Η δικτατορία της 4ης Αυγούστου θωράκισε την αστική εξουσία!
Το βράδυ της 4ης Αυγούστου 1936, δημοσιεύτηκε σε έκτακτο φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως διάγγελμα του Ιωάννη Μεταξά – που τοιχοκολλήθηκε και σε κεντρικά σημεία της Αθήνας και του Πειραιά.
Το διάγγελμα ανέφερε πως:
«Η κυβέρνησις […] προέβη, τη εγκρίσει της Αυτού Μεγαλειότητος του Βασιλέως, εις την κήρυξιν του Στρατιωτικού Νόμου καθ’ άπασαν την χώραν, και την διάλυσιν της Βουλής».
Η δικτατορία της 4ης Αυγούστου, ή δικτατορία Μεταξά, ήταν ήδη γεγονός.
Στο σημερινό ιστορικό αφιέρωμα αντλούμε στοιχεία γι’ αυτήν την περίοδο από το Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, τόμος Β1.
Σαν έτοιμοι από καιρό
Από τις πρώτες πράξεις της δικτατορίας ήταν τα διατάγματα που προέβλεπαν: Την αναστολή των διατάξεων 8 άρθρων του Συντάγματος σε όλο το κράτος, τη διάλυση της Βουλής και την επιστράτευση των εργαζομένων σε υπηρεσίες «δημοσίας ωφελείας» (σιδηροδρομικοί, τροχιοδρομικοί κ.ά.).
Το απόγευμα της 4ης Αυγούστου προηγήθηκε συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, στην οποία οι αστυνομικές και στρατιωτικές αρχές υποστήριξαν ότι υπήρχαν:
«Υπεύθυνοι πληροφορίαι κατά τας οποίας η κηρυχθησομένη γενική απεργία θα μετεβάλλετο εις στασιαστικήν εκδήλωσιν με αντικειμενικόν σκοπόν την ανατροπήν του νόμιμου πολιτικού και κοινωνικού καθεστώτος της χώρας».
Αυτό ήταν και το πρόσχημα για την απόφαση της συγκέντρωσης όλων των εξουσιών στα χέρια της κυβέρνησης.
Ακόμα, στις αιτίες της «μεταβολής» προβαλλόταν και η ανικανότητα της Βουλής που προέκυψε από τις εκλογές του Γενάρη του 1936 «να δώση κυβέρνησιν εις την χώραν», ανικανότητα που επίσης αποδείχθηκε και από τις «αθεράπευτες κομματικές αντιθέσεις» και τις «προσωπικές έριδες».
Οι ενέργειες του Μεταξά, ο οποίος άλλωστε προετοιμαζόταν από καιρό για την κήρυξη της δικτατορίας, έγιναν σε συνεργασία με τον Γεώργιο Β΄ και τη στήριξη της Μεγάλης Βρετανίας.
Το «κλίμα» υπέρ μιας δικτατορικής λύσης ευνοούσαν επίσης η άνοδος του φασισμού και του ναζισμού στην Ιταλία και τη Γερμανία καθώς και ο γενικότερος αντικομμουνισμός που οργίαζε.
Η επιβολή της δικτατορίας εξυπηρετούσε την ανάγκη της αστικής τάξης να θωρακίσει ακόμα περισσότερο την εξουσία της, σε συνθήκες όξυνσης των ενδοαστικών αντιθέσεων και ενόψει του επερχόμενου Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου.
Ταυτόχρονα υπήρχε και ο φόβος του εργατικού – λαϊκού κινήματος.
Ο κίνδυνος για την αστική εξουσία μπορεί να μην ήταν άμεσος, όπως επικαλούνταν η προπαγάνδα της 4ης Αυγούστου, έπρεπε όμως να ενταθούν τα κατασταλτικά μέτρα αποτροπής αυτού του κινδύνου, να χτυπηθεί και να αντιμετωπιστεί το ΚΚΕ αποφασιστικά.
Η παρατεταμένη αστάθεια του αστικού πολιτικού συστήματος, με τελευταίο «επεισόδιο» την αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης που επικαλέστηκε και ο Μεταξάς, έκανε αδύνατη τη συνέχιση της λειτουργίας του με την ίδια μορφή.
