Το βελγικό πόρισμα της δολοφονίας Lumumba – Μέρος 2ο
Συνέχεια από το 1ο Μέρος
Η βελγική δράση κατά της κυβέρνησης Lumumba απέκτησε δυναμική στο δεύτερο μισό του Αυγούστου.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, το Γενικό Προξενείο του Βελγίου στη Μπραζαβίλ (Dupret) διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην ενίσχυση της αντιπολίτευσης και στην παροχή υλικοτεχνικής υποστήριξης.
Την ίδια στιγμή, ο πρωθυπουργός Eyskens ζήτησε από τον πρόεδρο Kasavubu, μέσω του συμμβούλου Jef van Bilsen, να παύσει τον Lumumba.
Ο υπουργός Wigny έδωσε, μέσω των διπλωματών του Westhof και Davignon, νομικές συμβουλές προς τον πρόεδρο Kasavubu σχετικά με μια τέτοια ενέργεια.
Σε μια σημείωση, της 12ης Σεπτέμβρη 1960, το Γραφείο Αφρικανικών Υποθέσεων ρητά παραδέχεται ότι υποστήριξε δύο δίκτυα στο Leopoldstad (Κινσάσα) που κατέληξαν σε συμφωνία κατόπιν αιτήματος του τμήματος.
Το ένα από τα δίκτυα αφορούσε ηγέτες των συνδικάτων, ενώ το άλλο ακαδημαϊκούς. Η παρουσία ανθρώπων με πολύ διαφορετικά κίνητρα δείχνει τον διαφορετικό χαρακτήρα και τα διαφορετικά κίνητρα της αντιπολίτευσης εναντίον του Lumumba.
Η βελγική δράση είναι μόνο ένα στοιχείο μιας ευρύτερης ομάδας δυνάμεων της αντιπολίτευσης.
Κρίσιμη για την τελική πτώση του Lumumba ήταν η σύγκρουση μεταξύ του πρωθυπουργού του Κονγκό και του Γ.Γ. του ΟΗΕ Hammarskjöld, που εξανάγκασε τον Lumumba από τη μια πλευρά να ζητήσει (ανοιχτά) την υποστήριξη της Σοβιετικής Ένωσης κι, αφετέρου, ενθάρρυνε τις Ηνωμένες Πολιτείες να οργανώσουν (στο παρασκήνιο) ενεργή αντιπολίτευση εναντίον του Lumumba (με τα πρώτα σχέδια δολοφονίας).
Οι ΗΠΑ φοβήθηκαν την αποσύνθεση της εξουσίας του ΟΗΕ, που θα άνοιγε την πόρτα προς τη Σοβιετική Ένωση. Οι πιέσεις από διπλωμάτες των ΗΠΑ κι από τον ΟΗΕ, ήταν ένας σημαντικός παράγοντας στην καθαίρεση του Lumumba.
Οι δραστηριότητες της Εξεταστικής Επιτροπής αποσκοπούν στην αναζήτηση πιθανών βελγικών ευθυνών για τη δολοφονία του Patrice Lumumba. Αλλά είναι σαφές ότι μια βελγική ή ακόμα και μια αμερικανική ενέργεια θα είχε ελάχιστες πιθανότητες επιτυχίας, χωρίς την ύπαρξη αντιπολίτευσης στο εσωτερικό του Κονγκό.
Αυτή η αντιπολίτευση έγινε εμφανής πολύ νωρίς, σε δημόσιες εκστρατείες αντιπάλων του Lumumba, όπως ο Bolikango κι ο Kalonji, που είχαν πολλούς υποστηρικτές στο Leopoldstad.
Ορισμένες πηγές υποδεικνύουν τον σημαντικό ρόλο που έπαιξαν στην ανταρσία του Force Publique, όπου ξεκίνησαν να φωνάζουν συνθήματα εναντίον του Lumumba.
Ο ανταγωνισμός μεταξύ του κόμματος Conakat του Thsombe και του Munongo με το Κίνημα Ανεξαρτησίας του Κονγκό (MNC) του Lumumba ήταν η αρχή που οδήγησε στην απόσχιση της Κατάνγκα.
Μετά τη διακοπή των διπλωματικών σχέσεων με το Βέλγιο, η Σύγκλητος του Κονγκό, με εξέχουσες προσωπικότητες όπως ο Ileo κι o Adoula, έγινε o θεσμός όπου οι πολιτικές της κυβέρνησης Lumumba κι ιδιαίτερα η πολιτική πληροφοριών του υπουργού Kashamura επικρίθηκαν.
