Η Ανοδος και η Πτώση του «Αδιάφθορου» – Μέρος 1ο
227 χρόνια από το θάνατο του Μαξιμιλιανού Ροβεσπιέρου
Στις 28 Ιουλίου 1794, (10η Θερμιδόρ του Ετους 2, σύμφωνα με το νέο επαναστατικό ημερολόγιο), ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης της Γαλλικής Επανάστασης,[1] ο Μαξιμιλιανός Ροβεσπιέρος μαζί με τον Σεν Ζιστ και 20 ακόμη Ιακωβίνους, οδηγούνται στην γκιλοτίνα.
Μόλις την προηγουμένη είχε γίνει το «Πραξικόπημα της 9ης Θερμιδόρ» από τις συντηρητικές αντεπαναστατικές δυνάμεις, οι οποίες συνέλαβαν τον Ροβεσπιέρο και τους συντρόφους του.
Με αφορμή αυτό το γεγονός αλλά και της συμπλήρωσης τεσσάρων χρόνων λειτουργίας της ιστοσελίδας μας, αναδημοσιεύουμε το πρώτο από τα τέσσερα μέρη του αφιερώματός μας.
Η Ανοδος και η Πτώση του «Αδιάφθορου»
Τα πρώτα χρόνια
Ο Μαξιμιλιανός Ροβεσπιέρος είναι ένα γνήσιο πνευματικό παιδί του Ζαν – Ζακ Ρουσό.
Οπαδοί της ιδεολογίας του Ρουσό άλλωστε ήταν και όλοι οι Ιακωβίνοι που τον ανέδειξαν ηγέτη τους.
Σταθερός στις απόψεις και στην ιδεολογία του, έμεινε στην ιστορία σαν πρότυπο τιμιότητας και συνέπειας.
Η επαφή του με τα κείμενα του Ρουσό άρχισε ήδη από την εφηβική ηλικία, εφόσον υπάρχουν μαρτυρίες ότι στο Κολέγιο του Λουδοβίκου του Μεγάλου, όπου φοιτούσε, τον πιάσανε πολλές φορές να διαβάζει «κακά βιβλία».
Ο Μαξιμιλιανός Ροβεσπιέρος γεννήθηκε το 1758 στο Αράς. Από πολύ νωρίς συνειδητοποίησε τη μεγάλη ιδεολογική και πολιτική πάλη ανάμεσα στον παλιό κόσμο της φεουδαρχίας και στις νέες ανερχόμενες δυνάμεις (Αστική Τάξη).
Εξι χρονών χάνει τη μητέρα του, ενώ ο πατέρας εγκαταλείπει την οικογένεια. Ο μικρός Μαξιμιλιανός μεγάλωσε κοντά στις θείες του, τα αδέλφια του και τον παππού του.
Είναι φανερό ότι ο μικρόσωμος αυτός νεαρός, με το χλωμό ασθενικό πρόσωπο και την αδύνατη φωνή, διαμόρφωσε το χαρακτήρα του από τη λαθραία ανάγνωση των έργων του Ρουσό.
Ονειρεύεται μια επανάσταση που θα κάνει τους ανθρώπους ευτυχισμένους χάρη σε δίκαιους νόμους.
Το πρόβλημα όμως που τον απασχολεί από πολύ νωρίς είναι η ηθική φθορά που έχουν υποστεί οι άνθρωποι κάτω από το τυραννικό καθεστώς της βασιλείας.
Πώς θα μπορέσουν αυτοί οι διεφθαρμένοι ηθικά άνθρωποι να εξεγερθούν, να επαναστατήσουν, να ανατρέψουν την τυραννία και να φτιάξουν έναν κόσμο ηθικό, τον μόνο που εγγυάται την ευτυχία της ανθρωπότητας;
Ο Ροβεσπιέρος προσπάθησε να βρει κάποιες απαντήσεις, παρ’ όλο που η γρήγορη ανάμιξή του στην πολιτική και το νεαρό της ηλικίας του τον εμπόδισαν να εμβαθύνει στα φιλοσοφικά θέματα.
