Η ιστορία του Γιουτσώφ πριν γίνει ο «Έμπαινε Γιούτσο»!
Ο άσος του Ολυμπιακού κάνει «σκόνη και θρύψαλα» βασικά επιχειρήματα στα οποία στηρίχτηκε η αντικομμουνιστική προπαγάνδα από τον εμφύλιο εώς σήμερα
Ο Νίκος Γιούτσος -ένας από τους μεγαλύτερους παίκτες όλων των εποχών- πρόσφατα παραχώρησε μια αποκαλυπτική συνέντευξη στον δημοσιογράφο Θέμη Σινάνογλου στην εφημερίδα «ΦΩΣ».
Ο άσος του Ολυμπιακού κάνει «σκόνη και θρύψαλα» βασικά επιχειρήματα στα οποία στηρίχτηκε η αντικομμουνιστική προπαγάνδα στην χώρα μας, από τον εμφύλιο εώς σήμερα.
Ο Γιούτσος μίλησε για την κατάσταση που επικρατούσε στις Λαϊκές Δημοκρατίες -κυρίως στην Ουγγαρία – όπου πήγε λίγο πριν το τέλος του εμφυλίου.
Ο Γιούτσος δεν μπόρεσε να μην εστιάσει στην αναπόφευκτη σύγκριση των κομμουνιστικών «καθεστώτων» με την κατάσταση που επικρατούσε στην «ελεύθερη» καπιταλιστική Ελλάδα, ιδιαιτέρως την περίοδο που ερχόταν στην χώρα μας για να παίξει μπάλα στον Ολυμπιακό.
Παραθέτουμε το μεγαλύτερο μέρος της συνέντευξης καθώς και τον πρόλογο του Θέμη Σινάνογλου: (Οι υπογραμμίσεις δικές μας)
Η ιστορία του Γιουτσώφ που έγινε «Έμπαινε Γιούτσο»
«Γιουτσώφ κυρίες και κύριοι. Εμφύλιος τότε… Μια ξεχωριστή ιστορία από έναν πολύ μεγάλο παίκτη.
Όταν ήρθε στην Ελλάδα έπαιζε ποδόσφαιρο από άλλο πλανήτη.
Γιατί όμως Γιουτσώφ ο «Έμπαινε Γιούτσο»;
Διαβάστε την ιστορία που μας είπε ο ίδιος:
– «Ήρθατε ως Γιουτσώφ στον Ολυμπιακό;
Ναι, και στο σχολείο στην Ουγγαρία που πήγαινα, έτσι με έλεγαν.
– Πόσο χρονών πήγατε στην Ουγγαρία; Σχολείο στην Ελλάδα πήγατε;
Όχι, δεν πρόλαβα. Στα 6-7 μου με πήρανε…
– Από πού; Και με το καλό σας πήρανε, ή με «παιδομάζωμα»;
Το χωριό μου ήταν έξω από την Καστοριά, το Μακροχώρι. Ήταν ανταρτοκρατούμενα μέρη αυτά.
Με το ζόρι δεν πήρανε κανέναν εκεί! Μας πήρανε για να μην σκοτωθούμε γιατί βομβαρδίζανε.
Και είπαν ότι πρόχειρα θα φεύγαμε και σύντομα θα γυρίζαμε πίσω… (χαμογελάει). Αλλά δεν γυρίσαμε. Επικρατήσανε οι άλλοι. Ο κυβερνητικός στρατός.
– Οι γονείς σας ήρθαν μαζί σας στην Ουγγαρία;
Όχι, με πήρανε μόνο μου, ένα παιδί ήμουν. Ο πατέρας μου είχε πεθάνει και η μάνα μου είχε ξαναπαντρευτεί.
Στην Ουγγαρία πήγα με την αδερφή μου.
– Και πού πήγατε, τι κάνατε;
Εσωτερικός σε κολέγιο μέσα.