Ειδικά σε συνθήκες προετοιμασίας και διεξαγωγής του πολέμου, που απαιτούσαν πιο συγκεντρωτική άσκηση της κρατικής εξουσίας και ταχύτατη λήψη αποφάσεων, οι δημοκρατικές διαδικασίες, μπλεγμένες μάλιστα στη διελκυστίνδα των ενδοαστικών αντιθέσεων, αποτελούσαν για την αστική τάξη μια επικίνδυνη πολυτέλεια.
Τις διεθνείς συνθήκες που επικρατούσαν την περίοδο εγκαθίδρυσης της 4ης Αυγούστου και σημαδεύονταν από τις προετοιμασίες για την επερχόμενη πολεμική σύρραξη, αποτυπώνουν μια σειρά από γεγονότα.
Από τα πιο χαρακτηριστικά ήταν η δημιουργία του «Άξονα Ρώμης – Βερολίνου» (25 Οκτώβρη 1936) και ακόμα περισσότερο το γεγονός ότι στις 25 Νοέμβρη 1936 η Γερμανία με την Ιαπωνία υπέγραψαν το «Σύμφωνο ενάντια στην Κομμουνιστική Διεθνή» («Αντικομιντέρν»), που αφορούσε τον κοινό αγώνα των δύο αστικών κρατών ενάντια στον «μπολσεβικισμό».
Ο Τζόζεφ Γκέμπελς μετά την υπογραφή του Συμφώνου δήλωσε:
«Ο κόσμος δεν θέλει ακόμη να παραδεχθή το μέγεθος του μπολσεβικικού κινδύνου. Εάν ημείς καλούμεν από τόσο καιρού ήδη τα έθνη της Ευρώπης να λάβωσι σοβαρά μέτρα αμύνης κατά των υπονομεύσεων του κομμουνισμού, το πράττομεν προς το συμφέρον του κοινού ευρωπαϊκού πολιτισμού μας».[1]
Η δικτατορία της 4ης Αυγούστου θωράκισε την αστική εξουσία! Το δικό τους μαγαζί!
Το κεφάλαιο στήριξε άμεσα τη δικτατορία και με τη συμμετοχή εκπροσώπων του στις κυβερνήσεις της δικτατορίας.
Ο Ανδρέας Χατζηκυριάκος, ιδιοκτήτης της τσιμεντοβιομηχανίας «ΑΓΕΤ Ηρακλής» και πρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχάνων και Βιοτεχνών Ελλάδας, που είχε πρωτοστατήσει στη σφαγή των εργατών στο Πασαλιμάνι το 1923, ανέλαβε το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας στην πρώτη δικτατορική κυβέρνηση.
Η Εθνική Τράπεζα εκπροσωπήθηκε επίσης με υψηλόβαθμα νυν και πρώην στελέχη της στις κυβερνήσεις της 4ης Αυγούστου (Αλ. Κορυζής, Ι. Αρβανίτης, Α. Αποστολίδης, Δ. Μάξιμος).
Έχει υπολογιστεί, με βάση τα στοιχεία για 38 υπουργούς και στελέχη της δικτατορίας, πως το 10% ήταν τραπεζικά στελέχη και το 6% βιομήχανοι ή άλλοι επιχειρηματίες.
Ο Αμερικανός πρεσβευτής Lincoln MacVeagh θεωρούσε πως στην ομάδα «γύρω και πίσω» από τον Μεταξά βρίσκονταν ο διοικητής της Εθνικής Τράπεζας Ιωάννης Δροσόπουλος, ο Αλέξανδρος Κανελλόπουλος, διευθύνων σύμβουλος της Ανωνύμου Ελληνικής Εταιρείας Χημικών Προϊόντων και Λιπασμάτων και ο Πρόδρομος (Μποδοσάκης) Αθανασιάδης.
Σημαντική στήριξη στη δικτατορία προσέφεραν και οι βιομήχανοι Επαμεινώνδας Χαρίλαος, Ν. Κανελλόπουλος, οι Λαναράς – Κύρτσης, οι αδελφοί Ηλιάσκοι, ο Γ. Πεσματζόγλου, η εταιρεία «Πάουερ» κ.ά.
Επίσης, τα εκδοτικά συγκροτήματα Δ. Λαμπράκη («Ελεύθερον Βήμα»), Γ. Α. Βλάχου («Καθημερινή»), Αχ. Κύρου («Εστία») κ.ά.
