Επαναστατική τακτική και επανάσταση ως τέχνη – Επίλογος
Η επιλογή της στιγμής της τελικής εφόδου
Συνέχεια από το 3ο Μέρος
Η ένοπλη εξέγερση είναι πολεμική επιχείρηση που θα πρέπει να κατευθύνεται στην κατάληψη της εξουσίας.
Χρειάζεται όχι μόνο έγκαιρη εκτίμηση συνθηκών επαναστατικής κατάστασης, αλλά και σωστή εκτίμηση της πιο κατάλληλης στιγμής, όταν ο αντίπαλος βρίσκεται σε μεγαλύτερη αδυναμία, όταν είναι αποδυναμωμένος από εσωτερικούς και εξωτερικούς συμμάχους.
Η στιγμή της τελικής σύγκρουσης πρέπει να επιλεχτεί προσεχτικά, «χτες ήταν νωρίς, αύριο θα είναι αργά» σημείωνε ο Λένιν παραμονές της Οκτωβριανής Επανάστασης.
Ποια είναι τα κριτήρια της πλήρους ωριμότητας της επαναστατικής κατάστασης και της ετοιμότητας των επαναστατικών δυνάμεων για την ένοπλη εξέγερση;
Ο Λένιν απαντούσε:
«Εδώ πρέπει να βάλεις στον εαυτό σου όχι μόνο το ερώτημα αν έχουμε πείσει την πρωτοπορία της επαναστατικής τάξης, αλλά ακόμη και το ερώτημα αν οι ιστορικά ενεργητικές δυνάμεις όλων των τάξεων, όλων απολύτως των τάξεων μιας δοσμένης κοινωνίας, χωρίς καμία εξαίρεση, είναι διαταγμένες έτσι, ώστε η αποφασιστική μάχη να είναι πια εντελώς ώριμη,
έτσι ώστε (1) όλες οι εχθρικές προς εμάς ταξικές δυνάμεις να τα έχουν αρκετά χαμένα, να έχουν αρκετά φαγωθεί αναμεταξύ τους, αρκετά εξασθενίσει από έναν αγώνα ανώτερο από τις δυνάμεις τους,
έτσι ώστε (2) όλα τα ταλαντευόμενα, διστακτικά, ασταθή, ενδιάμεσα στοιχεία, δηλαδή η μικροαστική τάξη, η μικροαστική δημοκρατία σε διάκριση από την αστική τάξη, να έχουν αρκετά ξεσκεπαστεί μπροστά στο λαό, να έχουν αρκετά ρεζιλευτεί με τη χρεοκοπία τους στην πράξη,
έτσι ώστε (3) στο προλεταριάτο να έχει αρχίσει και να αναπτύσσεται εντατικά μια μαζική τάση για υποστήριξη πιο αποφασιστικών, απεριόριστα τολμηρών, επαναστατικών ενεργειών ενάντια στην αστική τάξη.
Τότε η επανάσταση θα είναι πιο ώριμη, τότε η νίκη μας, αν έχουμε υπολογίσει σωστά όλους τους όρους που σημειώσαμε και περιγράψαμε σύντομα παραπάνω και αν έχουμε διαλέξει σωστά τη στιγμή, η νίκη μας είναι εξασφαλισμένη».[1]
Ο Λένιν απέδειξε τις ριζικές διαφορές που υπάρχουν στη μαρξιστική προσέγγιση του ζητήματος από αυτή των μπλανκιστών και αναρχικών στοιχείων, που ξεκόβουν την εξέγερση από την επαναστατική πάλη των μαζών, τη θεωρούν ζήτημα συνωμοσίας μιας μικρής ομάδας επαναστατών.
Για τη νίκη όμως της επανάστασης δεν αρκεί μόνο η επαναστατική δράση της πρωτοπορίας της, αλλά απαιτείται και η υποστήριξη ευρύτερων εργατικών, ακόμη και άλλων λαϊκών δυνάμεων που θα δώσουν την αποφασιστική μάχη.
