Δήλωση – έκπληξη στήριξης στο ΚΚΕ από το Δημήτρη Μπελαντή!
«Μόνο το ΚΚΕ μου δίνει μια αίσθηση πολιτικής σοβαρότητας»
Πολύ λίγες φορές μια δήλωση στήριξης έχει τόσο λίγη στήριξη -με χαρακτηριστικές φράσεις, όπως:
«Λυπάμαι που θα το γράψω».
Κι ίσως να μην είναι τυχαίο πως αυτή γίνεται δημόσια, αλλά όχι – ή όχι ακόμα τουλάχιστον – από το Ριζοσπάστη ή άλλο επίσημο κομματικό μέσο.
Ο λόγος για το Δημήτρη Μπελαντή, με τον οποίο είναι σαφές πως τον χωρίζουν μεγάλες πολιτικές διαφορές με το ΚΚΕ, τόσο σε ιστορικά ζητήματα – όπως αποδεικνύει πχ μια απλή ανάγνωση του βιβλίου του ο Στάλιν στην Κολιμά – και τη γενική θεωρητική αντίληψη για το σοσιαλισμό,
όσο και σε τακτικά πολιτικά ζητήματα στην τρέχουσα συγκυρία, όπως έδειξαν οι κατά καιρούς παρεμβάσεις του Μπελαντή, που ήταν μέχρι πρότινος μέλος της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ και στη συνέχεια πέρασε από τη ΛΑΕ.
Έχει όμως μια αξία πως ακόμα και άτομα «υπεράνω υποψίας» για κάθε είδους πολιτική σύγκλιση με το Κόμμα, του αναγνωρίζουν μια συνέπεια, μια σχετική σοβαρότητα και αποφασίζουν να το στηρίξουν στις επερχόμενες εκλογικές μάχες -ακόμα κι αν αυτή η στάση δεν κρατήσει στο χρόνο.
Για όλα τα υπόλοιπα, ο καθένας μπορεί – εκατέρωθεν – να διατηρεί τις επιφυλάξεις του.
Ακολουθεί το κείμενο με το οποίο ο Μπελαντής γνωστοποιεί τη στάση του, στο προσωπικό του προφίλ στο Facebook.
Δήλωση – έκπληξη εκλογικής στήριξης στο ΚΚΕ από το Δημήτρη Μπελαντή
«Μόνο το ΚΚΕ μου δίνει μια αίσθηση πολιτικής σοβαρότητας»
«Ευρωεκλογές 2019. Δύσκολη ψήφος, για όποιον/αν τοποθετείται σε μια αντισυστημική κατεύθυνση.
Περίοδος, αυτή που προηγήθηκε από τον Σεπτέμβρη του 2015 ως και σήμερα, η οποία συμπυκνώνει κοινωνικές και πολιτικές ήττες, παγιώνει και «παγώνει» αρνητικούς πολιτικούς συσχετισμούς και αδράνειες,
κυρίως σηματοδοτεί την διάψευση επιλογών, την απομυθοποίηση εννοιών όπως η «Αριστερά», το οριστικό τέλος των μεταπολιτευτικών στάσεων και προσδοκιών- για παράδειγμα το μεγάλο και βασανιστικό ερώτημα πώς και γιατί αν όχι η πλειοψηφία πάντως πολύ μεγάλο μέρος των ανθρώπων που στελέχωσαν τα αριστερά κόμματα στην Μεταπολίτευση ή που ακολούθησαν,
ιδίως την λεγόμενη Ανανεωτική Αριστερά αλλά σε αρκετό βαθμό και το ΚΚΕ ή την «επαναστατική» Αριστερά, σήμερα στηρίζουν μια άθλια κυβέρνηση, την αγαπημένη του κεφαλαίου, ντόπιου και ξένου, του ΝΑΤΟ, της ΕΕ, και όλων των «δυτικών» ιμπεριαλιστικών κέντρων.
Οι αγώνες για μια καλύτερη ζωή της εργασίας και των λαϊκών στρωμάτων δεν σταματούν εδώ, ούτε θα σταματήσουν στο μέλλον, αλλά σίγουρα ζούμε σε μια νέα εποχή, με νέα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. όπου δεν φτάνει η αναφορά στο «ένδοξο παρελθόν» ή στα σύμβολα: Αυτά πρέπει να αποκτήσουν νέα υλικά περιεχόμενα.
