, σελ. 334-335.
[2]. Γκεώργκι Δημητρώφ: Ομιλία στο 5ο Συνέδριο του Βουλγαρικού Εργατικού Κόμματος, 1948.
Πηγή: Αντίβαρο