Επαναστατική τακτική και επανάσταση ως τέχνη – Μέρος 1ο
Οι βασικοί νόμοι της επαναστατικής τακτικής
Ο μαρξισμός-λενινισμός όχι μόνο θεμελιώνει θεωρητικά την ιστορική αναγκαιότητα της σοσιαλιστικής επανάστασης, αλλά και τις νομοτέλειες της επαναστατικής πάλης.
Η επαναστατική κατάληψη της πολιτικής εξουσίας και η εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου είναι η βασική νομοτέλεια της σοσιαλιστικής επανάστασης,[1] χωρίς την οποία είναι αδύνατο να πραγματοποιηθεί το πέρασμα από τον καπιταλισμό στον κομμουνισμό.
Γι’ αυτό ο Λένιν τόνιζε ότι:
«Το πέρασμα της κρατικής εξουσίας από τα χέρια μιας τάξης στα χέρια της άλλης είναι το πρώτο, το κύριο, το βασικό γνώρισμα της επανάστασης, τόσο με την αυστηρά επιστημονική όσο και με την πρακτικά πολιτική σημασία αυτής της έννοιας».[2]
Ο σωστός προσδιορισμός του χαρακτήρα της επανάστασης είναι καθοριστικό ζήτημα, όμως δεν είναι αρκετό για να μπορεί το Κόμμα να έχει πραγματικά επαναστατική δράση.
Οι μάζες της εργατικής τάξης προσελκύονται στην επαναστατική δράση, στην πάλη για την ανατροπή της αστικής εξουσίας, μόνο στο βαθμό που πείθονται από την ίδια τους την πείρα γι’ αυτή την αναγκαιότητα.
Η κατάκτηση αυτής της πείρας είναι μια σύνθετη διαδικασία που αφορά την επίδραση αντικειμενικών εξελίξεων (επίδραση στη συνείδηση της εργατικής τάξης των εξελίξεων στην καπιταλιστική οικονομία αλλά και στο εποικοδόμημα)
αλλά και της παρέμβασης του υποκειμενικού παράγοντα, με στόχο την αποκάλυψη της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και την οργάνωση της πάλης της εργατικής τάξης σε αντικαπιταλιστική κατεύθυνση.
Τίθεται λοιπόν το ζήτημα πώς το Κομμουνιστικό Κόμμα (ΚΚ) θα προετοιμάσει με την πολιτική του δράση ικανές δυνάμεις της εργατικής τάξης ώστε στις κατάλληλες συνθήκες η δράση των μαζών να ανέβει ως το επίπεδο της επαναστατικής ανατροπής του καπιταλισμού.
Το πώς αυτή η προσπάθεια θα υπηρετείται ανεξάρτητα από το αν διανύουμε επαναστατικές ή μη επαναστατικές συνθήκες.
Σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης κινητοποιούνται μάζες εκατομμυρίων ανθρώπων, συγκρούονται και αλληλοεπηρεάζονται διαφορετικές ταξικές δυνάμεις, κόμματα και οργανώσεις.
Σε αυτές τις περίπλοκες και αντιφατικές συνθήκες το ΚΚ, για να μπορέσει να σπρώξει τις εξελίξεις στην κατεύθυνση της σοσιαλιστικής επανάστασης, πρέπει να αντιμετωπίζει την επανάσταση ως επιστήμη,
δηλαδή χρειάζεται να γνωρίζει τις νομοτέλειες της επαναστατικής πολιτικής και να ανταποκρίνεται με την πολιτική του δράση σε αυτές.
Ταυτόχρονα θα πρέπει να αντιμετωπίζει την επανάσταση και ως τέχνη.
Ο Λένιν, τονίζοντας την ανάγκη το Κόμμα να κατέχει την τέχνη της επανάστασης, έγραφε:
«Ακόμη και αν η επανάσταση έχει αρχίσει μέσα σε μια κατάσταση που δε φαίνεται και τόσο περίπλοκη, η ίδια η επανάσταση στην εξέλιξή της δημιουργεί πάντα εξαιρετικά περίπλοκη κατάσταση.
Γιατί η επανάσταση, η πραγματική, η ριζική, η «λαϊκή», σύμφωνα με την έκφραση του Μαρξ, επανάσταση είναι ένα αφάνταστα περίπλοκο και βασανιστικό προτσές απονέκρωσης του παλιού και γέννησης ενός νέου κοινωνικού συστήματος, νέου τρόπου ζωής δεκάδων εκατομμυρίων ανθρώπων.