Το κύριο, πέρα από τα ερμηνευτικά σχήματα, είναι μια πολιτική στάση που θα ανακόπτει, επιβραδύνει ή πάντως θα δυσκολεύει την υλοποίηση των πολιτικών του κεφαλαίου και του ιμπεριαλισμού.
Θεωρώ αυτονόητο ότι μόνο μια τέτοια πολιτική θα ανακόπτει και την άνοδο της εθνικιστικής ή φασιστικής Ακροδεξιάς, αφού η ενίσχυση της νεοφιλελεύθερης και φιλελεύθερης «Ακροδεξιάς» (ακόμη και αν βαφτίζεται ως Συριζοαριστερά) είναι το αναγκαίο και συμμετρικό όχημα για την διαρκή αναπαραγωγή της εθνικιστικής Ακροδεξιάς, αυτές οι δύο δυνάμεις αναγκαστικά αλληλοσυμπληρώνονται.
Μια πολιτική κατά του κεφαλαίου έχει πάντοτε απέναντί της έναν κύριο στόχο: Αυτός ο στόχος τώρα είναι, κυρίως, ο ΣΥΡΙΖΑ και οι «προοδευτικοί» του αριστεροκεντροδεξιοί σύμμαχοι (από τον Μαραντζίδη και τον Μίχαλο ως σχεδόν… τον Άρη Σπηλιωτόπουλο).
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το κύριο πολιτικό στρατηγείο στην Ελλάδα του κεφαλαίου και του ιμπεριαλισμού-δυστυχώς, με καλές προθέσεις, αρκετοί από εμάς συμβάλλαμε σε αυτό, χωρίς τότε να το συνειδητοποιούμε.
Ο ρόλος αυτός του ΣΥΡΙΖΑ, που δεν έγινε «Δεύτερη Φορά Αριστερά», όπως έχει επισημάνει αναλυτικά και ο αγαπητός φίλος και σύντροφος Vasilis Asimakopoulos, δεν αναιρεί τους κινδύνους από μια διακυβέρνηση του Μητσοτάκη, σε καμία περίπτωση.
Όμως, μια κυβέρνηση Μητσοτάκη θα είναι πιο αδύναμη και πιο απονομιμοποιημένη κοινωνικά και πιο εκτεθειμένη σε ανατροπή των πολιτικών της από το κίνημα από μια κυβέρνηση ενός επανεπιβεβαιωμένου ΣΥΡΙΖΑ.
Η τελευταία περίπτωση θα είναι μια καθαρή περίπτωση μεταδημοκρατικού τέλους της πολιτικής για πάρα πολλά χρόνια.
Η στάση του ΣΥΡΙΖΑ, σε συνθήκες «επιβεβαίωσής» του θα είναι η οριστική σκύλευση των ιστορικών αξιών της Αριστεράς, η πληβειοποίηση του λαϊκού κόσμου μέσω «επιδομάτων», η «δικαιωματική» περιθωριοποίηση των πόλεων και η καταστροφή τελικά της ελληνικής κοινωνίας.
Στα 200 χρόνια από την επανάσταση του 1821, είναι ζήτημα αν θα υπάρχει ένα δημοκρατικό εθνικό κράτος στα πόδια του ή θα έχει πλήρως καταρρεύσει.
Τίθεται το ερώτημα ποιες δυνάμεις μπορούν να εκφράσουν «από τα αριστερά» μια αποδοκιμασία του ΣΥΡΙΖΑ – και, βεβαίως, και των άλλων μνημονιακών κομμάτων, μεγάλων ή μικρών (Νέα Δημοκρατία, ΚΙΝΑΛ, Ποτάμι, ΑΝΕΛ) καθώς και των ακροδεξιών και φασιστικών σχηματισμών.
Τέτοιες δυνάμει, στα «αριστερά» του ΣΥΡΙΖΑ – πάντοτε στο επίπεδο των ευρωεκλογών – είναι το ΚΚΕ, η ΛΑΕ, η Ανταρσύα και άλλες μικρότερες κομμουνιστικές δυνάμεις, δυνάμεις δηλαδή που κατά την τελευταία τετραετία αγωνίστηκαν κατά των μνημονιακών, νεοφιλελεύθερων και καπιταλιστικών πολιτικών επίλογών σε δύσκολες συνθήκες, δεχόμενες την καταστολή και την κατασυκοφάντηση από την κυβέρνηση και τους έμμισθους κολαούζους της και αμφισβήτησαν το ΝΑΤΟ κλπ.