Το καθεστώς της 4ης Αυγούστου ενσωμάτωσε στην ιδεολογία και στην πρακτική της «δάνεια» και επιρροές από το φασισμό – ναζισμό (ναζιστικός χαιρετισμός, ίδρυση της Εθνικής Οργάνωσης Νέων με στρατιωτικοποιημένη δομή).
Μία από τις χαρακτηριστικότερες εκδηλώσεις του αντικομμουνιστικού μένους της ήταν το κάψιμο «κομμουνιστικών εντύπων» σε δημόσιους χώρους.
Τα βιβλία που ρίχτηκαν στην πυρά είχαν κατασχεθεί από βιβλιοπωλεία και από σπίτια συλληφθέντων.
Ανάμεσα στα βιβλία που κάηκαν δεν ήταν μόνο έργα κομμουνιστών αλλά και βιβλία του Τολστόι, του Δαρβίνου, του Παπαδιαμάντη, του Μπέρναρντ Σο, του Φρόιντ κ.ά.
Ενδεικτικά, στις 16 Αυγούστου 1936 κάηκαν 12.000 έντυπα στην πλατεία του Λευκού Πύργου στη Θεσσαλονίκη, κατόπιν διαταγής του Γ’ Σώματος Στρατού.
Η δικτατορία της 4ης Αυγούστου εφάρμοσε στοιχεία της κεϊνσιανής θεωρίας περί «κρατικής ρύθμισης της καπιταλιστικής οικονομίας», που ακολούθησαν αρκετά καπιταλιστικά κράτη μετά την οικονομική κρίση στα 1929 – 1933, συμπεριλαμβανομένου του γερμανικού.
Η παρέμβαση του κράτους δεν πήρε τη μορφή της «διευθυνόμενης οικονομίας», για την οποία μιλούσε το καθεστώς, ενίσχυσε όμως την πλουτοκρατία μέσω της εκτέλεσης δημόσιων έργων και της επιβολής «ηρεμίας» και «γαλήνης» στους χώρους δουλειάς.
Η μεγαλύτερη, ίσως, «προσφορά» της 4ης Αυγούστου στο κεφάλαιο ήταν η επιβολή της «εργασιακής ειρήνης», μέσω της απαγόρευσης των απεργιών, του ελέγχου των σωματείων κ.ά.[2]
Παρ’ όλα αυτά κυρίαρχο στοιχείο παρέμεινε η ακραία ταξική ανισότητα και η φτώχεια του λαού.
Χαρακτηριστικά είναι τα στοιχεία των εισοδημάτων κατά οικογένεια το 1938:
• Το 39% του πληθυσμού της χώρας, δηλαδή 630.000 οικογένειες, είχε ετήσιο εισόδημα 18.727 δραχμές.
• Το 38,44% του πληθυσμού, 632.768 οικογένειες, είχαν εισόδημα 36.275 δραχμές ενώ υπολογιζόταν πως για κάπως άνετη ζωή χρειάζονταν τουλάχιστον 60.000 δραχμές.
Την ίδια ώρα, 900 οικογένειες, το 0,05% του πληθυσμού, είχαν ετήσιο εισόδημα 2.125.000 δραχμές.[3]
Οι όποιες αυξήσεις δόθηκαν εξανεμίστηκαν. Υπολογίζεται ότι ενώ μεταξύ 1935 – 1940 οι μισθοί αυξήθηκαν κατά 50%, η πραγματική αύξηση των αποδοχών των εργαζομένων δεν ξεπερνούσε το 5%.[4]
Ο βασικός ταξικός αντίπαλος
Το ΚΚΕ υπήρξε ο βασικός, ο ταξικός αντίπαλος της 4ης Αυγούστου, που διακηρυγμένος της στόχος ήταν η καταπολέμηση του κομμουνισμού.
Από την πρώτη μέρα – για την ακρίβεια νύχτα – της δικτατορίας, η Γενική Ασφάλεια Αθηνών και η Ειδική Ασφάλεια έθεσαν σε εφαρμογή, όπως είχαν διαταχθεί, σχέδια σύλληψης στελεχών του ΚΚΕ, τα οποία όμως εκείνη τη στιγμή δεν είχαν τα επιθυμητά αποτελέσματα.
