Ο Κοττάκης κρίνει πως η λογοκρισία μας κάνει ένα «σοβιέτ στα καλύτερά του»!
Είναι ο καπιταλισμός, ανόητε…
Τελικά στο μυαλό ενός δεξιού, η Ελλάδα δε θα πάψει ποτέ να είναι… «η τελευταία σοβιετική γωνιά της Ευρώπης».
Τι κι αν έχει καπιταλισμό, τι κι αν την κυβερνάνε οι πιο αντιδραστικές κυβερνήσεις –γαλάζιες και ροζ–, τα σοβιέτ πάντα θα στοιχειώνουν το φαντασιακό του και θα τα βλέπει συνεχώς μπροστά του. Ακόμα κι εκεί που ο καπιταλισμός δείχνει τα δόντια του.
Μια τέτοια περίπτωση είναι ο Μανώλης Κοττάκης –της Δημοκρατίας και της Εστίας.
Σε ένα πρόσφατο άρθρο του καταλήγει σε μια γενικά σωστή εκτίμηση, για το «σιδηρούν παραπέτασμα της δυτικής δημοκρατίας», που «προκρίνει τον βιασμό της σκέψης» και φιμώνει όσους δεν… «μιλάνε καλά».
«Ομιλούμε έτσι πλέον για ένα πολίτευμα και για ένα μοντέλο δυτικής δημοκρατίας με έμβλημα τον φόβο, τη σιωπή και καμιά φορά το ξύλο, την καταστολή. Πολίτευμα με πολίτες ανασφαλείς και ευνουχισμένους. Πολίτευμα με αστυνομία σκέψης. Το ξέρω!»
Ένας από τους διακεκριμένους αστούς δημοσιογράφους δείχνει πόσο σχετική και κίβδηλη είναι η έννοια της «ελεύθερης έκφρασης» στον καπιταλιστικό κόσμο, κι εμείς δε θα είχαμε τίποτα να προσθέσουμε στο τελικό του συμπέρασμα.
Το ζήτημα είναι όμως πώς φτάνει ως εκεί και με τι είδους παραδείγματα το δένει.
Οι αναφορές του Κοττάκη είναι πολιτικά στοχευμένες, π.χ. με άξονα τον Τραμπ.
— Η λογοκρισία στον Τραμπ από δημοσιογράφο και από ψηφιακές πλατφόρμες με τα πιο δημοφιλή ΜΚΔ.
— Οι…«μακαρθικές διώξεις-πογκρόμ» ενάντια σε Ρεπουμπλικάνους ψηφοφόρους από τράπεζες, αεροπορικές εταιρίες, εστιατόρια κτλ.
Αντίστοιχες είναι οι περιπτώσεις που επικαλείται και από την εσωτερική επικαιρότητα.
— Η «υποβάθμιση» της συνέντευξης Σαμαρά από τα ΜΜΕ, στην οποία εξέφραζε επιφυλάξεις για την εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης.[1]
— Το στίγμα του αρνητή που δίνεται σε όποιον διατυπώνει διαφορετική άποψη από την κρατούσα για την πανδημία, ενώ παράλληλα ζητείται η δικαστική δίωξή του.
— Ο φόβος βουλευτών, δημόσιων προσώπων και απλών πολιτών να εκφράσουν τον προβληματισμό τους για την περίπτωση της Μπεκατώρου και όσα καταγγέλλει.
Ο Κοττάκης επιλέγει να μην εκτεθεί ο ίδιος, αλλά να επαναλάβει –μεταφέροντας τα λεγόμενα τρίτων– τις γνωστές απόψεις που ενοχοποιούν το θύμα: Γιατί δεν αντέδρασε η Μπεκατώρου, γιατί άργησε να το καταγγείλει κτλ.
