Φιντέλ Κάστρο: «Καταδικάστε με δεν έχει σημασία! Η ιστορία θα με δικαιώσει!»
93 χρόνια από τη γέννηση του μεγάλου επαναστάτη
Ο Φιντέλ Κάστρο γεννήθηκε στις 13 Αυγούστου 1926 και ήταν, αδιαμφισβήτητα, μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της σύγχρονης πολιτικής σκηνής και της ιστορίας του 20ου αιώνα.
Κομμουνιστής και ηγέτης της Κουβανικής Επανάστασης και της Σοσιαλιστικής Οικοδόμησης, εμπνευστής για δεκάδες επαναστατικά κινήματα, το έργο του εμπνέει μέχρι σήμερα εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο το κόσμο.
Μπροστάρης στον αγώνα κατά του ιμπεριαλισμού, πάλεψε κυριολεκτικά μέσα στο στόμα του λύκου, κι εκείνος για να εξουδετερώσει την απειλή που αντιπροσώπευαν οι ιδέες του Κάστρο χρησιμοποίησε όλα τα μέσα.
Δεν είναι τυχαίο πως ενάντια στον Φιντέλ οι ιμπεριαλιστές οργάνωσαν περισσότερες επιθέσεις από οποιονδήποτε άλλο αντίπαλό τους.
Περισσότερες από 630 (!!) απόπειρες δολοφονίας, οργανώθηκαν εναντίον του γεγονός που δείχνει τον τεράστιο φόβο των αστών προς το πρόσωπό του.
Το βιβλίο «Η ιστορία θα με δικαιώσει»περιέχει την απολογία του Φιντέλ Κάστρο στη δίκη που ακολούθησε την αποτυχημένη επίθεση στο στρατόπεδο Μονκάδα της Κούβας (Κίνημα της 26ης Ιούλη), κατά του δικτατορικού καθεστώτος Μπατίστα, ένας καταπέλτης ενάντια στην τυραννία και τη διαφθορά της αστικής εξουσίας.
Στη απολογία, αποσπάσματα της οποίας παραθέτω και σχολιάζω, διακρίνεται ένα είδος μανιφέστου ή και διακήρυξης του απελευθερωτικού αγώνα του κουβανικού λαού.
«Καταδικάστε με δεν έχει σημασία! – Η ιστορία θα με δικαιώσει!» Αποσπάσματα της απολογίας του Φιντέλ
1. «Ο κύριος εισαγγελέας έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον να μάθει τις πιθανότητες επιτυχίας μας. Αυτές οι πιθανότητες βασίζονταν σε τεχνικούς, στρατιωτικούς και κοινωνικούς παράγοντες.
Προσπάθησαν να θεμελιώσουν το μύθο ότι τα σύγχρονα όπλα κάνουν το λαό ανίκανο να ανατρέψει τυράννους.
Οι στρατιωτικές παρελάσεις και η επίδειξη των πολεμικών μηχανών χρησιμοποιούνται για τη διαιώνιση αυτού του μύθου και για να δημιουργήσουν στο λαό ένα αίσθημα ανικανότητας. Κανένα όπλο, καμιά βία δεν μπορεί να νικήσει το λαό, όταν έχει αποφασίσει να διεκδικήσει τα δικαιώματα του. Πάμπολλα τα παραδείγματα, στο παρελθόν και στο παρόν.
Κατά την διάρκεια της δίκης του Φιντέλ
Πρόσφατα έγινε μια εξέγερση στη Βολιβία, στη διάρκεια της οποίας εργάτες ορυχείων καθηλωσαν τα συντάγματα του στρατού χρησιμοποιώντας δυναμίτη. Ευτυχώς, όμως, εμείς οι Κουβανοί δεν χρειάζεται να αναζητήσουμε παραδείγματα σε άλλες χώρες.
Κανένα παράδειγμα δεν εμπνέει όσο αυτό της χώρας μας.
Κατά τη διάρκεια του πολέμου του 1895 υπήρχαν στην Κούβα σχεδόν μισό εκατομμύριο ένοπλοι Ισπανοί στρατιώτες, πολύ περισσότεροι από κείνους στους οποίους μπορεί να υπολογίζει σήμερα ο δικτάτορας για να συγκρατήσει έναν πληθυσμό πέντε φορές μεγαλύτερο.
Τα όπλα των Ισπανών ήταν και πιο σύγχρονα και πιο ισχυρά από τα όπλα των εξεγερμένων.
