Η κρίση του 1929 – 1933 και το «New Deal» (Μέρος Β’)
Αποσπάσματα από το βιβλίο της «Σύγχρονης Εποχής» «Η άγνωστη ιστορία του εργατικού κινήματος των ΗΠΑ»
Συνέχεια από το Α’ Μέρος
Βρισκόμαστε στα 1932. Οι συνέπειες της καπιταλιστικής κρίσης στις ΗΠΑ έχουν «αγκαλιάσει» πλέον κάθε πτυχή της ζωής των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων.
Η ανέχεια μεγαλώνει, μαζί και ο κίνδυνος από τη μια μέρα στην άλλη να βρεθείς χωρίς δουλειά, χωρίς σπίτι, χωρίς φαΐ, χωρίς τίποτα.
Οι συγγραφείς του βιβλίου ξεχωρίζουν έναν φιλήσυχο ειδικευμένο επιπλοποιό, τον Γκρόσαπ, που δεν είχε διανοηθεί ποτέ στη ζωή του να «μπλέξει» με συνδικάτα.
Δεν ήθελε «φασαρίες» ούτε όταν απολύθηκε το Γενάρη του 1930. Βαθιά μέσα του πίστευε ότι αυτή η δύσκολη περίοδος της ανεργίας και της απότομης ανέχειας δεν θα διαρκούσε πολύ.
Διαψεύστηκε όμως με τον χειρότερο τρόπο, όταν οι αστυνομικές αρχές της περιοχής πήγαν να κατασχέσουν την περιουσία του και να αδειάσουν το σπίτι του από τα οικογενειακά υπάρχοντα.
Την ώρα της απελπισίας, σαν «από μηχανής θεός», εμφανίστηκε το Συμβούλιο των Ανέργων.
Η μαζικότητα και η αποφασιστικότητα των οργανωμένων ανέργων, όλοι σαν τον Γκρόσαπ, απέτρεψαν την κατάσχεση και η οικογένεια γλίτωσε το σπίτι. Ο Γκρόσαπ γίνεται στο εξής ένας από αυτούς:
Στις πικετοφορίες, στις συγκρούσεις με την αστυνομία, στις διαμαρτυρίες για να σταματήσει η κατάσχεση στο σπίτι του γείτονα.
Εκατοντάδες χιλιάδες Γκρόσαπ γεννιούνται αυτήν την περίοδο στην Αμερική, προκαλώντας ανησυχία στα αστικά επιτελεία, που εναλλάσσουν το «μαστίγιο» της καταστολής, με το «καρότο» της ενσωμάτωσης…
Η πολεμική ιαχή των φτωχών
Εκατοντάδες χιλιάδες κύριοι και κυρίες ηλικίας Γκρόσαπ, κάθε ηλικίας, επαγγέλματος, δόγματος, εθνικότητας και κάθε πολιτικών πεποιθήσεων, συσπειρώνονταν το 1932 για ν’ αντιμετωπίσουν την οικονομική κρίση.
Καθώς άλλαξαν εκείνοι, άλλαζε και η μορφή της χώρας. Μεταμόρφωσαν την Αμερική από τόπο απελπισίας σε χώρα του αγώνα.
Εμεναν και οι ίδιοι κατάπληκτοι από το κουράγιο και τη μαχητικότητά τους, από την ταχύτητα με την οποία μάθαιναν και ξεφορτώνονταν παλιές ιδέες και συνήθειες που δεν είχαν φέρει παρά μόνο καταστροφή.
Υπήρχαν φορές που οι άνθρωποι μάθαιναν για τον κόσμο μέσα σε μία ώρα όσα θα χρειάζονταν άλλοτε μία ολόκληρη ζωή.
[…] Σε ολόκληρη τη χώρα διοργανώνονταν πικετοφορίες, πορείες κατά της πείνας, διαδηλώσεις με αιτήματα την ασφάλιση των ανέργων και τα επιδόματα ανεργίας.
Οι άνεργοι είχαν αφήσει τις λαϊκές πολυκατοικίες και τις κουζίνες τους, τους τέσσερις τοίχους όπου έκρυβαν την «προσωπική ντροπή» τους και το σύνθημά τους τώρα ήταν:
«Μην πεθαίνεις από την πείνα! Πάλεψε!».
Ολοι έπαιρναν μαθήματα από τις εμπειρίες τους.
Στους αγώνες κατά των εξώσεων και των κατασχέσεων, στην πάλη για τροφή και στέγη άρχισε να διαφαίνεται αργά αργά η κοινωνική δύναμη του ενωμένου λαού – μια δύναμη που ήταν δύσκολο να εμφανιστεί, αλλά από τη στιγμή που εμφανιζόταν ήταν ακατανίκητη.