Οι πολιτικές του Kashamura βρήκαν επίσης αντίδραση από τους θρησκευτικούς κύκλους ενώ στις οικονομικές πολιτικές του Lumumba αντιστάθηκαν συνδικαλιστικές ομάδες (Christian κι άλλες).
Σταδιακά, η αντιπολίτευση κινούταν εκτός νομικού πλαισίου, καθώς η κυβέρνηση Lumumba άρχισε να παίρνει δραστικά μέτρα για να διατηρήσει τη θέση της (λογοκρισία Τύπου κι έκτακτα δικαστήρια).
Στο δεύτερο μισό του Αυγούστου, μια πιο βίαιη αντιπολίτευση προέκυψε από τις ομάδες Jabako και Jepuna, οι οποίες σχημάτισαν πολιτοφυλακές ακολουθώντας το παράδειγμα της νεολαίας Lumumba.
Η εκστρατεία του ANC κατά της απόσχισης του Νότου Κασάϊ αναζωπήρωσε τις εσωτερικές αντιφάσεις στο Κονγκό και τελικά οδήγησε στη διάσπαση μεταξύ του Lumumba και του Kasavubu.
Η κρίση του Κονγκό ήταν επίσης μια εσωτερική κρίση μέσα σε μια τεράστια χώρα, η οποία ήταν εξαιρετική σύνθετη σε όλα τα επίπεδα.
Όταν απομακρύνθηκε η αποικιοκρατική κυβέρνηση και λόγω της έλλειψης ισχυρών εθνικών κομμάτων, σταθερής διοίκησης και πειθαρχημένου στρατού, οι φυγόκεντρες δυνάμεις δυνάμωσαν.
Τα παραπάνω δείχνουν ότι διαφορετικοί παράγοντες, εγχώριοι και ξένοι, συνέβαλαν στην αποπομπή του πρωθυπουργού Lumumba στις 5 Σεπτεμβρίου 1960.
Μετά τις 5 Σεπτεμβρίου, σημειώθηκε μια περίοδο μεγάλης σύγχυσης. Ο Lumumba αρνήθηκε να αποσυρθεί κι ο νέος πρωθυπουργός Ileo δεν κατάφερε να εδραιώσει τη θέση του.
Ο συνταγματάρχης Mobutu «εξουδετέρωσε» και τα δύο στρατόπεδα και διορίστηκε Γενικός του Σώματος των Επιτρόπων. Αυτή η ενέργεια προκάλεσε έκπληξη στη βελγική κυβέρνηση.
Ο Mobutu δεν είχε ισχυροποιηθεί ακόμα σε πολιτικό επίπεδο και δεν είχε την ομόφωνη στήριξη του στρατού.
Στο Leopoldstad, οι αντίπαλες δυνάμεις κατόρθωσαν να φτάσουν σε συμφωνία: Οι Kasavubu, Bomboko και Mobutu ενώθηκαν ενάντια στον Lumumba.
Από την αρχή, η βελγική κυβέρνηση υποστήριξε ανοιχτά και με ενθουσιασμό τον Kasavubu και τον Ileo, παρόλο που οι διπλωματικές σχέσεις με το Κονγκό δεν είχαν ακόμα αποκατασταθεί.
Η βελγική κυβέρνηση άνοιξε διπλωματικά κανάλια, δίνοντας πολιτικές και νομικές συμβουλές, επέμεινε ο Kasavubu να διορίσει τους υπουργούς του, καθοδήγησε τον Ileo να αναλάβει δράση μέχρι που χρηματοδότησε και την εκτύπωση, στο Βέλγιο, του Κονγκολέζικου νομοσχεδίου, που περιείχε τα απαραίτητα μέτρα για την απομάκρυνση του Lumumba.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η βελγική κυβέρνηση ανησυχούσε ιδιαιτέρως για τις ενέργειες του Lumumba. Αφού υποστήριξε την καθαίρεση του πρωθυπουργού Lumumba, ήταν πρόθυμη να εμποδίσει την επιστροφή του στην εξουσία, πράγμα που φαινόταν πολύ πιθανό.
Το πρώτο και σημαντικότερο μέτρο σχετικά με αυτό, στο οποίο επέμεινε η Βελγική κυβέρνηση, ήταν η σύλληψη του Lumumba. («Απενεργοποιήστε τον», είχε πει ο υπουργός Wigny).