Στα βουνά της ανατολικής Κούβας με τον αδελφό του Ραούλ (αριστερά) και τον Καμίλο Σιενφουέγος -εμβληματική μορφή της Κουβανικής Επανάστασης που πέθανε το 1959 από πτώση αεροσκάφους στο οποίο επέβαινε
Σε πολλές από τις συγκρούσεις οι Ισπανοί είχαν στη διάθεσή τους κανόνια και το πεζικό χρησιμοποιούσε τουφέκια παρόμοια με αυτά που χρησιμοποιεί το πεζικό και σήμερα.
Οι Κουβανοί πολεμούσαν μόνο με τις ματσέτες τους, δεδομένου ότι οι φυσιγγιοθήκες τους ήταν σχεδόν πάντα άδειες.
[…] Έτσι πολεμάνε οι λαοί όταν θέλουν να κερδίσουν την ελευθερία τους: Πετούν πέτρες στα αεροπλάνα και αναποδογυρίζουν τανκς».
Εδώ ο Φιντέλ καυτηριάζει τις «παραστάσεις στρατιωτικής υπεροχής» από μεριάς της δικτατορίας και προβάλει ιστορικό ντοκουμέντο του Μιρό Αρχεντέρ,[1] στο οποίο διακρίνονται οι εξεγερμένοι να χτυπούν, ακόμη και με γυμνά χέρια, τους Ισπανούς αποικιοκράτες
θέλοντας να τονίσει, πως όταν ένας λαός αγωνίζεται για να διεκδικήσει όσα του ανήκουν, αποκτά μια φυσική υπεροχή ισχυρότερη από τα κανόνια και την υπεροπλία του καταπιεστή – ταξικού αντιπάλου.
2. «Είπα νωρίτερα ότι ο δεύτερος συλλογισμός, στον οποίο βασίσαμε τις ελπίδες μας ότι θα νικήσουμε, ήταν κοινωνικής φύσης, δεδομένου ότι ήμασταν βέβαιοι πως ο λαός θα μας υποστήριζε.
Όταν μιλάω για το λαό, δεν αναφέρομαι στους βολεμένους, στα συντηρητικά στοιχεία του έθνους, που καλωσορίζουν κάθε καταπιεστικό καθεστώς, κάθε δικτατορία, υποκλινόμενοι στον αφέντη της στιγμής μέχρι να γδαρθούν τα κούτελά τους στο χώμα.
Όταν μιλάμε για αγώνα, λαός σημαίνει η μεγάλη προδομένη μάζα, στην οποία όλοι δίνουν υποσχέσεις και όλοι την εξαπατούν.
Μιλάμε για το λαό που λαχταράει μια καλύτερη, πιο αξιοπρεπή και δίκαιη πατρίδα. Που κίνητρο του είναι να βρει τη προγονική δικαίωση, γιατί γενιές ολόκληρες υπέφεραν από αδικίες και κοροϊδίες.
Που λαχταράει να γίνουν μεγάλες και σοφές αλλαγές σε όλους τους τομείς. Το λαό που, όταν πιστεύει σε κάτι ή σε κάποιον – και ακόμα περισσότερο όταν πιστεύει στον εαυτό του – για να πετύχει αυτές τις αλλαγές είναι έτοιμος να χύσει και την τελευταία σταγόνα από το αίμα του.
Η πρώτη προϋπόθεση για να υπηρετήσεις ένα σκοπό με ειλικρίνεια και καλή πίστη είναι να κάνεις αυτό που δεν κάνει ποτέ κανείς, να μιλάς με σαφήνεια και χωρίς φόβο.
Οι δημαγωγοί και οι επαγγελματίες πολιτικοί, οι οποίοι καταφέρνουν να επιτελούν το θαύμα να έχουν πάντα δίκιο σε όλα και να είναι ευχάριστοι σε όλους, δεν μπορεί παρά να τους εξαπατούν όλους για τα πάντα.
Οι επαναστάτες οφείλουν να διακηρύττουν τις ιδέες τους με θάρρος, να προσδιορίζουν τις αρχές τους και να εκφράζουν τις προθέσεις τους, έτσι ώστε κανείς να μην εξαπατάται, ούτε φίλος ούτε εχθρός».
Στα λόγια του Φιντέλ μπορούμε να εντοπίσουμε την ειδοποιό διαφορά μεταξύ των επαναστατών και των αστών πολιτικών, που εξυπηρετούν τα συμφέροντα μιας μειοψηφίας που καταπιέζε άγρια τον κουβανικό λαό.