Στο «Μυστικόν Αρχείον» του Κ. Μανιαδάκη[5] αναφέρεται χαρακτηριστικά:
«Το ΚΚΕ είχε και αυτό τας πληροφορίας του περί των προθέσεων του αειμνήστου Μεταξά. Ολίγας ημέρας προ της μεταβολής είχεν αρχίσει να θέτει εις ενέργειαν τον παράνομόν του μηχανισμόν. Ως εκ τούτου αι διαταχθείσαι συλλήψεις την νύκτα της 4ης Αυγούστου δεν είχον την προσδοκωμένην επιτυχίαν.
Τα σπουδαιότερα στελέχη του ΚΚΕ είχον εξαφανισθή. Από αυτά συνελήφθησαν μόνον οι Σιάντος και Θέος που ενεφάνιζον τότε την «νόμιμον» πλευράν του ΚΚΕ και οι οποίοι αργότερα εδραπέτευσαν […] διά να ξανασυλληφθούν».[6]
Αμέσως μετά την επιβολή της, η δικτατορία προχώρησε στη θέσπιση αντικομμουνιστικού νομικού πλαισίου.
Στις 12 Αυγούστου 1936, συγκροτήθηκε το υφυπουργείο της Δημόσιας Ασφάλειας.
Δύο μέρες μετά, στη θέση του υφυπουργού διορίστηκε ο Κωνσταντίνος Μανιαδάκης, ο οποίος αποτέλεσε την «ψυχή» της αντικομμουνιστικής δράσης.
Με βάση το νομοθετικό πλαίσιο που συγκρότησε η δικτατορία προχώρησε σε μαζικές συλλήψεις,[7] φυλακίσεις και εκτοπίσεις σε ξερονήσια.[8]
Επίσης, επικήρυξε στελέχη του Κόμματος.[9]
Στις 10 Νοέμβρη 1936 το ΠΓ κατάγγειλε την εκτόπιση 1.000 ατόμων, από τη μέρα της εγκαθίδρυσης της δικτατορίας, τη φυλάκιση 330 με διάφορες ποινές καθώς και ότι:
«Kαταζητούνται χιλιάδες ολόκληρες άνθρωποι, επειδή είναι εχθροί της δικτατορίας».[10]
Στη συνέχεια ο αριθμός των εξόριστων και φυλακισμένων αυξήθηκε, φτάνοντας το 1939 τους 2.000.
Συνολικά, χιλιάδες ήταν όσοι συνελήφθησαν στα χρόνια της 4ης Αυγούστου.[11]
Οι συλληφθέντες κομμουνιστές και άλλοι αγωνιστές υποβάλλονταν σε σκληρά βασανιστήρια: Ρετσινόλαδο, πάγος, φάλαγγα, ξερίζωμα νυχιών κ.ά.
Την επόμενη μέρα της κήρυξης της δικτατορίας κυκλοφόρησε έκτακτη – παράνομη έκδοση του «Ριζοσπάστη», με Διακήρυξη της Κεντρικής Επιτροπής.
Η ΚΕ απευθυνόταν σε «ολόκληρο το Λαό της χώρας», τον οποίο ενημέρωνε ότι:
«Η δολοφόνα συμμορία του Μεταξά – Σκυλακάκη, με την εντολή της πλουτοκρατίας, της μοναρχίας και του χιτλερισμού, εγκαθίδρυσε στην Ελλάδα στρατιωτικοφασιστική διχτατορία».
Υπογράμμιζε τις ευθύνες του Γεωργίου Β΄, τον οποίο χαρακτήριζε:
«Άμεσο συνένοχο και υπεύθυνο όλων των εγκλημάτων της».
Σε αυτήν την πρώτη τοποθέτησή της η ΚΕ εκτιμούσε ότι η δικτατορία οδηγεί στον «ολοκληρωτικό αφανισμό» και θεωρούσε ότι:
«Υπέρτατο λαϊκό και εθνικό συμφέρον της στιγμής» ήταν το γκρέμισμα της δικτατορίας «με όλα τα μέσα της μαζικής λαϊκής πάλης».
Ο λαός θα έπρεπε:
«Να αποφασίσει ο ίδιος με εκλογές συνταχτικής συνέλευσης με αναλογική, για την κατάσταση και το μέλλον του, να σχηματίσει παντού επιτροπές λαϊκής σωτηρίας, να δημιουργήσει παντού το Λαϊκό Μέτωπο, να οργανώσει την ανατροπή του Μεταξά».
Στο πλευρό του λαού «δίχως κανένα δισταγμό» καλούνταν να σταθούν οι στρατιώτες και οι αντιφασίστες αξιωματικοί.