Όταν, τελικά, ο Mobutu ανέλαβε να συλλάβει τον Lumumba στις 10 Οκτωβρίου, κάτι που είχε αρνηθεί πολλές φορές να κάνει μέχρι εκείνη τη στιγμή, έγινε σε αντάλλαγμα την βελγική υπόσχεση παροχής τεχνικής και στρατιωτικής υποστήριξης στον Κονγκολέζικο Εθνικό Στρατό (ANC).
Η βελγική κυβέρνηση ήταν αντίθετη σε όλες τις δυνατές μορφές συμφιλίωσης, άμεσες ή έμμεσες, μεταξύ των ηγετών του Κονγκό.
Η έκφραση «οριστικός αποκλεισμός» του Υπ. d’ Aspremont Lynden στις 6 Οκτωβρίου 1960 – σε τηλεγράφημα προς τον πρεσβευτή Rothschild στην Elisabethstad – πρέπει να ιδωθεί με αυτή την οπτική.
Το βελγικό πόρισμα της δολοφονίας Lumumba – Β. Φυσική εξόντωση
Η βελγική παρέμβαση, με στόχο την πολιτική εξόντωση του Lumumba, συνδυάστηκε με άλλες δράσεις, που συχνά περιγράφονται ως «συγκεκαλυμμένες ενέργειες». Η Επιτροπή επιθυμεί να κάνει σαφή διάκριση μεταξύ των αντιπολιτευτικών ενεργειών (κεφ Α) και των ενεργειών για την φυσική εξόντωση του Lumumba.
1. Σχέδια και μη ολοκληρωμένα έργα
Είναι απολύτως σαφές: Υυπήρχαν σχέδια δολοφονίας του Lumumba. Όσον αφορά αυτά τα σχέδια, οι εμπειρογνώμονες προέβησαν σε διεξοδική ανάλυση των ρόλων των Loos και Marlière.
Ο Jules Loos ήταν ο στρατιωτικός σύμβουλος του Υπ. Αφρικανικών Υποθέσεων, ο Louis Marlière, υπολοχαγός, πρώην αξιωματικός της Force Publique, που έμεινε στο Brazzaville κι έγινε σύμβουλος του συνταγματάρχη Mobutu στην αρχή του Οκτώβρη.Κι οι δύο λειτουργούσαν υπό την κάλυψη του υπουργού d’ Aspremont Lynden.
Μια ανάλυση των τηλετύπων δείχνει ότι συμμετείχαν σε παραδόσεις όπλων και υποστήριξη της σύλληψης του Lumumba.
Επιπλέον:
- Στην πράξη 58316, η περίληψη της οποίας είναι ασαφής αλλά στο πλαίσιο της οποίας μια επίθεση κατά του Lumumba θα μπορούσε να είναι πιθανή (στο ίδιο σενάριο, μπορούμε επίσης να δούμε τις δράσεις του πρώην αντιστασιακού Edouard Pilaet).
- Στην απαγωγή του Lumumba. Ο διοικητής Noël Dedeken έλαβε την διαταγή από τον στρατηγό Charles Cumont, αρχηγό του βελγικού Γενικού Επιτελείου Στρατού, μέσω του ταγματάρχη Loos. Στη Μπραζαβίλ, υποστηρίχθηκε από τον Marlière.
Την ίδια περίοδο υπήρχαν – εκτός από τρία Αμερικανικά – και βελγικά «σχέδια» με στόχο τη φυσική εξόντωση του Lumumba.
Μια πρώτη ένδειξη ήταν πριν από τις 5 Σεπτεμβρίου 1960, όταν προτάθηκε η δημιουργία της «επιχείρησης – L», ένα σχέδιο στο πλαίσιο του οποία προτάθηκε η αντικατάστση φαρμάκων.
Δεν γνωρίζουμε τον/τους εμπνευστές του σχεδίου αλλά πιθανά ήταν πράκτορες των πρώην Βελγο-κονγκολέζικων υπηρεσιών ασφαλείας. Στις αρχές Οκτωβρίου, ο δημοσιογράφος Bogaerts ισχυρίστηκε ότι έφτασε στο Κονγκό για να σκοτώσει τον Lumumba.
Κατά το πρώτο μισό του Νοέμβρη, και με την εντολή του Jo Gérard, ένας μισθωμένος δολοφόνος στάλθηκε στο Κονγκό: Ο έλληνας «Γιώργος».
Τα πρώτα δύο σχέδια δολοφονίας του Lumumba δεν ακολουθήθηκαν ούτε μέχρι την έναρξη των προετοιμασιών.
