Η κρίση της σχολικής εκπαίδευσης στην ΕΣΣΔ – Μέρος 2ο
Ομιλία του Ντ. Π. Κιριένκο στην πρακτική – επιστημονική συνδιάσκεψη που έγινε στη Μόσχα στο διάστημα 27-29 Απρίλη 2004 με θέμα:
«Το διεθνές κομμουνιστικό και αριστερό κίνημα στις συνθήκες της ιμπεριαλιστικής παγκοσμιοποίησης». Ο πλήρης τίτλος της ομιλίας είναι «Η μαρξιστική αντίληψη ανάπτυξης του συστήματος εκπαίδευσης και η κρίση της σχολικής εκπαίδευσης στην ΕΣΣΔ».
Διαβάστε το 1ο Μέρος
Η Πολυτεχνική Εκπαίδευση
Η πολυτεχνική εκπαίδευση δεν απευθύνεται στις παραγωγικές δυνάμεις του καπιταλισμού και επομένως είναι αδύνατη στα πλαίσιά του.
Η πολυτεχνική εκπαίδευση προϋποθέτει την ανάπτυξη της προσωπικότητας, την ανάπτυξη της ικανότητας να σκέφτεσαι, να είσαι δραστήριος, όλα να τα κατανοείς και να τα αφομοιώνεις σαν πανίσχυρο μέλος της κοινωνίας.
Σύμφωνα με αυτή, η ίδια η τοποθέτηση του ζητήματος για τον περιορισμό των γνώσεων εκπίπτει.
Τα επιχειρήματα υπέρ του ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να τα ξέρει όλα, είναι ολοφάνερο ότι δεν υφίστανται.
Ουσιαστικά αυτά καθορίζονται από τη στενά εξειδικευμένη προσέγγιση στην εκπαίδευση, από την ίδια την τοποθέτηση του ζητήματος.
Το αστικό σχολείο τείνει να μετατρέψει τον άνθρωπο σε εξάρτημα της μηχανής, να του δώσει όχι τις βάσεις των επιστημών αλλά ειδικές γνώσεις, να τον κάνει ικανό για ορισμένου είδους δραστηριότητες.
Με μια τέτοια προσέγγιση πραγματικά είναι αδύνατο να τα μάθεις όλα.
Το σοσιαλιστικό σχολείο κατ’ αρχάς προσπαθεί να δημιουργήσει προσωπικότητα που να μάθει να σκέφτεται, να μάθει να αλλάζει είδη δραστηριότητας ελεύθερα, και αυτό αλλάζει ριζικά την ουσία του και τη δυνατότητα.
Το ότι οι πολλές γνώσεις δεν πρέπει να φοβίζουν, ήδη το είχε πει ο Χέγκελ:
«Αυτό που στους αρχαίους χρόνους απασχολούσε το κεφάλι των επιστημόνων ανδρών, σήμερα είναι παιχνίδι για τα παιδιά».
Κατ’ αρχάς η διαφοροποίηση δε θα πρέπει να παρεμποδίσει την εμφάνιση ολόπλευρα αναπτυγμένης προσωπικότητας στο σοσιαλισμό, όπου η ίδια η ύπαρξη των σοσιαλιστικών σχέσεων απαιτεί αναπτυγμένο άνθρωπο, όμως φρενάρει δυνατά τη διαδικασία αυτής της ανάπτυξης.
Με τη σειρά της, η πολυτεχνική εκπαίδευση στον καπιταλισμό δεν είναι απολύτως απαραίτητο να διαμορφώνει ολόπλευρα αναπτυγμένο άνθρωπο.
Η πολυτεχνική εκπαίδευση στη σοσιαλιστική κοινωνία δεν είναι τίποτα χωρίς την κομμουνιστική διαπαιδαγώγηση γενικά, χωρίς ενεργή συμμετοχή στις σοσιαλιστικές σχέσεις παραγωγής, χωρίς τη γενικότερη κομμουνιστική αντίληψη του κόσμου.
Η διαφοροποίηση στο σύστημα εκπαίδευσης στην ΕΣΣΔ είναι μόνο μια μαρτυρία, αποτέλεσμα της διάλυσης του συστήματος εκπαίδευσης (οι πραγματικές αιτίες εδώ είναι ολοφάνερα οικονομικές), η ίδια δεν ορίζει αυτή τη διάλυση.