Την ίδια μέρα, σύμφωνα με τον «Ριζοσπάστη», η απεργία που είχε προκηρυχθεί πριν από την κήρυξη της δικτατορίας σημείωσε επιτυχία.
Παρά τον στρατιωτικό νόμο και την επιστράτευση μιας σειράς κλάδων, μόνο στην Αθήνα πήραν μέρος 40 χιλιάδες εργάτες. Στο Αγρίνιο έγινε παγκαπνεργατική απεργία ενάντια στη δικτατορία.
Από το πρωί της 4ης Αυγούστου, επίσης, βρισκόταν σε εξέλιξη απεργία των καπνεργατών της Καβάλας.
Η απεργία επεκτάθηκε και στη Δράμα, στο Πράβι (Ελευθερούπολη Καβάλας), στις Σέρρες και τη Θράκη. Κράτησε περίπου δύο βδομάδες και αντιμετωπίστηκε με άγρια τρομοκρατία.
Τρεις μέρες μετά την 4η Αυγούστου, συνήλθε η ΚΕ του ΚΚΕ και συζήτησε πάνω στην κήρυξή της και τα καθήκοντα του ΚΚΕ.
Η ΚΕ στην ομόφωνη Απόφασή της εκτιμούσε ότι:
«Το μοναρχοφασιστικό πραξικόπημα της 4ης Αυγούστου εκδηλώνει την απόφαση των πιο αντιδραστικών κύκλων των Ελλήνων εκμεταλλευτών, της μοναρχίας, της φασιστικής στρατοκρατίας και των ξένων ληστών, που κρύβονται από πίσω τους,
να επιβάλουν με την πιο ωμή τρομοκρατική δολοφονική βία τη θέλησή τους πάνω στο Λαό, που δεν πίστευσε στη μοναρχοπλουτοκρατική απάτη και προχωρεί στην πάλη για το δικό του, αντιφασιστικό, δημοκρατικό ξεκαθάρισμα των ζωτικών εσωτερικών και εξωτερικών προβλημάτων».
Και σημείωνε:
«Η πολιτική της δικτατορίας δεν μπορεί παρά να είναι δέκα φορές χειρότερη απ’ την πολιτική που ο δολοφόνος Μεταξάς εφάρμοσε στις 9 Μάη στη Θεσσαλονίκη, απ’ την πολιτική της ρεμούλας και του πλιάτσικου, της καταστροφής και του ξεπουλήματος που εφάρμοσε μέχρι σήμερα ο Μεταξάς […]
Το λαϊκό ξεζούμισμα θα ξεπεράσει κάθε προηγούμενο. Το ξεπούλημα της Ελλάδας στους ξένους θα ολοκληρωθεί. Η αρπαγή και η ρεμούλα, το ξεχαρβάλωμα και το πλιάτσικο θα γενικευθούν».[12]
Με βάση αυτήν την Απόφαση, οι Κομματικές Οργανώσεις καλούνταν να αναπροσαρμόσουν τη δουλειά τους στις νέες συνθήκες της σκληρής παρανομίας.
Στον πρώτο μήνα, έγιναν ορισμένες μικρές συγκεντρώσεις και συσκέψεις ενάντια στη δικτατορία.
Σύμφωνα με το «Ριζοσπάστη», σε 15 χωριά των Σερρών, το δεύτερο δεκαήμερο του Αυγούστου, έγιναν ένοπλα αγροτικά συλλαλητήρια, τα οποία χτυπήθηκαν από τις αστυνομικές δυνάμεις.
Μέσα στο Φλεβάρη του 1937, συνήλθε η 3η Ολομέλεια της ΚΕ και σε αυτήν πήραν μέρος όλα τα μέλη της ΚΕ, ταχτικά και αναπληρωματικά που δεν είχαν συλληφθεί.
Η Ολομέλεια πήρε ομόφωνα Απόφαση πάνω την πολιτική κατάσταση, που ήταν και το μοναδικό θέμα της, ενώ εξέδωσε και χαιρετιστήριο στον Νίκο Ζαχαριάδη που είχε στο μεταξύ συλληφθεί.[13]
Η Ολομέλεια εκτιμούσε πως η δημαγωγία του καθεστώτος δεν είχε αποτέλεσμα, καθώς ο λαός «δεν παρασύρθηκε απ’ τη φασιστική δημοκοπία», ενώ απέτυχαν οι προσπάθειες της δικτατορίας να δημιουργήσει μέσα στο λαό στηρίγματα.