Το δεύτερο σχέδιο ήταν απλώς ένας στόμφος από το πρόσωπο που το δημιούργησε.
Το σχέδιο του Jo Gérard μπήκε σε εφαρμογή, αλλά απέτυχε λόγω απάτης.
Επιπλέον, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι:
- Βέλγοι αξιωματούχοι βοήθησαν στην εκτέλεση ορισμένων σχεδίων σε Brazzaville και Leopoldstad.
- Δεν υπήρχε ίχνος εντολής ή ενέργειας για την ακύρωση αυτών των σχεδίων.
- Δεν ελήφθησαν πειθαρχικά μέτρα εναντίον των υπαλλήλων – διπλωματών, αξιωματικών ή πρακτόρων ασφαλείας – που γνώριζαν για αυτά τα σχέδια ή συμμετείχαν σε αυτά και που δεν σχετίζονται με πολιτικές ευθύνες υπουργών.
2. Η δολοφονία των Lumumba, Mpolo και Okito στο Elisabethstad
Κατά τη διάρκεια της έρευνας της κίνησης τηλετυπιών δεν διαπιστώθηκε καμία αναφορά σε Mpolo και Okito. Προφανώς βρέθηκαν τυχαία στο αεροδρόμιο.
Πρέπει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι σε περίπτωση αλλαγής ισχύος, ο Mpolo θα ήταν αντίπαλος του Mobuto κι ο Okito θα έπαιρνε τη θέση του Kasavubu.
Από πολύ νωρίς, δύο γεγονότα είναι σίγουρα: Η βελγική κυβέρνηση προσπάθησε να συλλάβει τον Lumumba και να τον μεταφέρει στην Κατάνγκα. Ακολουθώντας τις οδηγίες της οι αρμόδιοι υπουργοί και τα γραφεία τους, οι Βέλγοι στο Leopoldstad και στο Brazzaville προσπάθησαν για την επίτευξη αυτών των στόχων.
Πρέπει να σημειωθεί ότι οι Βέλγοι σύμβουλοι στην Κατάνγκα ήταν πάντα αρνητικοί στις εκθέσεις τους προς την κυβέρνηση της Κατάνγκα σχετικά με ένα τέτοιο σχέδιο επειδή το θεωρούσαν επικίνδυνο για τη θέση της Κατάνγκα.
Εξαιρώντας το Τέλεξ από Dupret προς Belext (17 Ιανουαρίου 1961), στα πολυάριθμα τηλεγραφήματα σχετικά με τη μεταφορά του στην Κατάνγκα, πριν την έναρξη της επιχείρησης, δεν υπήρχαν ενδείξεις ανησυχίας για την ασφάλεια του Patrice Lumumba.
Αν κι ο Lumumba συνελήφθη κατόπιν εντολής τον Σεπτέμβρη του 1960 και με βάση συγκεκριμένες κατηγορίες, στα πολλά τηλεγραφήματα που ακολούθησαν:
- μετά την την καθαίρεσή του,
- κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού του στην επίσημη κατοικία του
- κι όταν διέφυγε κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του το στρατόπεδο του Thysstad
- και μετά τη μεταφορά του στην Κατάνγκα,
οι αρχές της βελγικής κυβέρνησης δεν επέμειναν ποτέ να δικαστεί.
Σε ένα συνταγματικό κράτος αποτελεί βασικό κανόνα, ότι κανείς δεν μπορεί να πιαστεί κρατούμενος χωρίς δικαστική εντολή ή απόφαση δικαστηρίου.
Σε κάθε περίπτωση, ένας βουλευτής επεσήμανε στους υπουργούς που συμμετείχαν σε μια συζήτηση στην Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων, στις 13 Δεκέμβρη 1960, ότι υπήρχε πιθανή απειλή για τη ζωή του Lumumba στην Κατάνγκα.
Ο Van Eynde τεκμηρίωσε αυτό το θέμα αναφερόμενος σε μια εντολή που είχε δώσει ο Munongo στους επικεφαλείς της χωροφυλακής της Κατάνγκα στις 13 Αυγούστου:
«…εάν έφτανε στην Κατάνγκα, θα έπρεπε με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, να εξαφανιστεί».
Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι λόγω της παραμονής του στην Κατάνγκα μεταξύ Ιουλίου κι Αυγούστου 1960, ο Υπ d’ Aspremont, ως επικεφαλής της Βελγικής Τεχνικής Αποστολής, θα μπορούσε να αξιολογήσει το τί είχαν στο νου τους οι ηγέτες της Κατάνγκα και του κινδύνου της μεταφοράς του Lumumba εκεί.