Η πολιτική εμπειρία, γονιμοποιημένη από τη δράση του Κόμματος, θα πρέπει να τις έχει οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει άλλη διέξοδος από την ένοπλη εξέγερση, να έχει γκρεμίσει σοβαρές επιφυλάξεις απέναντι σε αυτή.
«Με μόνη την πρωτοπορία δεν μπορούμε να νικήσουμε. Θα ήταν όχι απλώς ανοησία, αλλά και έγκλημα να ρίξουμε μόνη την πρωτοπορία στην αποφασιστική μάχη, προτού όλη η τάξη, προτού οι πλατιές μάζες να έχουν πάρει θέση ανοικτής υποστήριξης της πρωτοπορίας, ή τουλάχιστον ευμενούς ουδετερότητας απέναντί της και να έχουν δείξει ότι είναι εντελώς ανίκανες να υποστηρίξουν τον αντίπαλό τους […].
Για να γίνει αυτό χρειάζεται η πολιτική πείρα των ίδιων των μαζών. Τέτοιος είναι ο βασικός νόμος όλων των μεγάλων επαναστάσεων, που τον επιβεβαίωσε τώρα με καταπληκτική δύναμη και παραστατικότητα όχι μόνο η Ρωσία, αλλά και η Γερμανία».[2]
Απαντώντας στην κατηγορία των οπορτουνιστών της Β΄ Διεθνούς, ότι οι μπολσεβίκοι «παραβιάζουν την ιστορία» και ότι υιοθετούν το μπλανκισμό, ο Λένιν έγραφε:
«Η εξέγερση για να πετύχει δεν πρέπει να στηρίζεται σε συνωμοσία, ούτε σ’ ένα κόμμα, αλλά στην πρωτοπόρα τάξη. Αυτό είναι το πρώτο. Η εξέγερση πρέπει να στηρίζεται στην επαναστατική άνοδο του λαού. Αυτό είναι το δεύτερο.
Η εξέγερση πρέπει να στηρίζεται σε τέτοιο σημείο στροφής στην ιστορία της αναπτυσσόμενης επανάστασης, όταν στις πρωτοπόρες γραμμές του λαού παρατηρείται η μεγαλύτερη δραστηριότητα, όταν οι ταλαντεύσεις στις γραμμές των εχθρών και στις γραμμές των αδύνατων, μεσοβέζικων, αναποφάσιστων φίλων της επανάστασης είναι μεγαλύτερες από κάθε άλλη φορά. Αυτό είναι το τρίτο.
Και μ’ αυτούς τους τρεις όρους στην τοποθέτηση του ζητήματος της εξέγερσης ξεχωρίζει ο μαρξισμός από το μπλανκισμό».[3]
Κάθε απόπειρα να οργανωθεί η εξέγερση όταν δεν υπάρχουν το σύνολο των προϋποθέσεων είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.
Η τακτική των μπολσεβίκων στο διάστημα Απρίλη – Οκτώβρη 1917 αποτελεί σπουδαίο παράδειγμα εξαγωγής γενικότερων συμπερασμάτων στο ζήτημα της εξέγερσης.
Την 1η Ιούλη του 1917, 500 χιλιάδες λαού κατέβηκαν στους δρόμους της Πετρούπολης.
Η συντριπτική πλειοψηφία των διαδηλωτών κρατούσε σημαίες και πανό που υιοθετούσαν τα μπολσεβίκικα συνθήματα:
«Κάτω ο πόλεμος!», «Να φύγουν οι υπουργοί καπιταλιστές», «Όλη η εξουσία στα σοβιέτ».
Ξέσπασε πολιτική κρίση στις γραμμές του αστικού κυβερνητικού συνασπισμού, που κορυφώθηκε με τη συμμετοχή 7 συνταγμάτων του στρατού της πρωτεύουσας στις διαδηλώσεις.