Και σημείωνε:
«Η δικτατορία μπόρεσε να κρατηθεί στην εξουσία στο εξάμηνο που πέρασε όχι μόνο γιατί στηρίζεται στο βασιλιά και πνίγει με την ανήλεη αστυνομική βία τη θέληση του λαού, αλλά γιατί οι αντιδικτατορικές, αντιφασιστικές δυνάμεις δεν βγήκαν ενωμένες στον αγώνα για την ανατροπή του φασισμού».
Η Ολομέλεια εκτιμούσε ότι:
«Η κοινή αδελφική πάλη των οπαδών όλων των κομμάτων για την ανατροπή της δικτατορίας»
αποτελούσε το μοναδικό δρόμο για την «απολύτρωση» από τη «φασιστική σκλαβιά».
Στο πρώτο δεκαπενθήμερο του Αυγούστου του 1937 συνήλθε η 4η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ.
Η 4η Ολομέλεια, όσον αφορά τον στόχο της συγκρότησης του Αντιδικτατορικού Μετώπου, επαναλάμβανε πως:
«Η διασπαστική πολιτική εκείνων των κομμάτων που επανειλημμένα ως τώρα αρνήθηκαν να πάρουν μέρος στη δημιουργία του λαϊκού αντιδικτατορικού μετώπου ωφέλησε μονάχα το μοναρχοφασισμό».[14]
Στην κατεύθυνση της ενιαίας αντιδικτατορικής δράσης προβάλλονταν ως επείγοντα καθήκοντα τα παρακάτω:
«α) Το ορμητικό ξέσπασμα της εργατιάς για τις ιδιαίτερες άμεσες οικονομικές και πολιτικές της απαιτήσεις και η αποκατάσταση του ενιαίου εργατικού αντιφασιστικού μετώπου σ’ όλη τη χώρα […]
β) Η οργάνωση της πάλης των αγροτικών μαζών για τις δικές τους ζωτικές και επείγουσες διεκδικήσεις και το δυνάμωμα και παραπέρα ξάπλωμα του ενιαίου Αγροτικού Κόμματος […]
γ) Με κάθε τρόπο να ενισχυθεί η αξιέπαινη πρωτοβουλία που ανέλαβαν μερικές προοδευτικές πολιτικές ομάδες μέσα στα μη φασιστικά αστικά κόμματα (…) στον αγώνα κατά της φασιστικής δικτατορίας […]
δ) Δραστήρια και αποφασιστικά πρέπει να δυναμώσει η δουλειά για την οργάνωση των αντιδικτατορικών δυνάμεων μέσα στο στρατό κι ανάμεσα στους απότακτους στρατιωτικούς […]
ε) Πάνω στο πρότυπο και στο παράδειγμα του Πειραιά[15] σ’ όλες τις πόλεις, στα χωριά, στα εργοστάσια και στις συνοικίες και συνοικισμούς, πρέπει να οργανωθούν επιτροπές του λαϊκού αντιδικτατορικού μετώπου».
Στην Απόφαση του δεύτερου θέματος της 4ης Ολομέλειας υπογραμμιζόταν ότι η δικτατορία δεν μπόρεσε να παραλύσει το Κόμμα και ότι:
«Συμπλήρωσε βασικά τα κενά που δημιούργησαν τα χτυπήματα του εχθρού».[16]
Η Εισήγηση της ΚΕ στην Ολομέλεια εκτιμούσε ότι το Κόμμα, στον ένα χρόνο περίπου από την εγκαθίδρυση της δικτατορίας, «βασικά κατόρθωσε να διατηρήση τις δυνάμεις του» και ότι στους τελευταίους 4 – 5 μήνες μετά την 3η Ολομέλεια της ΚΕ «περιορίστηκαν σε μεγάλο βαθμό οι συλλήψεις στελεχών του Κόμματος».
