Αντιδραστικές θεωρίες με «προοδευτικό» περιτύλιγμα!
Με αφορμή την συζήτηση που άνοιξε η νομική αντικατάσταση των όρων «πατέρας» και «μητέρα» με το «Γονέας 1 και 2» στη Γαλλία, αναδημοσιεύουμε ένα εξαιρετικό άρθρο που δημοσιεύτηκε πρόπερσι στον Ριζοσπάστη.
Το άρθρο απαντά συνολικά στο ζήτημα και αποκαλύπτει τόσο τα δήθεν «προοδευτικά» ιδεολογήματα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ όσο και τον αντιδραστικό πυρήνα των απόψεων της (ακροδεξιάς) αντιπολίτευσης, σχετικά με τη κατάθεση του νομοσχεδίου για την νομική κατοχύρωση της «αλλαγής ταυτότητας φύλου».
Αντιδραστικές θεωρίες με «προοδευτικό» περιτύλιγμα!
Το τελευταίο χρονικό διάστημα, απασχολούν ιδιαίτερα τον ηλεκτρονικό και έντυπο Τύπο ορισμένα ζητήματα σχετιζόμενα με την πολιτική πρακτική των αντιεπιστημονικών θεωριών για τα φύλα.
Υπερπροβλήθηκε η θεσμοθέτηση του γάμου ομόφυλων ζευγαριών στη Γερμανία και η στάση της Μέρκελ, που καταψήφισε το νόμο, αλλά τον υπερψήφισαν οι βουλευτές του κόμματός της και του κόμματος που συγκυβερνούν.
Αντίστοιχα, υπήρξε προβολή του αντίστοιχου νόμου στη Μάλτα, όπως και άλλες νομοθετικές αλλαγές που αφορούν στην αναγνώριση των «έμφυλων ταυτοτήτων».
Ανάμεσά τους περιλαμβάνεται η αντικατάσταση των όρων «μητέρα» και «πατέρας» με το «γονέας που γεννά» και «γονέας που δεν γεννά».
Στο ίδιο μήκος κύματος, παρουσιάζεται ως «καλή πρακτική» η αλλαγή της προσφώνησης στα Μέσα Μεταφοράς στο Λονδίνο, με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου.
Αντικαθίσταται η προσφώνηση «κυρίες και κύριοι» με άλλη, που θα σέβεται το «ουδέτερο φύλο».
Όσον αφορά την Ελλάδα, απασχόλησε η στάση του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος συναντήθηκε με φορείς της ΛΟΑΔΚ κοινότητας και δήλωσε τη θετική στάση της ΝΔ απέναντι στο σχέδιο νόμου για τη:
«Νομική Αναγνώριση της Ταυτότητας Φύλου – Εθνικός Μηχανισμός Παρακολούθησης και Αξιολόγησης του Σχεδίου Δράσης για τα δικαιώματα του παιδιού»
του υπουργείου Δικαιοσύνης.
Αντιδραστικό περιεχόμενο…
Ένα μέρος της αρθρογραφίας στέκεται με αρνητικό τρόπο απέναντι στις συγκεκριμένες απόψεις, από τη σκοπιά της αναπαραγωγής αντιδραστικών, οπισθοδρομικών απόψεων για τις σχέσεις μεταξύ των δύο φύλων.
Πρόκειται για θέσεις που συνδέονται με την υπεράσπιση της αναγκαιότητας παραμονής της γυναίκας «στο σπίτι», με στόχο τη φροντίδα της οικογένειας και τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών.
Προβάλλουν ότι αμφισβητείται και αλλοιώνεται ο χαρακτήρας της οικογένειας, ως κοινωνικός θεσμός που εξασφαλίζει τη διαιώνιση της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης στην Ελλάδα.
Οι αντίστοιχοι σχολιασμοί απορρέουν από αντιδραστικές θέσεις εκθειασμού της οικογένειας ως πυρήνα αναπαραγωγής της κοινωνίας, κινούμενη στη γνωστή ιδεολογική γραμμή «Πατρίς – Θρησκεία – Οικογένεια».
Βέβαια, το μεγαλύτερο μέρος των δημοσιευμάτων, σε γραμμή υπεράσπισης των συγκεκριμένων νομοθετικών, θεσμικών πρωτοβουλιών, προβάλλει το αστικό ρεύμα σκέψης που αναπαράγει τις θεωρίες για το «κοινωνικό φύλο».