Όμως ακόμη τα σοβιέτ ήταν υπό τον έλεγχο των μενσεβίκων – εσέρων, το σύνολο του στρατού και η επαρχία (δηλαδή οι αγρότες) στήριζαν τον οπορτουνιστικό συνασπισμό και δε θα υποστήριζαν την ανατροπή της προσωρινής αστικής κυβέρνησης.
Όπως σημείωνε ο Λένιν, το ταξικό μίσος της εργατικής τάξης δεν είχε φτάσει σε αυτό το σημείο ώστε να στρέφεται όχι μονάχα ενάντια στους καπιταλιστές, αλλά και ενάντια στα οπορτουνιστικά στηρίγματά τους που συμμετείχαν στην αστική κυβέρνηση.
Η εξέγερση δεν είναι ένα ξέσπασμα που χαρακτηρίζεται από πράξεις τυφλής βίας, εκδήλωση αγανάκτησης ή και μόνο δυναμικής διαμαρτυρίας, όπως χαρακτήρισαν διάφορα αστικά και οπορτουνιστικά κέντρα τα γεγονότα του Δεκέμβρη του 2008 στην Ελλάδα, με αφορμή τη δολοφονία του 15χρονου Αλέξη.
Το ΚΚΕ δέχτηκε λυσσαλέα επίθεση επειδή απέρριψε αυτές τις ερμηνείες, πολύ περισσότερο γιατί απέρριψε την άμεση ή έμμεση στήριξη της δράσης των κουκουλοφόρων και της τυφλής βίας, την αιτιολόγησή τους ως μέρος ενός αναπτυσσόμενου κινήματος.
Το ΚΚΕ κατηγορήθηκε ως «συστημική» (καθεστωτική) δύναμη επειδή υποστήριξε το μαζικό, οργανωμένο και περιφρουρημένο ταξικό αγώνα.
Είναι γνωστό ότι διάφοροι μηχανισμοί του αστικού κράτους καταφέρνουν να διεισδύσουν σε αναρχοαυτόνομες ομάδες, αξιοποιούν οποιαδήποτε ευάλωτη μορφή αντίδρασης προκειμένου να προβοκάρουν τις οργανωμένες και αποτελεσματικές μορφές του ταξικού αγώνα.
Αν και αναφερόμαστε σε τελείως διαφορετικές συνθήκες έχει σημασία να δούμε την τακτική των μπολσεβίκων στη διαδήλωση του Ιούλη του 1917 στη Πετρούπολη.
Η ΚΕ των μπολσεβίκων κάλεσε την εργατική τάξη της Πετρούπολης να μην προχωρήσει σε ένοπλη διαδήλωση – εξέγερση, όμως οι μάζες κατέβηκαν στους δρόμους και οι μπολσεβίκοι μπήκαν επικεφαλής του κινήματος για να του δώσουν οργανωμένο και ειρηνικό χαρακτήρα
και κυρίως να διασφαλίσουν τη συντεταγμένη υποχώρηση των μαζών μπροστά στην ένοπλη καταστολή του κινήματος, όπως και πραγματικά έγινε.
Μπορεί να αποβεί εξίσου μοιραίο λάθος και η εξέγερση που δεν έχει ωριμάσει και η καθυστέρησή της όταν έχει ωριμάσει.
Ο Λένιν στις 13 Σεπτέμβρη του 1917, όταν πλέον υπήρχαν οι όροι της εξέγερσης, υποστήριζε:
«Μια όμως και υπάρχουν οι όροι, το ν’ αρνείσαι να βλέπεις την εξέγερση σαν τέχνη, σημαίνει να προδίνεις το μαρξισμό, να προδίνεις την επανάσταση.