Τους καταπιεσμένους στη συνέχεια της απολογίας του αναφέρει, ανά τάξη και στρώμα, με αριθμητικά στοιχεία:
3. «Ο λαός, στον οποίον υπολογίζαμε για τον αγώνα μας, απαρτίζεται από τους παρακάτω: 700.000 Κουβανοί χωρίς δουλειά που θέλουν να κερδίσουν το ψωμί τους τίμια, χωρίς να χρειαστεί να φύγουν μετανάστες για να ζήσουν.
500.000 εργάτες γης που ζουν σε άθλια παραπήγματα. […] 400.000 βιομηχανικοί εργάτες και λιμενεργάτες […] 100.000 μικροκαλλιεργητές […]
30.000 δάσκαλοι και καθηγητές, που είναι τόσο αφοσιωμένοι και απαραίτητοι για να έχουν καλύτερη τύχη οι μελλοντικές γενιές, παρότι δουλεύουν σε άσχημες συνθήκες και με κακές αμοιβές.
[…] 20.000 μικροεπιχειρηματίες […] 10.000 νέοι επαγγελματίες, γιατροί, μηχανικοί, δικηγόροι, κτηνίατροι, δάσκαλοι, οδοντίατροι, φαρμακοποιοί, δημοσιογράφοι, ζωγράφοι, γλύπτες κ.λπ.
[…] Αυτοί είναι ο λαός, οι άνθρωποι που έχουν γνωρίσει τη δυστυχία και, για αυτό, μπορούν να την πολεμήσουν με απαράμιλλο θάρρος.
Στους ανθρώπους αυτούς, που ο δρόμος της ζωής τους έχει στρωθεί με προδοσίες και ψεύτικες υποσχέσεις δεν επρόκειτο να πούμε: Στο τέλος θα σας δώσουμε αυτά που χρειάζεστε, αλλά:
Πολεμήστε με όλες σας τις δυνάμεις ώστε να κερδίσετε την ελευθερία και την επιτυχία!»
Φιντέλ Κάστρο: «Καταδικάστε με δεν έχει σημασία! Η ιστορία θα με δικαιώσει!»
Κρατώντας απόκομμα αμερικανικής εφημερίδας κατά τη διάρκεια επίσκεψής του στη Νέα Υόρκη (1959) που αναγράφει «Πολλοί θέλουν νεκρό τον Κάστρο». Σε ερώτηση δημοσιογράφου για το ενδεχόμενο μιας απόπειρας δολοφονίας, απάντησε: «Στην Κούβα είχαν τεθωρακισμένα, αεροπλάνα και το έβαλαν στα πόδια. Γιατί λοιπόν να το επιχειρήσουν εδώ; Κοιμάμαι καλά και δεν ανησυχώ καθόλου»
Στο ζήτημα της πορείας και του μέλλοντος της χώρας ο Φιντέλ παρουσιάζει ένα άμεσο, πρόγραμμα της επαναστατικής κυβέρνησης, που στόχο είχε την εξάλειψη της ανεργίας και όσων φαινομένων καταδυναστεύουν τους πολίτες.
Ένα επαναστατικό πρόγραμμα, που παρά τα προβλήματα και τον διεθνή εμπορικό αποκλεισμό, που επέβαλαν οι ΗΠΑ εδώ και σχεδόν 60 χρόνια, η Κουβανική Σοσιαλιστική Επανάσταση εφάρμοσε κι υλοποίησε σε τεράστιο βαθμό.
Η Κούβα, ένα νησί στη τριτοκοσμική Καραϊβική, κάτω από τα ρουθούνια των ΗΠΑ, με τις τελευταίες να νιώθουν τη φλόγα της επιτυχίας της επανάστασης να τους προσπερνά και να τσακίζει κάθε ενέργεια εναντίον της.
Ακόμη και η Παγκόσμια Τράπεζα σε επίσημη εκθεσή της παραδέχεται πως η Κούβα διαθέτει ένα από τα πιο ολοκληρωμένα συστήματα Παιδείας, Υγείας και Κοινωνικής Πρόνοιας:
«Η Κούβα είναι διεθνώς αναγνωρισμένη για τα επιτεύγματά της στους τομείς της εκπαίδευσης και της υγείας […] Από την Κουβανική Επανάσταση το 1959 και μέχρι σήμερα, η χώρα έχει δημιουργήσει ένα σύστημα κοινωνικής πρόνοιας που εγγυάται την δωρεάν πρόσβαση όλων των πολιτών της στην εκπαίδευση και στην υγειονομική περίθαλψη […].