Πρόκειται για αντιεπιστημονικές θεωρίες που υποστηρίζουν ότι το φύλο είναι «κοινωνική» και «γλωσσική κατασκευή».
Διατυπώνουν τη θέση ότι ο καθένας αυτοπροσδιορίζεται με βάση τις δικές του απόψεις ή απόψεις που κυριαρχούν στην κοινωνία, ότι το φύλο είναι κάτι ρευστό, που μπορεί να αλλάζει οποιαδήποτε στιγμή.
Αφορά την ιδεαλιστική θεώρηση που δεν αναγνωρίζει το φυλετικό διαχωρισμό σε άνδρες και γυναίκες ως αντικειμενικό γεγονός.
Οι θεωρίες αυτές αρνούνται την ύπαρξη της αντικειμενικής πραγματικότητας, η οποία υπάρχει ανεξάρτητα από την ανθρώπινη γνώση και απεικονίζεται από αυτή π.χ. με το βίωμα, τη γλώσσα.
Ορισμένες πιο «εκλεπτυσμένες» κατευθύνσεις αυτών των θεωριών βλέπουν το φύλο ως μορφή και όχι τη σχέση μεταξύ των δύο φύλων, με βάση τα χαρακτηριστικά του καθένα, που πηγάζουν από τη φυσιολογία του ανθρώπινου είδους.
Στην ουσία, δεν παραδέχονται ότι υπάρχει ένα βιολογικό υπόβαθρο στην έλξη άντρα – γυναίκας για την πραγματοποίηση της σεξουαλικής πράξης.
Αντίθετα, υποστηρίζουν ότι η έλξη αυτή έχει αποκλειστικά κοινωνικά αίτια. Το φύλο, όμως, προσδιορίζεται αντικειμενικά.
Αυτό δεν αναιρεί ότι οι κοινωνικές σχέσεις με βάση το φύλο έχουν ιστορικότητα, δηλαδή είναι προϊόν των συνολικότερων κοινωνικών σχέσεων, πρώτα απ’ όλα των σχέσεων ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής που καθορίζουν μια συγκεκριμένη κοινωνία.
Ο πυρήνας αυτών των θεωριών τελικά είναι η αστική αντίληψη περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Διατυμπανίζουν ότι η υπάρχουσα νομοθεσία περιορίζει τα ατομικά δικαιώματα γενικά και με βάση τον αυτοπροσδιορισμό του φύλου, οπότε «απαιτείται η συνταγματική κατοχύρωση δικαιωμάτων της μειονότητας».
Πρόκειται για απόψεις ενταγμένες στην αστική άποψη περί:
«Πλουραλισμού», «δικαιώματος στη διαφορετικότητα», «στην αυτοδιάθεση του σώματος», «στο δικαίωμα της ατομικής επιλογής», «στα ατομικά δικαιώματα».
Η έννοια ατομικό δικαίωμα τοποθετείται έξω από τον κοινωνικό προσδιορισμό της, αποστειρωμένη από κάθε ταξική αναφορά.
Ιδιαίτερα σήμερα, το ατομικό δικαίωμα προβάλλεται σε αντιπαράθεση με το κοινωνικό δικαίωμα στην εργασία, στη μόρφωση, στην Υγεία, την Πρόνοια κ.λπ.
Η κάλυψη όλων των παραπάνω θεωρείται ατομική υπόθεση, αποτέλεσμα ατομικής ικανότητας και όχι καθολικό δικαίωμα.
Αλλωστε, αυτές οι θεωρίες και οι αντίστοιχες πολιτικές πρακτικές αποτελούν κεντρικές στρατηγικές κατευθύνσεις διακρατικών – ιμπεριαλιστικών συμμαχιών.
Η ίδια η ΕΕ, σε έκδοση με τίτλο «Τransgender Europe», χαρακτηρίζει:
«Αναπόφευκτο κομμάτι της κοινωνικής προόδου»
την αμφισβήτηση των εννοιών άνδρας και γυναίκα.
…με πολλές στοχεύσεις
Η πιο μακροπρόθεσμη συνέπεια των συγκεκριμένων αστικών επιδιώξεων είναι ο αποπροσανατολισμός σε σχέση με τις κοινωνικές αιτίες για τα οξυμένα προβλήματα, τους υλικούς όρους ζωής και εργασίας της εργατικής τάξης, του λαού, ιδιαίτερα της νεολαίας.