Για να αποδείξουμε για ποιον ακριβώς λόγο η στιγμή που ζούμε είναι στιγμή που το Κόμμα πρέπει υποχρεωτικά να παραδεχθεί ότι η πορεία των αντικειμενικών γεγονότων έβαλε την εξέγερση στην ημερήσια διάταξη και να βλέπει την εξέγερση σαν τέχνη,
για να το αποδείξουμε αυτό, το καλύτερο απ’ όλα θα είναι ίσως να χρησιμοποιήσουμε τη μέθοδο της σύγκρισης και να αντιπαραθέσουμε τις 3 και 4 του Ιούλη στις μέρες του Σεπτέμβρη».[4]
Τις κρίσιμες στιγμές, λίγα 24ωρα πριν την έναρξη της εξέγερσης στις 25 Οκτώβρη του 1917, σε μια σειρά επείγοντα γράμματα προς την ΚΕ του Κόμματος, ο Λένιν κατέκρινε την ολιγωρία της και τη διστακτικότητά της να οργανώσει και να διατάξει όλες τις δυνάμεις του Κόμματος με βάση το σχέδιο της εξέγερσης, να λάβει όλα τα απαραίτητα τεχνικά και πρακτικά μέτρα.
Αναδείκνυε όχι μόνο την κρισιμότητα του σωστού υπολογισμού της στιγμής για την έναρξη της εξέγερσης, αλλά και της διαμόρφωσης ενός πλήρους πολιτικο-στρατιωτικού σχεδίου δράσης και ενός πολιτικο-στρατιωτικού επιτελείου της επανάστασης:
«Και για να αντικρίσουμε την εξέγερση μαρξιστικά, δηλαδή σαν τέχνη, πρέπει ταυτόχρονα, χωρίς να χάνουμε ούτε λεπτό, να οργανώσουμε το επιτελείο των εξεγερμένων τμημάτων, να κατανείμουμε τις δυνάμεις, να κινήσουμε τα πιστά συντάγματα στα πιο σπουδαία σημεία,
να κυκλώσουμε την Αλεξαντρίνκα, να καταλάβουμε την Πετροπάβλοβκα, να συλλάβουμε το Γενικό επιτελείο και την κυβέρνηση, να στείλουμε ενάντια στους ευέλπιδες και στην άγρια μεραρχία τμήματα έτοιμα να πέσουν, παρά να αφήσουν τον εχθρό να κινηθεί προς τα κέντρα της πόλης.
Πρέπει να κινητοποιήσουμε τους ένοπλους εργάτες, να τους καλέσουμε σε αποφασιστική, ύστατη μάχη, να καταλάβουμε αμέσως το τηλεγραφικό και τηλεφωνικό κέντρο, να εγκαταστήσουμε το δικό μας επιτελείο της εξέγερσης κοντά στο τηλεφωνικό κέντρο, να συνδέσουμε τηλεφωνικά το επιτελείο με όλα τα εργοστάσια, με όλα τα συντάγματα, με όλα τα σημεία του ένοπλου αγώνα κλπ.
Αυτά όλα τα λέμε φυσικά σαν παράδειγμα μόνο, για να δείξουμε παραστατικά ότι στις στιγμές που ζούμε δε μπορεί να μείνει κανείς πιστός στο μαρξισμό, να μείνει πιστός στην επανάσταση, χωρίς να βλέπει την εξέγερση σαν τέχνη».[5]
Ήδη από τις 29 Σεπτέμβρη του 1917, στο γράμμα με τίτλο «Η κρίση ωρίμασε», ο Λένιν απαντάει επιθετικά σε εκείνους τους μπολσεβίκους, Κάμενεφ, Ζηνόβιεφ, Τρότσκι, που με διάφορα προσχήματα (πρώτα να γίνει το 2ο Συνέδριο των Σοβιέτ και εκεί να ληφθεί η απόφαση για εξέγερση) κρατούσαν επιφυλακτική ή αρνητική στάση απέναντι σε αυτή.
«Υπάρχει ένα ρεύμα ή μια γνώμη υπέρ της αναμονής του συνεδρίου των Σοβιέτ κατά της άμεσης κατάληψης της εξουσίας, κατά της άμεσης εξέγερσης.