Στα πλαίσια ενός δημοκρατικού / αντιμνημονιακού πατριωτικού φάσματος, πέραν της μαρξιστικής Αριστεράς, και η «Πλεύση Ελευθερίας» θα μπορούσε να είναι μια τέτοια επιλογή, αν και όχι το «ΜΕΡΑ25», που είναι η επιτομή του ευρωσυστημικού κόμματος performer.
Η επιλογή της «αποχής»
Δεν συμφωνώ με αυτήν την επιλογή και εδώ ίσως θα απογοητεύσω τον καλό φίλο μου Yannis Panou.
Αν και συχνά, χαζεύοντας τα φυλλάδια ατόμων και συνδυασμών φτάνω σε ένα τέτοιο ψυχικό κορεσμό που με κάνει να συμφωνώ με τον αντιεκλογικό Σορέλ και τις «Σκέψεις πάνω στην Βία».
Από καθαρά ηθικοπολιτική στάση, η αποχή και το άκυρο είναι θεμιτές και ηθικές επιλογές, πόσο μάλλον που μπορεί να απονομιμοποιούν την Ευρωπαϊκή Ένωση και τον αντιδραστικό χαρακτήρα της.
Από τακτική άποψη, όμως, αυτή η στάση θα εξαργυρωθεί από τα συστημικά ψηφοδέλτια και δεν θέλω να συνδράμω σε αυτό, με βάση το πολιτικό μου ένστικτο.
Υπάρχει διαβάθμιση μεταξύ των δυνάμεων της στα αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ Αριστεράς ή αριστερού/κομμουνιστικού χώρου;
Νομίζω ότι υπάρχει και θα ήταν ανειλικρινές να μην γράψω κάτι γι αυτό για λόγους επιγενόμενων συμπαθειών-αντιπαθειών, δημοσίων σχέσεων κλπ.
Έχω φίλους και συντρόφους ή συντρόφισσες σε όλα τα αριστερά ψηφοδέλτια (εννοείται: εκτός ΣΥΡΙΖΑ) και ατομικά τους εύχομαι κάθε επιτυχία.
Όμως, σχεδόν λυπάμαι που θα το πω και θα το γράψω: Στις συγκεκριμένες εκλογές – και όχι διαχρονικά – μόνο το ΚΚΕ μου δίνει μια αίσθηση σχετικής πολιτικής σοβαρότητας.
Διαφωνώ πλήρως με την προσέγγισή του στο τι είναι σοσιαλισμός και κομμουνισμός και πώς οικοδομείται, διαφωνώ όσο δεν παίρνει άλλο με την λατρεία του Στάλιν, την εκλογίκευση των «εκκαθαρίσεων» στην Σοβιετική Ένωση, την δήθεν συνέχεια Λένιν και Στάλιν κλπ.
Όμως, αντικειμενικά τώρα δεν παίζεται ο σοσιαλισμός και πώς θα είναι.
Τώρα παίζεται μια τακτική άμυνας του κινήματος. Μια τακτική άμυνας που θα έχει ένα ελάχιστο εργατικό και λαϊκό έρεισμα.
Και πάλι: Δεν συμφωνώ με μια θεολογική αναχώρηση προς την λαϊκή εξουσία, η οποία δεν συνοδεύεται από ένα μεταβατικό πρόγραμμα, ενδιαφέρομαι για μια υλική και όχι προσχηματική πολιτική συμμαχιών, αντιπαθώ έναν κομματοκεντρισμό σαν του ΚΚΕ κλπ.
Όμως, οι άλλες δύο επιλογές είναι, σχετικά πάντοτε, λιγότερο καλές ή χειρότερες από τακτική άποψη, αν και είναι, όπως είπα, θεμιτές και μέσα στο πλαίσιο των θετικών λύσεων.
Η μεν ΛΑΕ όντως έχει μια αγωνιστικότητα, ιδίως στο πεδίο των πλειστηριασμών, και έχει υποστεί διώξεις γι’΄αυτό.
Έχει, επίσης, έναν καλό υποψήφιο ευρωβουλευτή , τον Νίκο Χουντή, που έχει παράξει σοβαρό έργο, πράγμα που μου είναι γνωστό και από τις περιβαλλοντικές δικαστικές υποθέσεις που χειρίζομαι.
Παρ’όλα αυτά , η ΛΑΕ διαπερνάται από τεράστιες αντιθέσεις.