– Ορφανοτροφείο;
Κάτι τέτοιο αλλά σε πολύ υψηλότερα στάνταρτς. Κοιμόμασταν μέσα, τρώγαμε μέσα, σχολείο εκεί, μπάλα εκεί. Οργανωμένη εκπαίδευση στη μπάλα.
Στην εκπαίδευση στον αθλητισμό έδιναν μεγάλη βάση τα κομουνιστικά καθεστώτα τότε. Και παίρναμε και πολύ καλά λεφτά!
– Και με μια Ουγγαρία εκείνη την εποχή μέσα στις καλύτερες εθνικές της Ευρώπης.
Ήταν μέσα στις καλύτερες Εθνικές του κόσμου όλου! Διεκδικούσε να πάρει το Παγκόσμιο Κύπελλο. Με παικταράδες που άφησαν εποχή.
Η ιστορία του Γιουτσώφ πριν γίνει ο «Έμπαινε Γιούτσο»!
– Πόσο χρονών ήρθατε στην Ελλάδα;
22 χρονών.
– Ελληνικά δεν ξέρατε;
Όχι, έλεγα μια «καλημέρα» μόνο.
– Πώς μάθατε;
Από τις εφημερίδες. Το Αλφάβητο το ήξερα.
– Και το ΦΩΣ βοήθησε;
Ε, βέβαια! Όχι μόνο στο να μάθω ελληνικά, αλλά και στο ότι ήρθα στον Ολυμπιακό!
– Ο Θόδωρος Νικολαίδης.
Ουσιαστικά αυτός μαζί με τον Λαναρά μεσολάβησαν και δεν πήγα στην ΑΕΚ. Η ΑΕΚ είχε μάθει πρώτη για εμένα μέσω της πρεσβείας όπου είχε άνθρωπο δικό της.
Έπαιζα σε καλή ομάδα στην Ουγγαρία, όχι αστεία. Με παρέμβαση Θόδωρου Νικολαίδη και Λαναρά, ήρθα στον Ολυμπιακό.
– Τα λεφτά από τον Ολυμπιακό καλά;
Δεν ήμασταν επαγγελματίες, δυστυχώς. Αλλά έπαιρνα περισσότερα από τους άλλους, όταν ήρθα.
Είχα μάθει άλλο ποδόσφαιρο, έπαιζα άλλο ποδόσφαιρο. Όταν πρωτοήρθα εδώ έπαθα σοκ..!
– Δηλαδή;
Είδα ένα χάλι και ήθελα να φύγω!
Δεν είχε νορμάλ γήπεδα εδώ. Δεν είχαμε σοβαρό χορτάρι. Δεν είχαμε καλά – καλά νορμάλ ποδοσφαιρικά παπούτσια.
Υπήρχαν μεγάλες διαφορές με την Ουγγαρία τότε.
– Είστε ο μόνος μεγάλος παίκτης που συνδέει δύο σπουδαίες ομάδες, του Μπούκοβι και του Γουλανδρή.
Πράγματι. Ο Μπούκοβι να ξέρεις ήταν τεράστιος προπονητής. Όταν ήρθε στον Ολυμπιακό ήταν στην Εθνική Ουγγαρίας για χρόνια και αήττητος.
– Αληθεύει ότι έφυγε λόγω Χούντας;
Αληθεύει.
– Εσείς είχατε προβλήματα με τη Χούντα;
Εγώ όχι.
– Μου έχουν πει παλιοί παίκτες για εσάς ότι είχατε και τα δύο πόδια. Αυτό ήταν από δουλειά;
Πρέπει να το έχεις και μέσα σου, αλλά ναι, το είχα δουλέψει.
Το ατού μου δεν ήταν μόνο το ότι σούταρα και με τα δύο πόδια, αλλά το ότι έπαιζα γρήγορα και με το κεφάλι ψηλά. Είχα μάθει άλλο ποδόσφαιρο από μικρός.
– Πόσα λεφτά θα παίρνατε αν παίζατε τώρα;
(Γελάει). Οπωσδήποτε το ποδόσφαιρο έχει αλλάξει, αλλά εγώ πιστεύω ότι το στιλ μου θα ταίριαζε και στο τωρινό ποδόσφαιρο. Γιατί έπαιζα κάθετα. Όχι πλάγια. Έμπαινα κάθετα.
