Επαναστατική τακτική και επανάσταση ως τέχνη – Μέρος 2ο
Οι συμμαχίες της Εργατικής Τάξης
Συνέχεια από το 1ο Μέρος
Η πολυπλοκότητα της διάρθρωσης της καπιταλιστικής κοινωνίας θέτει την ανάγκη των κοινωνικών συμμαχιών της εργατικής τάξης και της διαμόρφωσης ανάλογης γραμμής συσπείρωσης, συνθημάτων ζύμωσης και δράσης.
Ο Λένιν επισημαίνει:
«Ο καπιταλισμός δεν θα ήταν καπιταλισμός, αν το «καθαρό» προλεταριάτο δεν ήταν περιτριγυρισμένο από ένα σωρό εξαιρετικά πολύμορφους μεταβατικούς τύπους από τον προλετάριο ως τον μισοπρολετάριο (εκείνον που κατά το μισό βγάζει το ψωμί του, πουλώντας την εργατική του δύναμη),
από τον μισοπρολετάριο ως τον μικροαγρότη (και τον μικροβιοτέχνη, τον χειροτέχνη, τον μικρονοικύρη γενικά), από τον μικρό ως τον μεσαίο αγρότη, κτλ. αν μέσα στο ίδιο το προλεταριάτο δεν υπήρχαν διαιρέσεις σε περισσότερο και λιγότερο αναπτυγμένα στρώματα, διαιρέσεις τοπικές, επαγγελματικές, κάποτε θρησκευτικές, κτλ.
Και από όλα αυτά απορρέει εντελώς νομοτελειακά η ανάγκη, η απόλυτη ανάγκη για την πρωτοπορία του προλεταριάτου, για το συνειδητό του κομμάτι, για το κομμουνιστικό του κόμμα, να καταφεύγει σε ελιγμούς, σε συμφωνίες, σε συμβιβασμούς με τις διάφορες ομάδες των προλετάριων, με τα διάφορα κόμματα των εργατών και των μικρονοικοκυραίων.
Όλο το πρόβλημα είναι να εφαρμόζεις αυτή την τακτική έτσι που να ανεβάζεις και όχι να χαμηλώνεις το γενικό επίπεδο της προλεταριακής συνειδητότητας, της επαναστατικότητας και της ικανότητας για τον αγώνα και τη νίκη».[1]
Η πολιτική καθοδήγηση του προλεταριάτου, που αντικειμενικά μόνο αυτή μπορεί να εκφράζει τα συνολικά συμφέροντα των εργαζομένων, μπορεί και πρέπει να συνενώσει στην πάλη κατά του κεφαλαίου σημαντικά τμήματα από τις σκόρπιες ταλαντευόμενες μάζες των φτωχών αγροτών και αυτοαπασχολούμενων,
να αφαιρέσει ή να εξουδετερώσει δυνάμεις και κοινωνικά στηρίγματα του αντίπαλου ταξικού στρατοπέδου.
Το ΚΚ οφείλει για αυτό το λόγο να έχει επεξεργασμένη πολιτική συμμαχιών που να υπηρετεί το στρατηγικό του στόχο.
Αυτό σημαίνει ξεκάθαρη αντίληψη για το ποιες δυνάμεις μπορούν να αποτελέσουν σύμμαχους της εργατικής τάξης με βάση την κοινωνική τους ένταξη, καθώς και σε ποια βάση μπορεί να διαμορφώνεται αυτή η συμμαχία.
Το ΚΚΕ σήμερα, σε συνθήκες μονοπωλιακού καπιταλισμού, προωθεί τη συγκέντρωση δυνάμεων σε αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση, τη συγκρότηση του Αντιιμπεριαλιστικού Αντιμονοπωλιακού Δημοκρατικού Μετώπου[2] ως κοινωνικοπολιτικής συμμαχίας της εργατικής τάξης με τους μισοπρολετάριους, τους φτωχούς αγρότες, τους αυτοαπασχολούμενους της πόλης.
Το Μέτωπο έχει κινηματικό χαρακτήρα, δηλαδή προωθείται με την κοινή δράση κοινωνικών δυνάμεων ενάντια στα μονοπώλια, τις ενώσεις τους, τις κυβερνήσεις και τα κόμματα που τα εξυπηρετούν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.