Στην «Συμφωνία των Πρεσπών» λ.χ. το Αριστερό Ρεύμα από την μια και οι άλλες πιο «διεθνιστικές» συνιστώσες της ΛΑΕ ήταν στα δύο άκρα του ορίζοντα.
Τι είδους πολιτικό μέτωπο είναι αυτό,που συναρθρώνει τόσο τεράστιες αντιθέσεις;
Το ΚΚΕ το είδα να κάνει μαζική αντιιμπεριαλιστική συγκέντρωση κατά των Πρεσπών την 23/01/2019, η ΛΑΕ ήταν όντως κάτω αλλά σε πολύ μικρά μεγέθη, η Ανταρσύα δεν κατέβηκε με άποψη.
Επίσης, με ενοχλούν δύο ακόμη πράγματα στην ΛΑΕ:
1) Οι παραλογισμοί στην Ίσκρα ότι η ΛΑΕ είναι ο κύριος εχθρός του Τσίπρα και ότι όλος ο κόσμος… γυρνά γύρω από την ΛΑΕ και
2) Ο άκριτος φιλορωσισμός της ΛΑΕ και ιδίως του Αριστερού Ρεύματος.
Κατανοώ ότι μια στρατηγική εθνικής ανεξαρτησίας θα πρέπει να αξιοποιήσει αντιθέσεις ανάμεσα στα καπιταλιστικά-ιμπεριαλιστικά μπλοκ, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να ανησυχούμε όποτε ο Ρώσος πρέσβυς έχει γρίππη (το λέω λογοτεχνική αδεία, καταλαβαίνετε τι εννοώ).
Τέλος, όλη αυτή η μικρογραφειοκρατία και μικροπαραγοντισμός που έζησα για έναν χρόνο στην ΛΑΕ (μικρογραφία της συριζικής γραφειοκρατίας) δεν μου έχουν αφήσει τις καλύτερες εντυπώσεις.
Υπάρχουν κι άλλα ζητήματα (το πώς το καλοκαίρι του 2015 ως Αριστερό Ρεύμα, όπου μετείχα ενεργά τότε, δεν αποχωρήσαμε έγκαιρα από τον ΣΥΡΙΖΑ κ.α.), αλλά θεωρώ μικροπρεπές να συνεχίσω αυτήν την κριτική ενόψει εκλογών.
Δεν αμφισβητώ την εντιμότητα της ΛΑΕ, την αποτελεσματικότητά της αμφισβητώ.
Και δύο λόγια για την Ανταρσύα και την καθοδό της στις Ευρωεκλογές
Ιδεολογικά, στα ζητήματα σοσιαλιστικής στρατηγικής (όχι στεγανά στάδια, κριτική στα ανατολικά καθεστώτα κλπ), αλλά και στο θέμα της ρητής εξόδου από την ΕΕ, είμαι πιο κοντά στην Ανταρσύα από ό,τι στην ΛΑΕ ή στο ΚΚΕ πολύ περισσότερο.
Πώς όμως να εμπιστευθείς έναν πολιτικό χώρο σε εκλογές κεντρικής πολιτικής σημασίας, όταν λ.χ. κατεβάζει δύο ψηφοδέλτια για τον Δήμο της Αθήνας;
Ξέρω ότι η ευθύνη γι αυτό αφορά αποκλειστικά το ΣΕΚ, αλλά για σταθείτε, το ΣΕΚ (που είναι έντονα φιλοΣΥΡΙΖΑ με το πρόσχημα του αντιφασισμού ή του Ενιαίου Μετώπου) δεν αποτελεί βασικό πυλώνα της Ανταρσύα; Και βέβαια αποτελεί.
Πέραν τούτου, επειδή πάντοτε πίστευα και πιστεύω ότι το κοινωνικό ζήτημα συνέχεται με μια αριστερή και ριζοσπαστική εκδοχή της εθνικής κυριαρχίας και ανεξαρτησίας, σε αυτό το πεδίο, που η πολιτική συγκυρία καθιστά πολύ κεντρικό διαφωνώ κάθετα με την Ανταρσύα (θεωρώ ότι σε αυτό το πεδίο η Ανταρσύα αντικειμενικά συγκλίνει με τον ΣΥΡΙΖΑ).
Γι αυτούς τους λόγους, μεταξύ περισσότερων θεμιτών επιλογών, προσωπικά στις ευρωεκλογές θα ψηφίσω ΚΚΕ.
Δημήτρης Μπελαντής
Πηγή: Κατιούσα