Επανάσταση είναι η πιο έντονη, λυσσαλέα, απεγνωσμένη ταξική πάλη και εμφύλιος πόλεμος. Καμιά μεγάλη επανάσταση στην Ιστορία δεν έγινε χωρίς εμφύλιο πόλεμο. Και μόνο άνθρωποι κλεισμένοι στο καβούκι τους μπορούν να πιστέψουν πως ο εμφύλιος πόλεμος είναι νοητός χωρίς μια «εξαιρετικά περίπλοκη κατάσταση».
Αν δεν υπήρχε μια εξαιρετικά περίπλοκη κατάσταση, δεν θα υπήρχε και επανάσταση. Όποιος φοβάται τους λύκους, ας μην πηγαίνει στο δάσος».[3]
Γι’ αυτό το λόγο το ΚΚΕ δίνει μεγάλο βάρος στην ανάγκη σωστής σύνδεσης της τακτικής με τη στρατηγική, έτσι ώστε να υπηρετείται σε κάθε φάση του κινήματος (είτε ανόδου είτε υποχώρησης) ο στρατηγικός στόχος του Κόμματος.
Α. Οι βασικοί νόμοι της επαναστατικής τακτικής
Μέχρι την Οκτωβριανή Επανάσταση και την ίδρυση της Κομμουνιστικής Διεθνούς, τα εργατικά κόμματα είχαν χωρισμένο το πρόγραμμά τους σε «μίνιμουμ» και «μάξιμουμ».
Το «μίνιμουμ» περιλάμβανε στόχους πάλης που η εργατική τάξη διεκδικούσε στο έδαφος του αστικού καθεστώτος και αφορούσε κυρίως αστικές μεταρρυθμίσεις (π.χ. καθολικό δικαίωμα ψήφου κλπ), ενώ το «μάξιμουμ» περιλάμβανε τα μέτρα που θα υλοποιούσε η σοσιαλιστική επανάσταση.
Η λενινιστική επεξεργασία της στρατηγικής οδήγησε στην άρση αυτού του διαχωρισμού.
Στην εποχή του ιμπεριαλισμού, εποχή σοσιαλιστικών επαναστάσεων, το ζήτημα που μπαίνει είναι πώς η πολιτική δράση του κόμματος θα συμβάλει στην προετοιμασία του προλεταριάτου για την επιβολή της δικτατορίας του.
Μετά τη νίκη της Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης, ιδιαίτερα από το 1919, ο Λένιν ανέδειξε θεωρητικά τις νομοτέλειες που διέπουν κάθε σοσιαλιστική επανάσταση, ανεξάρτητα από χρόνο ή τόπο εκδήλωσής της.
Ειδικά στο έργο του:
«Ο αριστερισμός, παιδική αρρώστια του κομμουνισμού»,[4]
ο Λένιν εξετάζει πώς εκφράζονται οι νομοτέλειες της ταξικής πάλης σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης.
Επικεντρώνεται σε εκείνα τα χαρακτηριστικά της ρωσικής επανάστασης που έχουν καθολικό χαρακτήρα και διεθνή σημασία:
«…εννοώντας με τις λέξεις διεθνή σημασία, τη διεθνή σημαντικότητα της επανάστασής μας ή την ιστορική αναγκαιότητα να επαναληφθεί σε διεθνή κλίμακα αυτό που έγινε σε μας. Πρέπει να παραδεχτούμε πως τέτοια σημασία έχουν ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά της επανάστασής μας».[5]
Δηλαδή σε:
«Ότι είναι γενικά υποχρεωτικό στην ιστορία και σύγχρονη τακτική του μπολσεβικισμού».[6]
Επαναστατική τακτική και επανάσταση ως τέχνη
Έτσι, από τη βασική νομοτέλεια της επαναστατικής κατάληψης της εξουσίας και εγκαθίδρυσης της δικτατορίας του προλεταριάτου, αναφέρεται στην πολιτική συμμαχιών της εργατικής τάξης με τα φτωχά λαϊκά στρώματα, στον καθοδηγητικό ρόλο του Κόμματος στην αδιάλλακτη πάλη με τον οπορτουνισμό και την ανάγκη ήττας του στις γραμμές του εργατικού κινήματος, στον προλεταριακό διεθνισμό για τη διαμόρφωση διεθνούς συσχετισμού δυνάμεων όσο το δυνατό πιο ευνοϊκών για τη νίκη της επανάστασης.