Είναι φυσικό να μην υφίσταται κοινή επαναστατική στόχευση για όλες τις δυνάμεις του Μετώπου, έστω και αν ο αντιιμπεριαλιστικός αντιμονοπωλιακός αγώνας είναι πιο οργανικά συνδεδεμένος με τον αντικαπιταλιστικό, όσο και αν συνδέεται με το ζήτημα της εξουσίας, έστω και στον πιο ασαφή προσδιορισμό της ως «λαϊκής εξουσίας».
Για να είναι αποτελεσματική η επαναστατική τακτική του Κόμματος στη συγκέντρωση των κινητήριων δυνάμεων της επανάστασης κάτω από την ηγεσία της εργατικής τάξης, πρέπει να εφαρμόζει δημιουργικά τους απαραίτητους συμβιβασμούς.
Η ανάγκη συμβιβασμών προκύπτει από το γεγονός ότι η εργατική τάξη και οι σύμμαχοί της δεν έχουν πλήρη ταύτιση συμφερόντων, αφού τα φτωχά λαϊκά στρώματα ως μικροϊδιοκτήτες δεν προσανατολίζονται στην πλήρη κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής.
Επαναστατική τακτική και επανάσταση ως τέχνη
Βεβαίως υπάρχει συμβιβασμός και συμβιβασμός.
Ο Λένιν ανέδειξε ότι από θέση αρχών οι κομμουνιστές δεν απορρίπτουν τους αναγκαίους συμβιβασμούς, κάνοντας διαχωρισμό στους συμβιβασμούς που είναι εκδήλωση οπορτουνισμού και σε εκείνους που εξυπηρετούν την επαναστατική πάλη.
Το πλαίσιο των συμβιβασμών καθορίζεται από τη φάση στην οποία βρίσκεται κάθε φορά το κίνημα.
Οι πολιτικοί στόχοι για Λαϊκή Εξουσία και Λαϊκή Οικονομία, που έχει θέσει το ΚΚΕ, έχουν ενοποιητικό συμβιβαστικό χαρακτήρα ανάμεσα σε διαφορετικές κοινωνικές δυνάμεις που δεν μπορούν αντικειμενικά, λόγω της θέσης τους, να ταυτίζονται στο περιεχόμενο αυτών των στόχων.
Το ΚΚΕ βεβαίως δεν παραιτείται από την προγραμματική του αυτοτέλεια, από την προώθηση του στόχου της επαναστατικής κατάκτησης της εξουσίας, δεν κρύβει ότι στη δική του προγραμματική αντίληψη ταυτίζεται η Λαϊκή Εξουσία με την επαναστατική εργατική εξουσία για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού.
Η διάταξη των συμμάχων σε επαναστατικές συνθήκες εξελίσσεται, αφού εξελίσσεται γενικότερα ο συσχετισμός δυνάμεων.
Η σωστή τακτική των κομμουνιστών εξαρτάται από την έγκαιρη αναγνώριση των ταλαντευόμενων διαθέσεων των μικροαστικών στρωμάτων, στην ικανότητά τους να κερδίσουν την εμπιστοσύνη τους, σε στιγμές που έχει κλονιστεί η στήριξή τους προς την αστική τάξη.
Για αυτό απαιτούνται υποχωρήσεις απέναντι στα στοιχεία εκείνα που προσανατολίζονται προς το προλεταριάτο, παράλληλα με τον αγώνα ενάντια σε εκείνα που προσανατολίζονται στην αστική τάξη.
Ο Λένιν ανέδειξε διεξοδικά την τακτική των μπολσεβίκων την παραμονή της επανάστασης, πώς μέσα από ελιγμούς, συμφωνίες και συμβιβασμούς κατόρθωσαν να υπερισχύσουν των μενσεβίκων, αδυνάτισαν το αντεπαναστατικό μέτωπο των οπορτουνιστών και της αστικής κυβέρνησης, αποσπώντας τη μάζα της φτωχής και σε ένα βαθμό της μεσαίας αγροτιάς:
«Τη στιγμή ακριβώς της Οχτωβριανής Επανάστασης πραγματοποιήσαμε έναν όχι επίσημο, μα πολύ σπουδαίο (και πολύ πετυχημένο) πολιτικό συνασπισμό με τη μικροαστική αγροτιά, δεχτήκαμε στο ακέραιο, χωρίς καμιά αλλαγή, το αγροτικό πρόγραμμα των εσέρων,
δηλαδή κλείσαμε έναν αναμφισβήτητο συμβιβασμό για να αποδείξουμε στους αγρότες πως δεν θέλουμε καθόλου να τους επιβληθούμε, αλλά να συνεννοηθούμε μαζί τους.