Άλλο επίτευγμα του νησιού είναι η εξάλειψη ορισμένων ασθενειών, η προσφορά ασφαλούς νερού και διάφορα άλλα βασικά για τη δημόσια υγεία. Η Κούβα έχει έναν από τους χαμηλότερους δείκτες σε ποσοστά βρεφικής θνησιμότητας στην περιοχή και έναν από τους μεγαλύτερους σε προσδόκιμο ζωής».
Σύμφωνα με τον κομαντάντε Φιντέλ λοιπόν:
4. «Μια επαναστατική κυβέρνηση, έχοντας την υποστήριξη του λαού και το σεβασμό του έθνους, αφου ξεκαθάριζε τους θεσμούς της χώρας από τους διεφθαρμένους, θα προχωρούσε άμεσα στην εκβιομηχάνιση της χώρας κινητοποιώντας όλα τα ανενεργά κεφάλαια – που υπολογίζονται σήμερα σε 150 εκ. δολάρια – μέσω της Εθνικής Τράπεζας και της Αγροτικής και Βιομηχανικής Τράπεζας,
και αναθέτοντας αυτό το γιγάντιο έργο σε καταρτισμένους και ικανούς ανθρώπους, οι οποίοι θα αναλάμβαναν τη μελέτη, τη διοίκηση, το σχεδιασμό και την υλοποίηση του, απαλλαγμένοι από πολιτικές μηχανορραφίες.
Αφού απέδιδε στους 100.000 μικροκαλλιεργητές την ιδιοκτησία της γης που μέχρι τώρα νοίκιαζαν, η επαναστατική κυβέρνηση θα προχωρούσε άμεσα στη διευθέτηση του προβλήματος της γης.
Πρώτα, όπως ορίζει το σύνταγμα, θα προσδιόριζε τη μέγιστη έκταση γης που μπορεί να κατέχει κάθε αγροτική επιχείρηση και οι πλεονάζουσες εκτάσεις θα επιστρέφονταν στο κράτος με απαλλοτριώσεις.
Επίσης, η κυβέρνηση θα ανακτούσε τις καταπατημένες εκτάσεις και θα αποξήραινε έλη, θα δημιουργούσε μεγάλα φυτώρια και θα όριζε αναδασωτέες περιοχές.
Στη συνέχεια θα διένειμε τις υπολειπόμενες εκτάσεις γης σε αγρότες, με προτεραιότητα στις πολυμελείς οικογένειες, και θα προωθούσε τους γεωργικούς συνεταιρισμούς για την από κοινού χρήση ακριβών μηχανημάτων και ψυκτικών εγκαταστάσεων, αλλά και για την παροχή τεχνικής και επαγγελματικής καθοδήγησης σε γεωργικά και κτηνοτροφικά θέματα.
Τέλος, θα παρείχε πόρους, εξοπλισμό, προστασία και συμβουλευτική υποστήριξη στους αγρότες.
Η επαναστατική κυβέρνηση θα έλυνε του στεγαστικό πρόβλημα επιβάλλοντας τη μείωση των ενοικίων στο μισό, παρέχοντας φοροαπαλλαγές για την ιδιοκατοίκηση, τριπλασιάζοντας τους φόρους στα έσοδα από ενοικιαζόμενα σπίτια,
κατεδαφίζοντας τα παραπήγματα και αντικαθιστώντας τα με σύγχρονα πολυώροφα κτίρια και παρέχοντας χρηματοδότηση για την κατασκευή κατοικιών σε ολόκληρο το νησί, σε πρωτοφανή κλίμακα, με το κριτήριο ότι, όπως κάθε αγροτική οικογένεια πρέπει να έχει ένα δικό της κομμάτι γη, κάθε αστική οικογένεια πρέπει να έχει το δικό της σπίτι ή διαμέρισμα.
Υπάρχει πληθώρα οικοδομικών υλικών και υπεραρκετό εργατικό δυναμικό για να αποκτήσει κάθε Κουβανός ένα αξιοπρεπές σπίτι.
Αν όμως συνεχίσουμε να περιμένουμε το θαύμα του χρυσού μοσχαριού, χίλια χρόνια θα περάσουν και το πρόβλημα θα παραμένει ίδιο.
Από την άλλη, οι δυνατότητες να φτάσει ο ηλεκτρισμός στα πιο απομονωμένα σημεία της Κούβας είναι σήμερα μεγαλύτερες παρά ποτέ.
Σε αυτό τον τομέα η χρήση της πυρηνικής ενέργειας είναι πλέον πραγματικότητα και μπορεί να μειώσει σημαντικά το κόστος παραγωγής της ηλεκτρικής ενέργειας.