Από τα παραπάνω, όμως, δεν πρέπει να πούμε ότι η διαφοροποίηση στον καπιταλισμό είναι επιτρεπτή. Και στον καπιταλισμό είναι άκρως επικίνδυνη.
Η ανάδειξη στενά ειδικευμένων σε διάφορους τομείς επιφέρει σοβαρή ζημιά στην ανάπτυξη της κοινωνίας και καθυστερεί την επιστημονικοτεχνική επανάσταση (ΕΤΕ).
Για παράδειγμα, την τελευταία δεκαετία1 στις αναπτυγμένες χώρες του κόσμου υπήρχε μεγάλη έλλειψη σε προγραμματιστές και ήταν δύσκολο να εξαλειφθεί ακόμα και με τη μέθοδο της εισαγωγής «εγκεφάλων».
Σήμερα, υπάρχει τεράστιος αριθμός ειδικών στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές και κατόρθωσαν να εξαλείψουν αυτή την έλλειψη.
Όμως σήμερα επεξεργάζονται νέους, κβαντικούς ηλεκτρονικούς υπολογιστές, οι οποίοι υπονοείται ότι θέλουν νέο προγραμματικό εφοδιασμό, δομημένο σε τελείως άλλες αρχές από ό,τι πριν, καθώς και σοβαρές γνώσεις κβαντικής φυσικής.
Η εισαγωγή αυτών των ηλεκτρονικών υπολογιστών θα είναι άκρως δύσκολη, πρακτικά από την πλήρη έλλειψη ειδικών (πολύ γρήγορη η μετάβαση).
Είναι ενδιαφέροντα τα δεδομένα των ανθρωπολόγων. Επιβεβαιώνουν ότι η ανθρωπότητα αναπτύχθηκε ασυνεχώς.
Στο δρόμο προς τον άνθρωπο σύγχρονης μορφής υπήρχαν και αδιέξοδοι κλώνοι στην ανάπτυξη των πρωτόγονων ανθρώπων.
Κατά κανόνα, αποδίδουν την ύπαρξη αυτών των κλώνων στην ειδίκευση (φυσική) των πρωτόγονων ανθρώπων. Δηλαδή, οι πρωτόγονοι άνθρωποι προσαρμόστηκαν στο (συγκεκριμένο) είδος της δραστηριότητας και δεν είχαν δυνατότητα ανάπτυξης (αλλαγής αυτού του είδους δραστηριότητας).
Άλλαξαν τα μορφολογικά τους γνωρίσματα κατά τέτοιο τρόπο, που εκτελούσαν καλύτερα την εργασία η οποία ήταν πρωταρχική στη φυλή και κατ’ αυτόν τον τρόπο έχασαν την ικανότητα και την προοπτική παραπέρα ανάπτυξης.
Και καθώς εκείνη την περίοδο δρούσε η επιλογή φυλών, δεν άντεξαν τον ανταγωνισμό από την πλευρά της αγέλης των πρωτόγονων ανθρώπων, οι οποίοι ακολουθούσαν το δρόμο της καθολικότητας (δηλαδή εκείνων των ανθρώπων, που θα γίνονταν οι πρόγονοί μας), και έτσι και αλλιώς θα αφανιζόντουσαν.
Σε ένα τέτοιο πλευρικό κλώνο οι ερευνητές κατατάσσουν και τους Νεάντερνταλ. Αφού υπέστησαν την ειδίκευση, έχασαν τη δυνατότητα για ανάπτυξη και μπήκαν σε αδιέξοδο.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο η διαφοροποίηση από την οποία προσβλήθηκε το σχολείο μας, δεν έφερε κατ’ αρχήν και ούτε θα φέρει κάτι καλό.
Πολύ περισσότερο, όπως μας δείχνει η πείρα, ακόμη και οι πλέον άκακες προσπάθειες εισαγωγής της διαφοροποίησης, με τους μεγαλύτερους και αυστηρότερους περιορισμούς,
έτσι και αλλοιώς, οδηγεί στο διαχωρισμό των μαθητών (όχι μόνο ως προς τις ικανότητες), αλλά με κοινωνικά γνωρίσματα και με την κοινωνική θέση των γονιών τους.
Στις δεκαετίες ’60-’70 υλοποιήθηκε σχέδιο ανανέωσης του περιεχομένου της γενικής μέσης εκπαίδευσης τεραστίων διαστάσεων.