Ταυτόχρονα προτείναμε (και πραγματοποιήσαμε γρήγορα) έναν επίσημο πολιτικό συνασπισμό με συμμετοχή στην κυβέρνηση στους «αριστερούς εσέρους», που διέλυσαν το συνασπισμό αυτό ύστερα από την υπογραφή της ειρήνης του Μπρεστ και κατόπιν έφτασαν ως την ένοπλη εξέγερση εναντίον μας τον Ιούλη του 1918 και αργότερα ως τον ένοπλο αγώνα εναντίον μας».[3]
Επαναστατική τακτική και επανάσταση ως τέχνη
Η 7η Πανρωσική Συνδιάσκεψη του ΣΔΕΚΡ, τον Απρίλιο του 1917, έθεσε ως όρο για τη νίκη της επανάστασης την επίτευξη της συμμαχίας της εργατικής τάξης με τη φτωχή αγροτιά, στην οποία ηγετικό ρόλο θα είχαν οι εργάτες.
Η έκβαση της επανάστασης, αναφέρει η απόφαση για το αγροτικό ζήτημα, εξαρτάται από το:
«Αν θα κατορθώσει το προλεταριάτο της πόλης να πάρει μαζί του το προλεταριάτο της υπαίθρου και να συνενώσει μ’ αυτό τη μάζα των μισοπρολετάριων του χωριού».[4]
Όμως για να κατορθώσει η εργατική τάξη να συσπειρώσει άλλες κοινωνικές δυνάμεις, πρέπει η ίδια να αποτινάξει πλήρως κάθε μικροαστική επιρροή.
Εδώ επανέρχεται η πιο θεμελιώδης απαίτηση, που πρώτος ο Μαρξ υπογράμμισε με βάση την επαναστατική εμπειρία της εποχής του:
Πλήρη αυτοτέλεια της εργατικής τάξης από την αστική και μικροαστική επιρροή, που σημαίνει κατ’ αρχήν πλήρη (πραγματική και όχι τυπική) ιδεολογική, πολιτική, οργανωτική αυτοτέλεια του ΚΚ.
Το ζήτημα που έθετε ο Λένιν ως καθήκον στη Συνδιάσκεψη ήταν:
«…συσπείρωση των προλεταρίων, απαλλαγμένων στην πράξη και όχι στα λόγια από την επιρροή των μικροαστών…».[5]
Και σημείωνε:
«Εκείνος που ξεχωρίζει τώρα κιόλας, αμέσως και αμετάκλητα, τα προλεταριακά στοιχεία των Σοβιέτ (δηλαδή το προλεταριακό, κομμουνιστικό κόμμα) από τα μικροαστικά, αυτός εκφράζει σωστά τα συμφέροντα του κινήματος».[6]
Η συμμαχία λοιπόν, όχι μόνο δεν αποκλείει τη διαπάλη στους κόλπους της, αλλά την προϋποθέτει.
Η διαπάλη είναι απαραίτητη, ώστε η συμμαχία να μην ενσωματωθεί στο αστικό πολιτικό σύστημα, αλλά να μπορέσει την κρίσιμη στιγμή να μετατραπεί σε επαναστατική συμμαχία.
Άλλωστε όλες οι δυνάμεις που συσπειρώνονται στην αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή γραμμή πάλης δεν την κατανοούν ουσιαστικά και ως αντικαπιταλιστική.
Στο 16ο Συνέδριο του ΚΚΕ αναφέρεται ότι το ΑΑΔ Μέτωπο:
«Σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης μπορεί να πάρει χαρακτηριστικά επαναστατικού μετώπου».
Το ΚΚΕ βεβαίως δεν κρύβει ότι αυτό θα επιδιώξει.
Η ιστορική πείρα του ΚΚΕ και ιδιαίτερα από τον αγώνα του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ, έδειξε ότι το ΚΚ πρέπει να έχει σωστή στρατηγική επεξεργασία, ικανότητα αντικειμενικής εκτίμησης του συσχετισμού δυνάμεων και στην κοινωνία και μέσα στη συμμαχία, συνεχή πάλη με τον οπορτουνισμό στις γραμμές του.
Η πλειοψηφία είναι έννοια πολιτική και όχι αριθμητική
Η εξασφάλιση της υποστήριξης της πλειοψηφίας του εργαζόμενου πληθυσμού είναι βασικός όρος για τη νίκη της επανάστασης.