Οι άνθρωποι διδάσκονταν από το γεγονός ότι, όταν πήγαιναν και παρακαλούσαν μόνοι τους για αύξηση στο επίδομα αντιμετώπιζαν την άρνηση, ενώ, όταν επέστρεφαν μία βδομάδα αργότερα μαζί με 5.000 μέλη του Συμβουλίου Ανέργων, πετύχαιναν το σκοπό τους.
Υπήρχαν πολλοί κύριοι Γκρόσαπ, που ήταν αγρότες από την Αϊόβα, συγκεντρωμένοι γύρω από τον υπάλληλο σε δημοπρασίες κατασχεμένων αγροκτημάτων, νομοταγείς, συντηρητικοί άνθρωποι, που τώρα απειλούσαν οποιονδήποτε έκανε προσφορά για ν’ αγοράσει την κατασχεμένη περιουσία.
Προσπαθώντας να εμποδίσουν κάποιον τραπεζίτη ή μεγαλοϊδιοκτήτη ν’ αγοράσει το κτήμα, οι αγρότες πολλές φορές τους έδεναν, ενώ ένας από αυτούς πρόσφερε 1 σεντς κι έπαιρνε την περιουσία για να την παραδώσει στον ιδιοκτήτη της.
Παρά τη βοήθεια των γειτόνων και τις αγορές του ενός σεντ, στα χρόνια 1929 – 1933 περίπου 1.000.000 αγρότες έχασαν την περιουσία τους από τις κατασχέσεις.
Υπήρχαν πολλοί κύριοι Γκρόσαπ που ήταν βετεράνοι του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ετοίμαζαν πορείες προς την Ουάσιγκτον όπου θα απαιτούσαν να τους πληρωθεί προσαρμοσμένο το επίδομα για τις υπηρεσίες τους στις Ενοπλες Δυνάμεις, το γνωστό ως «δώρο».
Το κράτος παίρνει τα μέτρα του
Η χώρα βρισκόταν ακόμα στην αρχή. Ακολούθησαν οι επιθέσεις της αστυνομίας ενάντια στους διαδηλωτές κατά της πείνας. 15 σκοτώθηκαν σε τέτοιου είδους διαδηλώσεις το 1932, 8 άλλοι σκοτώθηκαν σε πικετοφορίες.
Ομως, οι μεγάλες κοινωνικές αναταραχές του κοινού ανθρώπου μόλις τώρα ξεκινούσαν.
Μέσα από τις δοκιμές και τα λάθη του ανακάλυψε ότι το μεγαλύτερο κακό ήταν οτιδήποτε έφερνε τη διάσπαση. Μέσα από την εμπειρία έμαθε ότι οι χαφιέδες και οι βαλτοί βρίσκονταν παντού και ότι ο άνθρωπος έπρεπε να κρίνεται από τις πράξεις του και όχι απ’ όσα έλεγαν οι εφημερίδες, οι χαφιέδες ή τα μέλη του Κογκρέσου γι’ αυτόν.
[…] Από την αρχή επίσης η αστυνομία είδε τις διαδηλώσεις και τις πορείες κατά της πείνας ως προκαταρκτικά στάδια επανάστασης.
Σε πολλές πόλεις επιδόθηκε σε φυλακίσεις και ξυλοδαρμούς ανέργων με πρωτοφανή αγριότητα, δικαιολογώντας τις πράξεις της με το επιχείρημα ότι οι άνεργοι προσπαθούσαν ν’ ανατρέψουν την κυβέρνηση.
Η πρώτη πανεθνική εκδήλωση διαμαρτυρίας κατά της ανεργίας διοργανώθηκε από τον Συνδικαλιστικό Ενωτικό Συνασπισμό και το Κομμουνιστικό Κόμμα στις 6 Μαρτίου 1930.
Εκείνη τη μέρα έγιναν τεράστιες συγκεντρώσεις σε ολόκληρη τη χώρα, στις οποίες πήραν μέρος περίπου 1.250.000 άνεργοι. Περισσότεροι από 100.000 διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν στο Ντιτρόιτ, ενώ 50.000 διαδήλωσαν στο Σικάγο.
Ανάλογος αριθμός συγκεντρώθηκε στο Πίτσμπουργκ και τεράστια πλήθη συγκρότησαν τις συγκεντρώσεις στο Μιλγουόκι, στο Κλίβελαντ, στο Λος Αντζελες, στο Σαν Φρανσίσκο, στο Ντένβερ, στο Σιάτλ και τη Φιλαδέλφεια.
Στη Νέα Υόρκη 110.000 άτομα κατέκλυσαν τη Union Square. Δέχτηκαν την ξαφνική επίθεση 25.000 αστυνομικών. Εκατοντάδες χτυπήθηκαν άγρια από τα γκλομπς, άλλοι τόσοι ποδοπατήθηκαν από την έφιππη αστυνομία.