Με τους κανονισμούς που υπάρχουν τώρα οι οποίοι προστατεύουν τον μπαλαδόρο, θα κέρδιζα πολλά φάουλ, αποβολές, πέναλτι.
– Το «έμπαινε Γιούτσο» ποιος το έβγαλε;
Ένας μικροπωλητής στο γήπεδο, νομίζω μπάρμπα – Νίκο τον έλεγαν.
– Πείτε μου για τον Κόκκαλη. Πότε τον γνωρίσατε και κολλήσατε;
Γίναμε πολύ φίλοι και κουμπάροι, βάπτισε το παιδί μου. Τον ήξερα από την Ουγγαρία κιόλας που ήμουν, λόγω του πατέρα του. Τον γνώρισα πρώτη φορά το 1964.
– Τώρα μιλάτε;
Έχω πολύ καιρό να μιλήσω. Τελευταία φορά που τον είδα ήταν στο θάνατο του παιδιού του. Είναι ένας πανέξυπνος άνθρωπος. Και υπήρξε μεγάλος πρόεδρος του Ολυμπιακού.
– Πείτε μου για τον Γουλανδρή περιστατικά.
Είναι πολλά. Ο Γουλανδρής ήταν σε άλλο στιλ, μια κατηγορία μόνος του. Τον θεωρούσαν μερικοί ότι ήταν εκτός τόπου και χρόνου, όμως αυτός ήξερε τι έκανε ανά πάσα στιγμή.
– Κορυφαία ήταν η ομάδα του Γουλανδρή που έκανε όλα τα ρεκόρ σε άμυνα και επίθεση;
Πράγματι είχαμε πολλούς σπουδαίους παίκτες τότε. Πολλούς σε αριθμό και σε όλες σχεδόν τις θέσεις. Όμως νομίζω ότι η πεντάδα μπροστά επί Μπούκοβι δεν έχει ξαναυπάρξει.
– Πείτε τα ονόματα.
Σιδέρης, Μποτίνος, Γιούτσος, Αριστείδης Παπάζογλου και Βασιλείου.
– Ποιον συμπαίκτη θαυμάζατε πιο πολύ;
Τον Σιδέρη. Τον θεωρώ τον μεγαλύτερο κυνηγό απ’ όλους.
– Είχατε φίλο κάποιον ηθοποιό ή τραγουδιστή;
Τον Μητροπάνο. Και τον Μπηθικώτση. Αλλά δεν ήμουν πολύ ξενύχτης εγώ.
– Γυναίκες; Καμία διάσημη; Σαν τον Στεφανάκο;
(Γελάει). Όχι, ήμουν παντρεμένος!
– Πόσο χρονών παντρευτήκατε;
Στα 23!
– Λάθος;
Όχι μωρέ, εντάξει. Όλα καλά. Ακόμα μαζί είμαστε!
– Ποιον αντίπαλο υπολογίζατε περισσότερο;
Όχι κάποιον ιδιαίτερα.
– Τον Δομάζο;
Ο Δομάζος έπαιζε άλλο ποδόσφαιρο, είχε μάθει στη γειτονιά να παίζει… Εγώ είχα μάθει διαφορετικό ποδόσφαιρο. Στον Δομάζο πάντως θαύμαζα το πάθος του για το ποδόσφαιρο.
– Ποιος αντίπαλος σάς δυσκόλευε πιο πολύ στο μαρκάρισμα;
Δεν είχα απρόβλημα ό,τι και αν έκαναν. Και δεν αντιδρούσα όταν με χτυπούσαν.
Όχι σαν τον Ποντένσε στην Ξάνθη που η αντίδρασή του ήταν απαράδεκτη και άφησε την ομάδα με δέκα.
Και εμένα με προκαλούσαν αλλά δεν έκανα τέτοια πράγματα».
Πηγή: fosonline.gr