Πώς όμως θα πρέπει να κατανοείται αυτό το καθήκον;
Η συγκέντρωση αποφασιστικών δυνάμεων της φτωχολογιάς με το μέρος της επανάστασης και κάτω από την ηγεσία του προλεταριάτου, ως όρος για τη νίκη της επανάστασης, δε σημαίνει το 50% +1 των ψήφων.
Η επανάσταση και η πολιτική δεν είναι απλή αριθμητική αλλά άλγεβρα, έλεγε ο Λένιν.
Η Οκτωβριανή Επανάσταση έδειξε πως η κατάκτηση της πλειοψηφίας γίνεται μέσα στη δυναμική της επανάστασης με την εκδήλωσή της και τις πρώτες πράξεις της νέας εξουσίας,
που σταθεροποιούν την επιρροή του (μειοψηφικού τότε) προλεταριάτου πάνω στην εργαζόμενη φτωχολογιά (κυρίως αγροτιά στην Ρωσία του 1917).
Η λενινιστική θεωρία για την επανάσταση απορρίπτει κάθε είδους σχολαστικισμό που αναζητά σε τυπικά σχήματα «μειοψηφίας» και «πλειοψηφίας» έξω από τον πραγματικό συσχετισμό των δυνάμεων, ο οποίος δεν εκδηλώνεται πάντα και επακριβώς σε μια ψηφοφορία,
αλλά είναι ζήτημα της ικανότητας του Κόμματος στις κρίσιμες στροφές της ταξικής πάλης, όταν η συνείδηση των μαζών αλλάζει απότομα και με ραγδαίους ρυθμούς, να εκτιμά αντικειμενικά αυτό το συσχετισμό σε συνδυασμό με την πολιτική κατεύθυνση της πάλης:
«Το προλεταριάτο διεξάγει την ταξική του πάλη, ανατρέποντας την αστική τάξη, χωρίς να περιμένει να διενεργηθεί γι’ αυτό καμιά προκαταρκτική ψηφοφορία (από την αστική τάξη, κάτω από το ζυγό της),
συνάμα το προλεταριάτο ξέρει πολύ καλά πως για την επιτυχία της επανάστασης του, για την επιτυχή ανατροπή της αστικής τάξης πρέπει να έχει οπωσδήποτε τη συμπάθεια της πλειοψηφίας των εργαζομένων (και συνεπώς και της πλειοψηφίας του πληθυσμού)».[7]
Απαντώντας στις κατηγορίες των οπορτουνιστών της Β΄ Διεθνούς, ότι οι μπολσεβίκοι παραβίασαν τους νόμους της επανάστασης, ότι πραγματοποίησαν «εξέγερση μιας μειοψηφίας», ο Λένιν υποστήριζε:
«Αυτήν ακριβώς τη διαλεκτική ποτέ δεν μπόρεσαν να την καταλάβουν οι προδότες, οι χοντροκέφαλοι και σχολαστικοί της Β΄ Διεθνούς: το προλεταριάτο δεν μπορεί να νικήσει αν δεν κατακτήσει με το μέρος του την πλειοψηφία του πληθυσμού.
Αλλά να περιορίζεις ή να εξαρτάς την κατάκτηση αυτή από την απόκτηση της πλειοψηφίας των ψήφων στις εκλογές μέσα σε συνθήκες κυριαρχίας της αστικής τάξης σημαίνει αθεράπευτη βλακεία ή καθαρή εξαπάτηση των εργατών.
Το προλεταριάτο, για να κατακτήσει την πλειοψηφία του πληθυσμού με το μέρος του, πρέπει, πρώτο, να ανατρέψει την αστική τάξη και να πάρει την κρατική εξουσία στα χέρια του.
Πρέπει, δεύτερο, να εγκαθιδρύσει τη Σοβιετική εξουσία κάνοντας θρύψαλα τον παλιό κρατικό μηχανισμό, υποσκάπτοντας έτσι με μιας την κυριαρχία, το κύρος, την επιρροή της αστικής τάξης και των μικροαστών συμφιλιωτιστών μέσα στις μη προλεταριακές εργαζόμενες μάζες.