Επιδιώκεται να προσανατολιστούν οι νέοι και οι νέες στην επιλογή στάσης ζωής με κριτήριο τον ατομισμό, τον ανταγωνισμό – και ανάμεσα στα δύο φύλα – τον εγωισμό.
Προφανώς είναι ιδιαίτερα βολική για τα αστικά συμφέροντα η συγκρότηση σμπαραλιασμένων «ταυτοτήτων» π.χ. φύλου, ως υπόβαθρο ευάλωτο για τη συνειδητοποίηση της ταξικής τους ταυτότητας, της ανάγκης πάλης για τα σύγχρονα κοινωνικά δικαιώματα, καθολικά για όλες και για όλους.
Τελικά, η έννοια της «ατομικής ελευθερίας», του «ατομικού δικαιώματος» ακολουθεί σαν σκιά την ελευθερία του κεφαλαιοκράτη στην κίνηση κεφαλαίου, εμπορευμάτων, εργατικού δυναμικού, υπηρεσιών.
Ταυτόχρονα, αξιοποιείται για τη διάσπαση της εργατικής τάξης, ως ένα επιπλέον εμπόδιο στην κοινή δράση των λαϊκών δυνάμεων, με βάθεμα του περιεχομένου του αγώνα, για την προώθηση της κοινωνικής συμμαχίας σε αντικαπιταλιστική – αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση.
Είναι μια μορφή ιδεολογικού και κοινωνικού αμοραλισμού, που συνοδεύει τη σήψη του καπιταλισμού.
Ως άποψη και πολιτική πρακτική, είναι εξίσου επικίνδυνη για τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία, στην οικογένεια.
Από τη στιγμή που δεν αναγνωρίζεται ο φυλετικός διαχωρισμός ως αντικειμενικό γεγονός, παραμορφώνεται η ταξική και φυλετική καταπίεση των γυναικών, κατ’ επέκταση και οι ιδιαίτερες κοινωνικές ανάγκες των γυναικών που προκύπτουν από το ρόλο τους στην αναπαραγωγή.
Ουσιαστικά, αποτελεί την άλλη όψη του αντιλαϊκού νομίσματος ΕΕ, αστικών κυβερνήσεων, μονοπωλίων.
Στο όνομα της «ισότητας» των φύλων, τα όποια μέτρα προστασίας του γυναικείου οργανισμού, της μητρότητας δέχονται αλλεπάλληλα χτυπήματα από την καπιταλιστική εργοδοσία και το αστικό κράτος.
Εξάλλου, η αστική στρατηγική, από τη δεκαετία του ’90, οδήγησε στην εξίσωση προς τα κάτω των εργασιακών, ασφαλιστικών, κοινωνικών δικαιωμάτων ανδρών και γυναικών.
Η κατάργηση της πενταετούς διαφοράς στα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης, η άρση της απαγόρευσης εργασίας των γυναικών στη νυχτερινή βάρδια σε ορισμένους κλάδους της βιοτεχνίας και βιομηχανίας ήταν τα πρώτα βήματα σε αυτήν την κατεύθυνση. Η επίθεση αυτή θα συνεχίζεται, πλέον, στο όνομα της «μη διάκρισης» με βάση το φύλο.
Θα πετσοκόβονται άδειες και επιδόματα μητρότητας, τα ελάχιστα μέτρα για την προστασία του γυναικείου οργανισμού στο χώρο εργασίας π.χ. περιορισμοί στην άρση βάρους.
Συνήθως, ο «προοδευτισμός» των αστικών επιτελείων στον σύγχρονο καπιταλιστικό κόσμο εξαντλείται στην προώθηση ποσοστώσεων με βάση το φύλο σε κάποια αστικά όργανα, που ευνοεί κυρίως γυναίκες της αστικής τάξης.
Αλλά και η «ευαισθησία» για τη νομοθεσία της Μάλτας περιορίζεται στην αναγνώριση της «ταυτότητας φύλου», θεωρώντας την βέλτιστη πρακτική, αφήνοντας στην άκρη τις υπάρχουσες νομοθετικές απαγορεύσεις για την άμβλωση.
Επίσης, καμιά ευαισθησία δεν εκδηλώνεται απέναντι στην πρακτική ορισμένων μονοπωλιακών ομίλων που απολύουν εγκύους ή θηλάζουσες μητέρες, που ζητούν έγγραφη διαβεβαίωση από νέες γυναίκες ότι δεν θα τεκνοποιήσουν, ως προϋπόθεση για την πρόσληψή τους.