Πρέπει να κατανικηθεί αυτό το ρεύμα ή αυτή η γνώμη. Διαφορετικά, οι μπολσεβίκοι θα εξευτελιστούν μια για πάντα και θα εκμηδενιστούν σαν κόμμα.
Γιατί το να αφήσουμε να χαθεί μια τέτοια στιγμή και να «περιμένουμε» το συνέδριο των Σοβιέτ είναι ολοκληρωτική κουταμάρα, ολοκληρωτική προδοσία […].
«Να περιμένουμε» το συνέδριο των Σοβιέτ είναι ολοκληρωτική κουταμάρα, γιατί αυτό σημαίνει πως αφήνουμε να περνούν βδομάδες και βδομάδες, ακόμη και οι μέρες κρίνουν τώρα το παν».[6]
Την παραμονή της Οκτωβριανής Επανάστασης, στις 24 Οκτώβρη του 1917, σε γράμματα προς τα μέλη της ΚΕ, ο Λένιν καλούσε το Κόμμα να ηγηθεί με αποφασιστικότητα και τόλμη της ένοπλης εξέγερσης:
«Είναι ολοκάθαρο ότι πραγματικά, τώρα πια, κάθε καθυστέρηση της εξέγερσης ισοδυναμεί με θάνατο […].
Η ιστορία δεν θα συγχωρέσει την καθυστέρηση στους επαναστάτες που θα μπορούσαν να νικήσουν σήμερα (και σίγουρα θα νικήσουν σήμερα), αλλά που θα κινδύνευαν να χάσουν πολλά αύριο, θα κινδύνευαν να τα χάσουν όλα.
Παίρνοντας την εξουσία σήμερα, την παίρνουμε όχι ενάντια στα Σοβιέτ αλλά για τα Σοβιέτ. Η κατάληψη της εξουσίας είναι έργο της εξέγερσης, ο πολιτικός της σκοπός θα διευκρινισθεί ύστερα από την κατάληψη της εξουσίας.
Θα ήταν καταστροφή ή προσκόλληση στους τύπους, να περιμένουμε την επισφαλή ψηφοφορία της 25 του Οκτώβρη, ο λαός έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση να λύνει παρόμοια ζητήματα όχι με ψηφοφορίες αλλά με τη βία,
ο λαός έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση στις κρίσιμες στιγμές της επανάστασης να κατευθύνει τους εκπροσώπους του, ακόμα και τους καλύτερους εκπροσώπους του κι όχι να τους περιμένει […].
Η κυβέρνηση κλονίζεται. Πρέπει να την αποτελειώσουμε με κάθε θυσία! Η καθυστέρηση της δράσης ισοδυναμεί με θάνατο».[7]
Είναι γεγονός ότι η εξέγερση συνοδεύεται από έναν εμφύλιο πόλεμο (μακροχρόνιο ή σύντομο), γεγονός που εξαρτάται από τη στάση της αστικής τάξης, δηλαδή έναν ανοικτό πόλεμο ανάμεσα σε δύο ένοπλες αντιμαχόμενες δυνάμεις:
Την εργατική τάξη και τους συμμάχους της ενάντια στην αστική τάξη και τα στηρίγματα της.
Σε αυτές τις συνθήκες το ΚΚ πρέπει να αναπροσαρμόζει όλη τη λειτουργία του.
«Την εποχή του εμφυλίου πολέμου ιδανικό του κόμματος του προλεταριάτου είναι το μαχόμενο κόμμα. Αυτό είναι απόλυτα αδιαφιλονίκητο […]. Τους ισχυρισμούς ότι ο παρτιζάνικος πόλεμος αποδιοργανώνει το κίνημα, πρέπει να τους βλέπουμε κριτικά.
Κάθε νέα μορφή πάλης, συνδεδεμένη με νέους κινδύνους και νέες θυσίες «αποδιοργανώνει» αναπόφευκτα τις οργανώσεις που δεν έχουν προετοιμαστεί γι’ αυτή τη νέα μορφή πάλης.