Η Εισήγηση της ΚΕ αναφερόταν και στις «δηλώσεις μετανοίας» υπογραμμίζοντας το ουσιαστικό στοιχείο από τη δοκιμασία του Κόμματος:
«Χιλιάδες μέλη και οπαδοί του Κόμματός μας, αντιφασίστες αγωνιστές, προτιμούν να λιώσουν στη φυλακή, στα ξερονήσια και στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, παρά να δηλώσουν υποταγή στους τυράννους […]
Είναι ελάχιστοι οι εργάτες που λιποψύχησαν και αποτελούν σταγόνα στον ωκεανό, μπροστά στους αντιφασίστες που ηρωικά υποφέρουν τα μαρτύρια μη δεχόμενοι να υπογράψουν στην ατιμωτική δήλωση».
Η Ολομέλεια καθόρισε εύστοχα τα εξής καθήκοντα:
1. Να ενταθεί η πάλη κατά του χαφιεδισμού και να μπει τέλος στην παραβίαση των κανόνων συνωμοτικότητας.
Διαπαιδαγώγηση των μελών του Κόμματος, με το ζωντανό παράδειγμα των καθοδηγητών, στην πάλη για την προφύλαξη του Κόμματος και προετοιμασία για τη στάση τους στα δικαστήρια και την Ασφάλεια.
2. Η δουλειά των Κομματικών Οργανώσεων να κατευθυνθεί στην ανάπτυξη μερικών αγώνων όλων των λαϊκών στρωμάτων, να δυναμώσει η δουλειά μέσα στις λαϊκές οργανώσεις και τα συνδικάτα αξιοποιώντας όλες τις δυνατότητες πλατιάς νόμιμης δράσης.
Για τον σκοπό αυτό, υπογράμμιζε:
«Επιβάλλεται να ολοκληρωθή η αναδιοργάνωση των Κομματικών Οργανώσεων με βάση την ίδρυση πυρήνων στις επιχειρήσεις και τα εργοστάσια, στα συνδικάτα και σ’ όλες τις μαζικές οργανώσεις. Το οργανωτικό δέσιμο και η οργανωτική συνοχή του Κόμματος πρέπει παραπέρα να τελειοποιηθούν».
Άλλα καθήκοντα ήταν η ανάδειξη νέων στελεχών του Κόμματος, η στρατολογία νέων μελών στο Κόμμα, που:
«Δεν πρέπει ούτε στιγμή να σταματήση εν ονόματι του κινδύνου εισχώρησης χαφιέδων στις κομματικές γραμμές και η εξασφάλιση, συμπλήρωση και κανονική λειτουργία του παράνομου μηχανισμού και η συστηματική ανάπτυξη και ποιοτική καλυτέρευση της εκδοτικής δουλειάς του Κόμματος, απ’ την ΚΕ ως την πιο μικρή Κομματική Οργάνωση και τους πυρήνες».
Σημειώσεις:
[1]. «Ακρόπολις», 7-12-1938, σελ. 6.
[2].Υφυπουργείο Τύπου και Τουρισμού – Διεύθυνση Λαϊκής Διαφωτίσεως, Τέσσερα Χρόνια Διακυβερνήσεως Ι. Μεταξά, τόμ. Δ΄, εκδ. 4ης Αυγούστου, χ.χ, σελ. 292.
Ο Μεταξάς σε ομιλία του στην Κυπαρισσία, τον Απρίλη του 1939 είχε πει:
«Ο αστικός κόσμος εζήτησεν ασφάλειαν. Εζήτησε να λείψη η πάλη των τάξεων. Εζήτησε να ημπορή να εργάζεται αφόβως και χωρίς αγωνίαν της αβεβαιότητος διά την αύριον. Και την αγωνίαν αυτήν του την αφαιρέσαμεν και του εδώκαμεν την ασφάλειαν που εποθούσε».
[3]. Γ. Νέζης: «Η κατανομή του προπολεμικού φορολογικού βάρους στην Ελλάδα», «Νέα Οικονομία», τχ. 1/1947, σελ. 12, όπως παρατίθεται στο Σπύρος Λιναρδάτος: «Η 4η Αυγούστου», εκδ. «Θεμέλιο», Αθήνα, 1988, σελ. 114 – 116.
[4]. Σπύρος Λιναρδάτος: «Η 4η Αυγούστου», εκδ. «Θεμέλιο», Αθήνα, 1988, σελ. 113.
[5]. «Το Μυστικόν Αρχείον της περιόδου 1936 – 1941» δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Εθνικός Κήρυξ» από τις 9 Οκτώβρη 1949 έως την 1 Απρίλη 1950. Σύμφωνα με την εφημερίδα, ήταν «ελεγμένο προσωπικά» από τον Κωνσταντίνο Μανιαδάκη.