Οι αστυνομικοί χτυπούσαν σα μανιακοί, όπως είχαν κάνει πριν από 56 χρόνια, το 1874, όταν είχαν επιτεθεί σε ανέργους στην Thompkins Square της Νέας Υόρκης.
Η δικαιολογία τους παρέμενε η ίδια όπως και το 1874: Οι άνεργοι ήταν κομμουνιστές […] Ομως, οι πεινασμένοι δεν κάθονταν ήσυχοι το 1932.
Στο Νότο, λευκοί και μαύροι μεσακάρηδες συσπειρώνονταν στο Συνδικάτο Μεσακάρηδων.
Ο Ραλφ Γκρέι, μαύρος ηγέτης του συνδικάτου στην Αλαμπάμα, λιντσαρίστηκε από τον όχλο όταν το συνδικάτο πέρασε ψηφίσματα που καλούσαν σε διεθνή αγώνα για να σωθεί η ζωή 9 νεαρών μαύρων, των Παιδιών του Σκότσμπορο, που είχαν καταδικαστεί σε θάνατο για βιασμό, παρόλο που ακόμη και ένα από τα υποτιθέμενα θύματα είπε ότι η όλη υπόθεση ήταν σκευωρία και ότι δεν έγινε κανένας βιασμός.
Η κινητοποίηση των μαύρων ξεπερνούσε κάθε προηγούμενο από την εποχή της Ανασυγκρότησης και μετά. Σχεδόν οι μισοί από τους διαδηλωτές της Ουάσιγκτον ήταν μαύροι. Η πρωτοβουλία και το θάρρος τους φανερώνονταν σε κάθε ενέργεια των ανέργων.
Η κρίση του 1929 – 1933 και το «New Deal» – «Λιγότερο καλαμπόκι, περισσότερη εκδίκηση»
Ενώ οι μεσακάρηδες του Νότου αντιμετώπιζαν τον όχλο και τη βία το 1932, οι αγρότες της Αϊόβα, του Ιλινόις, της Βόρειας Ντακότα, της Νεμπράσκα και της Νέας Υόρκης άρπαξαν τα δικράνια και τις τσουγκράνες κι έστησαν οδοφράγματα στους δρόμους που οδηγούσαν στις αγορές.
Χιλιάδες απεργούσαν ενάντια στις τιμές, που ήταν χαμηλότερες από το κόστος. Ακολουθούσαν την παλιά συμβουλή των Λαϊκών:
«Να καλλιεργούν λιγότερο καλαμπόκι και περισσότερη εκδίκηση».
Εσπαγαν με πέτρες τα τζάμια των αυτοκινήτων όσων αγροτών προσπαθούσαν να περάσουν τα οδοφράγματα και να πουλήσουν τα προϊόντα τους.
Το γάλα χυνόταν, τα φορτηγά καταστρέφονταν, οι οδηγοί δέχονταν επιθέσεις, τα λαχανικά και τα σιτηρά σκορπίζονταν στο δρόμο.
Στις 16 Αυγούστου 1932 ο ανταποκριτής της «New York Times» από το Σιου Σίτι της Αϊόβα ανέφερε:
«Δεκάδες φορτηγά φορτωμένα γάλα, γεωργικά προϊόντα και ζώα που κατευθύνονταν στο Σιου Σίτι γύρισαν πίσω σήμερα απ’ όλες σχεδόν τις εθνικές οδούς, αφού οι οδηγοί δέχτηκαν απειλές.
Περισσότερα από 40 φορτηγά ακινητοποιήθηκαν βόρεια της πόλης, όπου ήταν συγκεντρωμένοι εκατοντάδες αγρότες. Μερικά φορτηγά πέρασαν τον κλοιό σπάζοντας ένα ατσάλινο καλώδιο που είχε απλωθεί από τη μια άκρη μιας γέφυρας μέχρι την άλλη.
Ο δρόμος τους κλείστηκε για δεύτερη φορά όταν τους έριξαν σίδερα από σιδηροδρομικές ράγες στις ρόδες τους.
Αλλα φορτηγά σταμάτησαν όταν τα λάστιχά τους τρυπήθηκαν από τσουγκράνες. Αλλα από απλωμένο συρματόπλεγμα, από καρφιά και από οδοφράγματα φτιαγμένα με κορμούς δέντρων».
Στο Λιντς της Αϊόβα, σύμφωνα με τη «New York Times», «ένα φορτηγό με γάλα πέρασε από τις γραμμές των αγροτών, αλλά οι διαδηλωτές έσπασαν το παρμπρίζ του με πέτρες και ξύλα»…
Συνεχίζεται με το Γ’ Μέρος
Πηγή: Ριζοσπάστης