Τους παλιούς μας ομίλους προπαγανδιστών τους αποδιοργάνωνε το πέρασμα στη ζύμωση. Τις επιτροπές μας τις αποδιοργάνωνε συνέχεια το πέρασμα στις διαδηλώσεις.
Κάθε πολεμική επιχείρηση σ’ ένα οποιοδήποτε πόλεμο προκαλεί μια ορισμένη αποδιοργάνωση στις γραμμές των μαχόμενων.
Από ’δω δε μπορούμε να συμπεράνουμε ότι δεν πρέπει να πολεμάμε. Από ’δω πρέπει να συμπεράνουμε ότι πρέπει να μάθουμε να πολεμάμε».[8]
Η τρίχρονη ηρωική εποποιία του ΔΣΕ (1946-1949), που αποτέλεσε την κορυφαία στιγμή της ταξικής πάλης στην Ελλάδα, επιβεβαιώνει αυτή τη λενινιστική παρακαταθήκη.
Το ΚΚΕ έγινε «μαχόμενο κόμμα», προσαρμοζόμενο στις ανάγκες της καθοδήγησης της ένοπλης πάλης.
Παρά τις αδυναμίες, τα λάθη και την τελική έκβαση, ο ΔΣΕ ήταν αναγκαιότητα επιβεβλημένη από την όξυνση της ταξικής πάλης.
Ήταν μαχητική απάντηση στην επίθεση του ταξικού αντιπάλου, εγχώριου και ξένου.
Αυτή η μαχητική στάση καταγράφηκε ως παρακαταθήκη στις σχέσεις του ΚΚΕ με την εργατικές και λαϊκές μάζες, στην υπεράσπιση των άμεσων και γενικότερων αναγκών και δικαιωμάτων τους, αγώνας επιβεβλημένος και δικαιωμένος.
Σημειώσεις:
[1]. Β. Ι. Λένιν: «Άπαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 41, σελ. 79.
[2]. Στο ίδιο, σελ. 77-78.
[3]. Στο ίδιο, τ. 34, σελ. 242-243.
[4]. Στο ίδιο, σελ. 243.
[5]. Στο ίδιο, σελ. 247.
[6]. Στο ίδιο, σελ. 283.
[7]. Στο ίδιο, σελ. 435-436.
[8]. Στο ίδιο, τ. 14, σελ. 9.
Βιβλιογραφία Β. Ι. Λένιν:
- «Θέσεις για τα βασικά καθήκοντα του δεύτερου Συνεδρίου της Κομμουνιστικής Διεθνούς», «Άπαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή» τ. 41, σελ. 188-197.
- «Οι εκλογές για τη συντακτική συνέλευση και η δικτατορία του προλεταριάτου», «Άπαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή» τ. 40, σελ. 10-24.
- «Ο μαρξισμός και η εξέγερση», «Άπαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή» τ. 34, σελ. 242-247.
- «Οι συμβουλές ενός που λείπει», «Άπαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή» τ. 34, σελ. 382-384.
- «Γράμμα προς την ΚΕ», «Άπαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή» τ. 34, σελ. 435-436.
- «Ο «αριστερισμός» παιδική αρρώστια του Κομμουνισμού», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή».
- «Θέσεις και εισήγηση για την αστική δημοκρατία και τη δικτατορία του προλεταριάτου, 4 του Μάρτη», «Άπαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή» τ. 37, σελ. 491-509.
- «Θέσεις της εισήγησης για την τακτική του ΚΚ Ρωσίας», «Άπαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή» τ. 44, σελ. 3-12.
- «Ο παρτιζάνικος πόλεμος», «Άπαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή» τ. 14, σελ. 1-12.
- Παραλλαγή άρθρου: «Τα άμεσα καθήκοντα της σοβιετικής εξουσίας», «Άπαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή» τ. 36, σελ. 130-132 (κεφάλαιο V, VI).
Άρθρο της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ του ΚΚΕ
Πηγή: ΚΟΜΕΠ, Τεύχος 4 του 2009