Οι Θέσεις και οι Αποφάσεις του 2ου Συνεδρίου της Κομμουνιστικής Διεθνούς, στις οποίες συνέβαλε καθοριστικά ο Λένιν, θεωρούν τη δικτατορία του προλεταριάτου ως το βασικό καθήκον της προλεταριακής σοσιαλιστικής επανάστασης, θέτοντας την αναγνώρισή της ως κριτήριο για τον επαναστατικό χαρακτήρα του προγράμματος ενός κόμματος.
Το 2ο Συνέδριο τόνιζε ότι τα κόμματα δεν πρέπει να αναγνωρίζουν μόνο τυπικά τη δικτατορία του προλεταριάτου, αλλά ότι χρειάζεται συνολική αναπροσαρμογή της δράσης τους σε αυτή την κατεύθυνση, με τη διαμόρφωση επαναστατικής τακτικής που θα υπηρετεί αυτό το στόχο.
Για να μπορέσει το Κόμμα να αξιοποιήσει την επαναστατική κατάσταση, όταν αυτή διαμορφωθεί, πρέπει όλη του η τακτική (ανεξάρτητα από τις συνθήκες) να συγκεντρώνει την πάλη της εργατικής τάξης στο στόχο ανατροπής της καπιταλιστικής εξουσίας.
Καθήκον που απαιτεί μεγάλη θεωρητική και πρακτική προετοιμασία, αλλά και ικανότητα από το Κόμμα να δρα αποτελεσματικά σε συνθήκες εξαιρετικά πολύπλοκες και γρήγορα εξελισσόμενες.
Ο Λένιν γενικεύει την πείρα της ρωσικής επανάστασης σε όλα τα κρίσιμα ζητήματα:
• Τη στάση του κόμματος απέναντι στον οπορτουνισμό και τη Β΄ Διεθνή,
• τις συμμαχίες,
• τη δουλειά στα συνδικάτα,
• την εναλλαγή στις μορφές πάλης,
• τη στάση στο αστικό κοινοβούλιο και την αστική δημοκρατία,
• την εξωκοινοβουλευτική δράση κ.ά.
Η ήττα του οπορτουνισμού όρος για τη νίκη της επανάστασης
Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ρωσίας διαμορφώθηκε, αναπτύχθηκε και απέσπασε νίκες μόνο σε αδιάλλακτη αντιπαράθεση με τον οπορτουνισμό.
Η έκβαση της ρωσικής επανάστασης, με τη μετεξέλιξη της αστικοδημοκρατικής του Φλεβάρη του 1917 στη νικηφόρα σοσιαλιστική επανάσταση του Οκτώβρη του 1917, κρίθηκε από τη διαπάλη με το μενσεβικισμό (οπορτουνισμό) στα Σοβιέτ που είχε προετοιμάσει και θωρακίσει το Κόμμα όλη την προεπαναστατική περίοδο.
Οι μπολσεβίκοι κατόρθωσαν να μην παρασυρθούν από τη μικροαστική πλημμύρα που χαρακτήριζε την επανάσταση του Φλεβάρη ούτε να χειραγωγηθούν από την αστική τάξη.
Ο Λένιν συμπυκνώνει αυτό το συμπέρασμα:
«Χωρίς μια εξαιρετικά σοβαρή και ολόπλευρη προετοιμασία του επαναστατικού τμήματος του προλεταριάτου για την εξοστράκιση και τη συντριβή του οπορτουνισμού, είναι ανόητο και να σκέφτεται κανείς για δικτατορία του προλεταριάτου.
Αυτό το δίδαγμα της ρωσικής επανάστασης θα πρέπει να το καρφώσουν για τα καλά στο μυαλό τους οι ηγέτες της «ανεξάρτητης» γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας, του γαλλικού σοσιαλισμού κτλ., που θέλουν τώρα να ξεγλιστρήσουν αναγνωρίζοντας στα λόγια τη δικτατορία του προλεταριάτου».[7]
Την περίοδο από τον Απρίλη έως τον Οκτώβρη του 1917 εξελίσσεται η διαπάλη για την επικράτηση στα Σοβιέτ ανάμεσα στους μπολσεβίκους από τη μια μεριά και τους οπορτουνιστές μενσεβίκους και τους εσέρους από την άλλη, που εξέφραζαν το μικροαστισμό μέσα στο εργατικό κίνημα και τα μικροαστικά στρώματα (αγρότες) αντίστοιχα.
Η ήττα του μενσεβικισμού και το κέρδισμα της πλειοψηφίας από τους μπολσεβίκους στα σημαντικότερα σοβιέτ που εκπροσωπούσαν την εργατική τάξη (Πετρούπολη, Μόσχα κ.α.) το Σεπτέμβρη του 1917, σήμανε την ώρα της τελικής επίθεσης για την κατάκτηση της εξουσίας.