Πρέπει, τρίτο, να εξαλείψει την επιρροή της αστικής τάξης και των μικροαστών συμφιλιωτιστών στην πλειοψηφία των μη προλεταριακών εργαζόμενων μαζών, ικανοποιώντας επαναστατικά τις οικονομικές τους ανάγκες σε βάρος των εκμεταλλευτών».[8]
Ο Λένιν απαντούσε και σε αυτούς που υποτιμούσαν τη σημασία το ΚΚ να αποσπάσει την υποστήριξη των μαζών κατά τη διάρκεια της επανάστασης, αναφέροντας στο 3ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς (Ιούνιος 1921):
«Νικήσαμε στη Ρωσία γιατί μαζί μας δεν ήταν μόνο η αναμφισβήτητη πλειοψηφία της εργατικής τάξης (στις εκλογές του 1917 η συντριπτική πλειοψηφία ήταν μαζί μας και ενάντια στους μενσεβίκους), αλλά και επειδή ο μισός στρατός αμέσως και τα 9/10 της αγροτικής μάζας μέσα σε μερικές βδομάδες μετά την κατάληψη της εξουσίας πέρασαν με το μέρος μας».[9]
Ανέλυε ότι η έννοια μάζες αποκτά και διαφορετικό περιεχόμενα ανάλογα με τις συνθήκες της πάλης:
«Στη διάρκεια των επαναστάσεων μας, υπήρχαν περιπτώσεις που μερικές χιλιάδες εκπροσωπούσαν την μάζα […]
Όταν η επανάσταση είναι πια αρκετά προετοιμασμένη, τότε η έννοια της «μάζας» γίνεται διαφορετική: μερικές χιλιάδες δεν αποτελούν πλέον μάζα […] με τη λέξη αυτή εννοούν την πλειοψηφία και μάλιστα όχι την απλή πλειοψηφία των εργατών αλλά την πλειοψηφία όλων των εκμεταλλευομένων».[10]
Είναι λοιπόν μεγάλη αυταπάτη ότι το ΚΚ μπορεί να κερδίσει σταθερά και αταλάντευτα την πλειοψηφία των εργαζομένων, εκφρασμένη κοινοβουλευτικά σε συνθήκες κυριαρχίας της αστικής τάξης.
Σε περιόδους ανόδου της ταξικής πάλης ή ακόμα και επαναστατικής κατάστασης δε σημαίνει ότι η εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα θα οδηγηθούν οπωσδήποτε σε συνεπή επαναστατική πάλη.
Μπορεί η κινητικότητά τους να εκτονωθεί σε ακίνδυνα για το σύστημα κανάλια ή να ενσωματωθεί σε αντιδραστική κατεύθυνση.
Για αυτό το λόγο η δραστηριότητα του ΚΚ από πολύ πριν, σε μη επαναστατικές συνθήκες, θα πρέπει να συμβάλλει στη διαμόρφωση των προϋποθέσεων που θα διευκολύνουν το τράβηγμα των μαζών στην επαναστατική κατεύθυνση.
Βασική προϋπόθεση είναι η οργάνωση της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων σε γραμμή πάλης που θα ευνοεί την ανάπτυξη αντικαπιταλιστικής συνείδησης.
Το ΚΚΕ συμβάλλει στην οργάνωση της εργατικής τάξης, τη συσπείρωσή της γύρω από ένα ενιαίο πλαίσιο αντιιμπεριαλιστικών – αντιμονοπωλιακών στόχων πάλης, σε αντίθεση με το συμβιβασμό ή με στόχους πάλης προσαρμοσμένους στη στρατηγική του κεφαλαίου.
Θέτει, με βάση και την απόφαση του 18ου Συνεδρίου, το στόχο της ανασύνταξης του εργατικού και ευρύτερου λαϊκού κινήματος.
Συνεχίζεται με το 3ο Μέρος
Σημειώσεις:
[1]. Β. Ι. Λένιν: «Άπαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 41, σελ. 58-59.
[2]. Το ΑΑΔΜ (που είχε πρωτοεισαχθεί ως όρος στο 15ο Συνέδριο του ΚΚΕ) αντικαταστάθηκε από τον όρο «Λαϊκή Συμμαχία» στο 19ο συνέδριο του ΚΚΕ (Απρίλιος 2013).
[3]. Β. Ι. Λένιν: «Άπαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 41, σελ. 56-57.
[4]. Στο ίδιο, τ. 31, σελ. 426.
[5]. Στο ίδιο, σελ. 140.
[6]. Στο ίδιο, σελ. 141.
[7]. Στο ίδιο, τ. 39, σελ. 219.
[8]. Στο ίδιο, τ. 40, σελ. 14.
[9]. Στο ίδιο, τ. 44, σελ. 30.
[10]. Στο ίδιο, σελ 31-32.
Άρθρο της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ του ΚΚΕ
Πηγή: ΚΟΜΕΠ, Τεύχος 4 του 2009