Με την ίδια μέθοδο, προκαλεί έμμεσα τη συμπάθεια του αναγνώστη του προς τον Αδαμόπουλο, που του στερούν το τεκμήριο της αθωότητας:
«Περνά δύσκολες στιγμές, κάνει χημειοθεραπείες […] κάποιοι βιάζονται να τον στείλουν μια ώρα αρχύτερα στον άλλο κόσμο…».
Ο αρθρογράφος λέει πως δεν παίρνει θέση, σχολιάζει όμως πως σε μια δημοκρατία θα έπρεπε να επιτρέπονται τα ερωτήματα.
Και εντελώς τυχαία, διαλέγει να επιλέξει εκείνα που κλείνουν το μάτι στο ακροδεξιό κοινό, φτιάχνοντας ένα συγκεκριμένο βολικό αφήγημα, που παίρνει στοιχεία από την πραγματικότητα, για να την ακυρώσει.
Κατά βάθος όμως, όλοι για τον σοσιαλισμό για την αστική δημοκρατία παλεύουν.
Έτσι, ο διευθυντής της Δημοκρατίας και της Εστίας δίνει εξ αρχής τα αντικομμουνιστικά του διαπιστευτήρια και τα καταθέτει ξανά στον επίλογο.
Λέει ότι η κοινωνική καταπίεση δεν μπορεί να είναι συνταγή μακράς διάρκειας και πως στη Σοβιετική Ένωση κράτησε μόλις 70 χρόνια[2] –το σύστημα όμως θα ξαναβρεί την ισορροπία του.
Σημειώνει πως αυτές οι περιπτώσεις λογοκρισίας θυμίζουν… «σοβιέτ στα καλύτερά του». Και πως ο Στάλιν θα τα βλέπει όλα αυτά από ψηλά και θα μειδιά.
Να και κάτι ακόμα, με το οποίο μπορούμε να συμφωνήσουμε.
Αν μπορούσε να τα δει όλα αυτά ο Στάλιν, θα τον έπιανε μάλλον νευρικό γέλιο με την υστερία των αστών, που βαφτίζουν «σταλινικά» τα δικά τους κατορθώματα και βλέπουν τον μύθο του «ελεύθερου δυτικού κόσμου» να ξεφτίζει επικίνδυνα.
Το παραδέχεται άλλωστε και ο ίδιος ο Κωττάκης –ας το παραθέσουμε ξανά προς επίρρωση:
«Ομιλούμε έτσι πλέον για ένα πολίτευμα και για ένα μοντέλο δυτικής δημοκρατίας με έμβλημα τον φόβο, τη σιωπή και καμιά φορά το ξύλο, την καταστολή. Πολίτευμα με πολίτες ανασφαλείς και ευνουχισμένους. Πολίτευμα με αστυνομία σκέψης».
Όλα αυτά δεν είναι κάποια παρέκκλιση από το μοντέλο της αστικής δημοκρατίας, αλλά η τελική του συνέπεια. Και σίγουρα δεν έχουν ούτε μακρινή σχέση με όσα γίνονταν στις σοσιαλιστικές χώρες.
Όπως είχε πει προφητικά ο Λένιν:
«Η χειρότερη δικτατορία του προλεταριάτου είναι ένα εκατομμύριο φορές πιο δημοκρατική από την καλύτερη αστική δημοκρατία».
Και όπως θα μπορούσε να βεβαιώσει τον Κοττάκη, ο (συμ)παρουσιαστής του στο ραδιόφωνο, οι καταστάσεις που ζούμε, ή όξυνση της άγριας καταστολής, δεν είναι κάποια μορφή «σταλινισμού».
Είναι ο καπιταλισμός, ηλίθιε... –έτσι λέει ο τίτλος του βιβλίου.
Σημείωση:
[1]. Σημειώνουμε πως υποβαθμίζεται πρωτίστως μάλλον από τον ίδιο τον Σαμαράα, καθώς παρά τις όποιες φραστικές κορώνες, δεν αναμένεται να διαφοροποιήσει την ψήφο του στη Βουλή.
[2]. Λίγα λεπτά στην αιωνιότητα του ιστορικού χρόνου.