[6]. «Εθνικός Κήρυξ», 9-10-1949. O «Ριζοσπάστης» την επομένη της 4ης Αυγούστου έγραψε:
«Η φασιστική διχτατορία από χθες άρχισε τις συλλήψεις των λαϊκών αγωνιστών. Σε δεκάδες πολλές φθάνει ο αριθμός των συλληφθέντων σε Αθήνα και Πειραιά. Μεταξύ των άλλων πιάσθηκαν οι σ. σ. βουλευτές Γληνός και Θέος […]».
[7]. Ο «Ριζοσπάστης» (10-11-1936) κατήγγειλε ότι:
«Σε Ξάνθη, Κόρινθο, Λαμία, Κιάτο και Σουφλί έγιναν μαζικές συλλήψεις αντιφασιστών. Στην Ξάνθη ξεπερνούν τους 130, βασανίστηκαν δε συνεχώς επί 5 μέρες με ξυλοδαρμό, φάλαγγα, ρετσινόλαδο, καρφίτσες και καλάμια σε βαθμό που πολλούς αναγκάστηκαν να τους μεταφέρουν στο νοσοκομείο […] Στο Ηράκλειο Κρήτης πιάστηκαν 6 εργάτες κατηγορούμενοι για εκδότες της εφημερίδας «Αυγής», όργανο της ΚΝ Κρήτης».
[8]. «Το ΚΚΕ – Επίσημα Κείμενα», τόμ. 4ος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1975, σελ. 528.
[9]. Για παράδειγμα, ο Νίκος Ζαχαριάδης είχε επικηρυχθεί για 100.000 δραχμές, ο Βασίλης Νεφελούδης για 75.000 δραχμές και ο Γιώργος Σιάντος για 50.000 δραχμές.
[10]. «Το ΚΚΕ – Επίσημα Κείμενα», τόμ. 4ος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1975, σελ. 403.
[11]. Υφυπουργείο Τύπου και Τουρισμού – Διεύθυνση Λαϊκής Διαφωτίσεως, «Τέσσαρα χρόνια διακυβερνήσεως Ι. Μεταξά», τόμ. Β΄, εκδ. 4ης Αυγούστου, χ.χ., σελ. 212.
[12]. Στη διάθεσή μας έχουμε μόνο ένα τμήμα της Απόφασης («Ριζοσπάστης», 10-8-1936, όπως παρατίθεται στο «Κομματική Οργάνωση Ριζοσπάστη» (Επιμ.), «Ριζοσπάστης» 1918 – 1978, Αθήνα, 1978, σελ. 83).
[13]. «Το ΚΚΕ – Επίσημα Κείμενα», τόμ. 4ος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1975, σελ. 418.
[14]. Στο ίδιο, σελ. 429.
[15]. «Ο Προπαγανδιστής», 1-9-1937. Στην Εισήγηση του πρώτου θέματος της 4ης Ολομέλειας αναφέρονται σχετικά με τη συγκρότηση του «Λαϊκού Μετώπου» στον Πειραιά:
«Εκεί σ’ όλες τις συνοικίες σχεδόν ιδρύθηκαν και δυναμώνουν επιτροπές του Λαϊκού Μετώπου. Οι αντιπρόσωποι των συνοικιακών επιτροπών εξέλεξαν Επιτροπή Λαϊκού Μετώπου για ολόκληρη την πόλη.
Αυτή βγάζει την εφημερίδα της, κυκλοφορεί χιλιάδες προκηρύξεις και αναπτύσσει αξιόλογη δουλειά για τη συσπείρωση των λαϊκών μαζών του Πειραιά στις γραμμές του Λαϊκού Μετώπου. Στον Πειραιά η Λαϊκομετωπική δουλειά δεν έχει προς τα κάτω μόνο επιτυχίες.
Εκεί μια σειρά στελέχη με κύρος απ’ όλα σχεδόν τα κόμματα προσχώρησαν και προσχωρούν στο Λαϊκό Μέτωπο και παίρνουν ενεργό μέρος στην ανάπτυξη του Λαϊκομετωπικού κινήματος. Σε ορισμένες συνοικίες δημιουργήθηκαν οι πρώτες πενταρχίες της Λαϊκής αυτοάμυνας»
[16]. Στο ίδιο.
Πηγή: Ριζοσπάστης