Εξάλλου, τόσο η «προοδευτική» κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, όσο και η αξιωματική αντιπολίτευση της ΝΔ στηρίζουν απλόχερα τη διάκριση των εργαζομένων σε άνω και κάτω των 25 ετών όσον αφορά στον κατώτατο μισθό.
Κριτήριο η ταξική προσέγγιση των κοινωνικών φαινομένων
Η ικανότητα ταξικής προσέγγισης, διαλεκτικής υλιστικής αντίληψης των κοινωνικών φαινομένων διαμορφώνει κριτήρια, εφόδια μπροστά σε νέα κοινωνικά ζητήματα, σε μια καινούρια όψη της κοινωνικής ζωής.
Στην πορεία εξέλιξης της καπιταλιστικής κοινωνίας, επέρχονται ορισμένες αλλαγές στη θέση της γυναίκας στην κοινωνική παραγωγή, στην κοινωνία και στην οικογένεια, χωρίς να σημαίνει ότι απαλλάσσεται από την καπιταλιστική εκμετάλλευση, όπως και ο άνδρας.
Αυτές οι αλλαγές εκφράζονται κοινωνικά στις σχέσεις μεταξύ των δύο φύλων, σε τριγμούς στην παραδοσιακή πυρηνική οικογένεια.
Οι «παραδοσιακοί ρόλοι» μέσα στην ατομική οικογένεια έχουν αλλάξει.
Ταυτόχρονα, οι αρνητικές συνέπειες των αντιδραστικών εξελίξεων, όπως της αντεπανάστασης, των απωλειών που επέφερε για την εργατική τάξη σε όλο τον κόσμο, επιδρούν και στις κοινωνικές σχέσεις, ακόμα και στις σχέσεις μεταξύ των δύο φύλων.
Επηρεάζουν αρνητικά τις φιλικές, συναισθηματικές, πνευματικές, σεξουαλικές σχέσεις.
Το περιεχόμενο του συναισθήματος, του ψυχικού, πνευματικού, σεξουαλικού δεσμού έχει κοινωνικά, ιστορικά χαρακτηριστικά.
Συνδέεται με το τι αντίληψη διαμορφώνει ένα άτομο για την κοινωνία, με την αντίστοιχη συνείδηση για την κοινωνική πραγματικότητα.
Η αλήθεια είναι ότι ο καπιταλισμός έριξε τα τείχη επικοινωνίας ανάμεσα στα δυο φύλα, που υπήρχαν περίπου 3.000 χρόνια, αλλά δεν μπόρεσε να διαμορφώσει τις νέες ισότιμες σχέσεις ανάμεσα στον άνδρα και τη γυναίκα.
Σχέσεις που θα στηρίζονται αποκλειστικά και μόνο στην αμοιβαία πνευματική – ψυχική – σωματική έλξη, στον αμοιβαίο σεβασμό και την ειλικρίνεια, όχι από οικονομικό κίνητρο ή νόμο, αλλά από τη δική τους θέληση.
Σπέρματα αυτών των σχέσεων ανάμεσα στα δύο φύλα, και στη μορφή συμβίωσης και στην οικογένεια, εν μέρει διαμορφώνονται στο ζευγάρι των κομμουνιστών.
Όμως, δεν μπορούν να γενικευτούν στην κοινωνία γιατί δεν υπάρχουν οι υλικές προϋποθέσεις για το νέο περιεχόμενο, δηλαδή οι νέες μη εκμεταλλευτικές σχέσεις παραγωγής.
Οι οικονομικές – κοινωνικές – πολιτικές σχέσεις της σοσιαλιστικής, πρώιμης κομμουνιστικής κοινωνίας μπορούν να εξασφαλίσουν τις προϋποθέσεις για την ισότιμη συμμετοχή των δύο φύλων στην οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα.
Βέβαια, οι επαναστατικές αλλαγές στις κοινωνικές σχέσεις, στις σχέσεις του ατόμου με την κοινωνία και της κοινωνίας με το άτομο, στις σχέσεις μεταξύ των δύο φύλων, στη συνείδηση, στην κομμουνιστική στάση και σκέψη
έρχονται πολύ αργά και βασανιστικά να ακολουθήσουν τις επαναστατικές ανατροπές που επέρχονται με την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας από την εργατική τάξη, με το ΚΚ ως καθοδηγήτρια δύναμη.
Πηγή: Ριζοσπάστης μέσω του Ατέχνως