Κατά την περίοδο που αντιπρόεδρος της Ακαδημίας Παιδαγωγικών Επιστημών ήταν ο Α. Ι. Μαρκούσεβιτς έριξε την ιδέα για την αναγκαιότητα του ελαχίστου πυρήνα περιεχομένου και τα περιβλήματά του.
Στην ουσία η ιδέα του Μαρκούσεβιτς ήταν η ιδέα διαφοροποίησης του συστήματος εκπαίδευσης που ήταν γνωστή ακόμη από τα τσαρικά χρόνια και στην οποία είχε ασκήσει κριτική ο Λένιν τη δεκαετία του ‘20.
Η υλοποίηση της ιδέας του Α. Ι. Μαρκούσεβιτς απαιτούσε τη δημιουργία συνθετότατου συστήματος,2 με πυρήνα το ελάχιστο αναγκαίο περιεχομένο της γενικής μέσης εκπαίδευσης, που συμπληρωνόταν από πολυάριθμους συντελεστές.
Απροσδόκητα στη σοβιετική παιδαγωγική βιβλιογραφία στις αρχές της δεκαετίας του ’60 εμφανίσθηκαν πολλά άρθρα για τη διαφοροποίηση στη διδασκαλία,
του Ρούντνεφ Π. Κ.: «Για το ζήτημα της διαφοροποίησης της γενικής εκπαίδευσης στο μέσο σχολείο».3
«Ακόμη μια φορά για τη διαφοροποίηση της διδασκαλίας στις μεγαλύτερες τάξεις του σχολείου γενικής εκπαίδευσης».4
«Η σχέση της διδασκαλίας με την εργασία στο μέσο σχολείο με τη διαφοροποίηση της διδασκαλίας», Μόσχα, 1962, και άλλα.
Το 1966 μετά από μια σειρά πειραμάτων, με απόφαση της ΚΕ του ΚΚΣΕ και του Υπουργικού Συμβουλίου της ΕΣΣΔ, δόθηκε η άδεια να δημιουργηθούν ειδικές τάξεις και σχολεία με εμβάθυνση των αντικειμένων.
Αν και η ιδέα της διαφοροποίησης δεν είχε πλήρη ελευθερία5 παρά ταύτα ο δρόμος για την ανάπτυξή της ανοίχτηκε και η πολυτεχνική εκπαίδευση δέχθηκε βαρύ χτύπημα.
Τότε κανείς δε θεωρούσε ότι τέτοιοι νεωτερισμοί ήταν υποχώρηση από το πολυτεχνικό σχολείο και το να μιλούν γι’ αυτό δεν ήταν αποδεκτό.
Αλλά με την πάροδο του χρόνου οι προσπάθειες να εισαχθεί η εξειδικευμένη εκπαίδευση έγιναν πλέον συνειδητές και ανοιχτά αντιμαρξιστικές.
Έτσι το εγχειρίδιο για τους φοιτητές των παιδαγωγικών ινστιτούτων «Η διδασκαλία στο μέσο σχολείο», έκδοση του 1982 υπό τη συντακτική επιμέλεια της Μ. Ν. Σκάτκινα, υπερασπιζόταν την ιδέα της εξειδίκευσης του μέσου σχολείου υπολογίζοντας πολύ σοβαρά την εμπειρία των αστικών σχολείων.
Ολοκληρώνεται με το 3ο Μέρος
Σημειώσεις:
[1]. Το κείμενο γράφτηκε το 2004 οπότε αναφέρεται στο διάστημα 1994-2004.
[2]. Λαμβάνοντας υπόψη την ύπαρξη πολλών ομάδων μαθητών – από παιδιά με καθυστέρηση στην ανάπτυξη μέχρι πολύ προικισμένα, ύπαρξη ιδιαιτεροτήτων ανά περιοχή και έθνος, ποικιλία τύπου σχολείων.
[3]. «Λαϊκή Εκπαίδευση» Νο1, του Γκοντσάροφ Ν. Κ.
[4]. «Σοβιετική Παιδαγωγική» Νο 2, του Μέλνικοφ Μ. Α.
[5]. Μπορούσαν να ανοιχτούν τέτοια σχολεία και τάξεις μόνο με άδεια του υπουργείου Παιδείας της ενωσιακής δημοκρατίας.
Δημοσιεύτηκε στο 4ο Τεύχος του 2004 της ΚΟΜΕΠ