Με αυτές τις τρεις μεταρρυθμίσεις η ανεργία θα εξαφανιζόταν αυτόματα και η βελτίωση της δημόσιας υγείας θα ήταν πολύ πιο εύκολο έργο.
Τέλος, η επαναστατική κυβέρνηση θα αναλάμβανε την ολοκληρωτική μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος, με στόχο να εκπαιδεύσει τις γενιές που θα έχουν το προνόμιο να ζήσουν σε μια ευτυχισμένη χώρα.
Ας μη ξεχνάμε τα λόγια του Αποστόλου:[2]
«Ένα πολύ σοβαρό λάθος γίνεται στην Λατινική Αμερική: Σε χώρες που επιβιώνουν σχεδόν αποκλειστικά χάρη στα προϊόντα της γης, οι άνθρωποι εκπαιδεύονται αποκλειστικά για την αστική ζωή κι όχι για την αγροτική ζωή. Ο πιο ευτυχισμένος λαός είναι εκείνος που έχει εκπαιδεύσει τα παιδιά του σύμφωνα με τα όσα ορίζει η σκέψη αλλά κι η καρδιά του… Ένας λαός εκπαιδευμένος θα είναι πάντα ισχυρός κι ελεύθερος…»
Αντί επιλόγου, παραθέτω δυο από τις τελευταίες παραγράφους της απολογίας, στις οποίες αποτυπώνεται η ιδεολογική, πολιτική κι ηθική ανωτερότητα ενός αλύγιστου κομμουνιστή ηγέτη:
Φιντέλ Κάστρο: «Καταδικάστε με δεν έχει σημασία! Η ιστορία θα με δικαιώσει!»
5. «Έφτασα στο τέλος της απολογίας μου αλλά δεν προτίθεμαι να την τελειώσω όπως συνηθίζουν οι δικηγόροι, ζητώντας την αθώωση του κατηγορουμένου. Δεν μπορώ να ζητήσω ελευθερία για μένα όταν οι σύντροφοί μου υποφέρουν στην επονείδιστη φυλακή του Νησιού των Πεύκων.
Στείλτε με εκεί μαζί τους, να μοιραστώ κι εγώ τη μοίρα τους.
Είναι αναμενόμενο, τίμιοι άνθρωποι να πεθαίνουν ή να οδηγούνται στη φυλακή σε μια «δημοκρατία» στην οποία ο πρόεδρος είναι εγκληματίας και κλέφτης. […]
Ξέρω πως η φυλακή θα είναι για μένα σκληρή, όπως είναι πάντα για όλους, με θρασύδειλες απειλές και διεστραμμένα βασανιστήρια.
Αλλά δεν φοβάμαι τη φυλακή, όπως δεν φοβάμαι και την οργή του άθλιου τυράννου που πήρε τις ζωές εβδομήντα συντρόφων μου. Καταδικάστε με, δεν έχει σημασία: Η ιστορία θα με δικαιώσει!»
Το δικαστήριο τον καταδίκασε σε 15 χρόνια φυλάκιση στο σωφρονιστήριο του Λος Πίνος (Νησί των Πεύκων), που σήμερα ονομάζεται Ίσλα δε Χουβεντούδ (Νησί της Νιότης).
Η δικαίωση δεν άργησε να έρθει. Πέντε χρόνια, πέντε μήνες και πέντε μέρες αργότερα, την 1η του Γενάρη του 1959 η Επανάσταση νίκησε, καθώς την ίδια μέρα δόθηκε η αποφασιστική μάχη στη Σάντα Κλάρα με νίκη των επαναστατών.
Την προηγούμενη, 31 του Δεκέμβρη 1958, ο δικτάτορας Μπατίστα είχε εγκαταλείψει τη χώρα, φεύγοντας κρυφά για τον Άγιο Δομίνικο.
Με τη νίκη της Επανάστασης αποδείχθηκε πως ο ιμπεριαλισμός δεν είναι ανίκητος.
Κομαντάντε, ναι! Η ιστορία σε δικαίωσε!
Σημειώσεις:
[1]. Μιρό Αρχεντέρ: Αρχηγός του επιτελείου του Αντόνιο Μασέο.
[2]. «Απόστολος» ήταν ένα από τα προσωνυμία του Χοσέ Μαρτί, πατέρα της ανεξαρτησίας της Κούβας. Ηγέτης της εξέγερσης του 1895, μέχρι το θάνατό του σε μάχη, στις 19 Μαΐου του 1895.