Το ΚΚΕ προβάλλει την ανάγκη ήττας του οπορτουνισμού ανεξάρτητα από την εκλογική δύναμη των πολιτικών του φορέων.
Η οπορτουνιστική πολιτική γραμμή βάζει σήμερα εμπόδια στον απεγκλωβισμό δυνάμεων της εργατικής τάξης, αλλά και των συμμάχων της, από τη στήριξη της αστικής πολιτικής.
Η γραμμή της «ενότητας στο πρόβλημα», της αντινεοφιλελεύθερης συμμαχίας με στόχο μια κεντροαριστερή ή μια αριστερή κυβέρνηση με τμήματα της σοσιαλδημοκρατίας, είναι γραμμή ενσωμάτωσης.
Η ήττα αυτής της γραμμής διευκολύνει ευρύτερες εργατικές μάζες να κρίνουν με ταξικά κριτήρια τα πολιτικά κόμματα, να αναγνωρίζουν τον ταξικό χαρακτήρα των προβλημάτων τους, να συνειδητοποιούν την ανάγκη πάλης για να αλλάξει ο χαρακτήρας της εξουσίας.
Η πάλη με τον οπορτουνισμό αφορά και τις συνθήκες που νέες μάζες μπαίνουν σε δράση αμφισβήτησης και διεκδίκησης απέναντι στην εκάστοτε κυβερνητική πολιτική, σε συνθήκες εκδήλωσης οικονομικής κρίσης, πολύ περισσότερο σε συνθήκες αστικής πολιτικής αστάθειας και επαναστατικής ανόδου.
Απαιτείται κατάλληλη ιδεολογική-πολιτική προετοιμασία, ώστε να εξουδετερώνονται οι παγίδες της αστικής τάξης που αξιοποιεί τον οπορτουνισμό.
Στις σημερινές συνθήκες[8] της Ελλάδας βλέπουμε ότι βολεύει την αστική εξουσία ο στόχος του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ για «αναδιάταξη του χώρου της αριστεράς», προς όφελος του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ και σε βάρος της επιρροής του ΚΚΕ, για:
«Ανάδειξή του σε τρίτη εκλογική δύναμη», για «συγκρότηση του τρίτου πόλου».
Ταυτόχρονα όμως η αστική τάξη ενοχλείται και κατακρίνει την όποια «αντικαπιταλιστική» ρητορεία του, αναδεικνύει τις αντιφάσεις και την ασυνέπειά της.
Το ΚΚ πρέπει με σταθερότητα και συνέπεια να αποκαλύπτει τις αντιφάσεις, τις ταλαντεύσεις και την τυχοδιωκτική προσαρμοστικότητα του οπορτουνισμού.
Συνεχίζεται με το 2ο Μέρος
Σημειώσεις:
[1]. Διαλέξεις της ΙΕ της ΚΕ: «Θεωρητικά ζητήματα για τις προϋποθέσεις της σοσιαλιστικής επανάστασης», ΚΟΜΕΠ, 2/2008 και «Η θεωρητική θεμελίωση της σοσιαλιστικής επανάστασης και της δικτατορίας του προλεταριάτου», ΚΟΜΕΠ, 3/2008.
[2]. Β. Ι. Λένιν: «Άπαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 31, σελ. 133.
[3]. Στο ίδιο, τ. 34, σελ. 321.
[4]. Γράφτηκε το 1920, για τις ανάγκες του 2ου Συνεδρίου της Κομμουνιστικής Διεθνούς όταν ο κύκλος της επαναστατικής ανόδου στις χώρες της Ευρώπης και αλλού δεν είχε κλείσει.
[5]. Β. Ι. Λένιν: «Άπαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 41, σελ. 3.
[6]. Στο ίδιο, σελ. 30.
[7]. Στο ίδιο, τ. 40, σελ. 6.
[8]. Το άρθρο γράφτηκε το καλοκαίρι του 2009, πριν ακόμα ο ΣΥΡΙΖΑ μετατραπεί σε αστικό κόμμα και επιλεχτεί από την αστική τάξη για να πάρει τη θέση του ΠΑΣΟΚ ως βασικός πυλώνας του νέου δικομματισμού μετά το ξέσπασμα της καπιταλιστικής κρίσης.
Άρθρο της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ του ΚΚΕ
Πηγή: ΚΟΜΕΠ, Τεύχος 4 του 2009