Επιπλέον, στο πρόσωπο του Ταγματάρχη Loos, στρατιωτικού συμβούλου του, ο υπουργός διέθετε έναν ενεργό συνεργάτη με εμπειρία στο Κονγκό και με άριστες επαφές στην Κατάνγκα.
Τέλος, είναι επίσης σημαντικό να αναφέρουμε πως το Υπουργικό Συμβούλιο Αφρικανικών Υποθέσεων είχε υποδεχτεί πολλούς Βέλγους συμβούλους, διπλωμάτες κι αξιωματούχους μετά την προσωρινή επιστροφή τους από το Leopoldstad, το Brazzaville ή το Elisabethstad.
Μία φορά, τουλάχιστον, ο Αρχηγός του Κράτους είχε ενδείξεις ότι η ζωή του Lumumba βρισκόταν σε κίνδυνο, σε μια επιστολή του Ταγματάρχη Weber προς τον επικεφαλής του Υπουργικού Συμβουλίου του Βασιλιά.
Έχει αποδειχθεί ότι ο βασιλιάς γνώριζε αυτή την επιστολή.
Κανένα σημάδι αποδοκιμασίας ή ανησυχίας δεν δόθηκε στον Ταγματάρχη Weber ούτε στον Πρόεδρο Tshombe ή τις αρχές του Κονγκό στο Leopoldstad σχετικά με την πιθανή δολοφονία του Lumumba. Δεν βρέθηκε καμία απόδειξη ότι η κυβέρνηση κι οι αρμόδιοι υπουργοί ενημερώθηκαν για την παρούσα επιστολή.
Μετά την άφιξη του Lumumba στην Κατάνγκα, που ξάφνιασε τους Βέλγους Συμβούλους, αυτοί υιοθέτησαν μια στάση αναμονής.
Ωστόσο, δεν υπάρχουν στοιχεία, ότι συμμετείχαν ή ότι παρείχαν συμβουλές κατά τη διάρκεια της διαδικασία λήψης αποφάσεων που οδήγησαν τελικά στην εκτέλεση.
Ούτε υπάρχουν ενδείξεις ότι λήφθηκαν μέτρα για να αποφευχθεί η εκτέλεση, η οποία έλαβε χώρα σε λιγότερο από πέντε ώρες μετά την άφιξή του στην Κατάνγκα.
Ο Lumumba δολοφονήθηκε με εντολές των αρχών της Κατάνγκα, οι οποίες είχαν συμφωνήσει επίσης με τη μεταφορά.
Παρόλο που είναι αδύνατο να καθοριστεί το πότε κι ο ακριβής τρόπος που πάρθηκε η απόφαση των αρχών της Κατάνγκα να σκοτώσουν τον Lumumba και τους συμμάχους του Mpolo κι Okito, αυτή η πράξη μπορεί να θεωρηθεί μόνο ως προμελετημένη δολοφονία – ένα έγκλημα που προετοιμάστηκε κι εκτελέστηκε με μεθοδικότητα.
Η εκτέλεση έγινε παρουσία των υπουργών της Κατάνγκα κι εκτελέστηκε από αστυνομικούς ή χωροφύλακες της Κατάνγκα,
παρουσία μάλιστα και του Επιτρόπου της βελγικής αστυνομίας μαζί με τρεις Βέλγους αξιωματικούς, που λειτουργούσαν υπό την δικαιοδοσία, την ηγεσία και την εποπτεία των αρχών της Κατάνγκα.
Σε καμιά στιγμή η βελγική κυβέρνηση δεν διαμαρτυρήθηκε ενάντια στην κυβέρνηση της Κατάνγκα για την παράνομη εκτέλεση των Lumumba, M’polo και Okito, ούτε κι εξέφρασαν τη λύπη της ή την απογοήτευσή της σχετικά με αυτή.
Ακόμη κι όταν τουλάχιστον ορισμένα μέλη της κυβέρνησης γνώριζαν την εκτέλεση, αρνιόντουσαν κάθε συμμετοχή στη μεταφορά και δήλωναν άγνοια της τύχης του Lumumba, όταν αντιμετώπιζαν την κοινή γνώμη ή στις ιδιωτικές συναντήσεις με Εταίρους του ΝΑΤΟ.
Ολοκληρώνεται με το 3ο μέρος
Πηγή: Βελγικό Κοινοβούλιο
Μετάφραση: Ροβεσπιέρος