Κατέφυγε στην έννοια του:
«Πανάγαθου πατέρα που τιμωρεί τελικά τους κακούς και δικαιώνει τους αδικημένους»,
έστω κι αν ο θεός αυτός δεν είναι ο εβραϊκός της χριστιανικής παράδοσης, αλλά το Υπέρτατο Ον[2] που επέβαλε κατά τον τελευταίο χρόνο της πολιτικής σταδιοδρομίας του, περισσότερο σαν μυστικιστής παρά ως πολιτικό πρόσωπο.
Οι μεταφυσικές εκτροπές του ωστόσο δεν αναιρούν στο παραμικρό την προσφορά του στην επαναστατική σκέψη.
Γιατί είναι πλήθος τα στοιχεία[3] της προσφοράς του που εξακολουθούν να έχουν αξία για τους επαναστάτες, ακόμη και σήμερα, σχεδόν 225 χρόνια μετά το θάνατό του.
Ο Ροβεσπιέρος συνέλαβε την ανάγκη της μόνιμης επαγρύπνησης των επαναστατικών δυνάμεων και επέμεινε στη σταθερή προσήλωση των επαναστατών στις ιδεολογικές αρχές τους, χωρίς ευκαιριακές παρεκκλίσεις.
Κι αν η προσήλωση στις αρχές και η ανάγκη της περιφρούρησης της επανάστασης περνάει από το δρόμο της «τρομοκρατίας» (ή σωστότερα του «Τρόμου»), ο Ροβεσπιέρος δεν διστάζει, γιατί έχει καταλάβει από πολύ νωρίς το ρόλο της βίας μέσα στην ιστορία.
Στα 1781, συμπληρώνοντας τις νομικές σπουδές του, αρχίζει να εργάζεται ως δικηγόρος στο Αράς.
Μοναδικό του προσόν ο ακέραιος χαρακτήρας και το άμεμπτο ήθος του, ιδιότητες σπάνιες για ένα τέτοιο επάγγελμα, και μάλιστα εκείνη την εποχή.
Ετσι, συμμετέχει σαν συνήγορος σε μερικές δίκες, αφού πρώτα σιγουρευτεί ο ίδιος για την αθωότητα των κατηγορουμένων που υπερασπίζει.
Γενικά η δικηγορική σταδιοδρομία του είναι μέτρια, κερδίζει δίκες αλλά χάνει κι αρκετές. Παράλληλα ασχολείται με τη λογοτεχνία γράφοντας κείμενα εμπνευσμένα από τα έργα του Ρουσό.
Σταδιακά διαχωρίζει τη θέση του από τον δικηγορικό σύλλογο του Αράς και σπάνια πατάει το πόδι του στα αστικά σαλόνια.
Προσπαθώντας να «ειδικευτεί» στην υπεράσπιση των φτωχών, όχι για λόγους σταδιοδρομίας αλλά ιδεολογίας, έρχεται χρόνο με το χρόνο όλο και πιο κοντά στο λαό και στα προβλήματά του.
Τυπικό παράδειγμα της εξέλιξης αυτής είναι μια δίκη στα 1788, όπου ο Ροβεσπιέρος ανέλαβε την υπεράσπιση μιας υπηρέτριας που την κατηγόρησαν άδικα για κλοπή.
Τα πρώτα βήματα στην πολιτική
Την ίδια χρονιά, η πολιτική πάλη στη Γαλλία προσεγγίζει την αποκορύφωσή της με τη σύγκληση των Γενικών Κλειστών Τάξεων.
Το δικηγορικό σώμα του Αράς συνεδριάζει μόνιμα συζητώντας τα σχέδια των πολιτικών μεταρρυθμίσεων, όμως εξαιτίας της στροφής του Ροβεσπιέρου προς τη φτωχολογιά, οι δικηγόροι τον αποκλείουν από τις πολιτικές συζητήσεις.
Ωστόσο, με την έναρξη των δημόσιων συζητήσεων γύρω από τη σύγκληση των Γενικών Τάξεων (Αριστοκράτες – Κλήρος – Τρίτη Τάξη), ο Ροβεσπιέρος βρίσκει την ευκαιρία να κάνει τα πρώτα του βήματα στην πολιτική του σταδιοδρομία.
Σε μια μπροσούρα που δημοσιεύει κείνη τη χρονιά, με τίτλο:
«Προς το Έθνος του Αρτουά»,
θέτει υπό αμφισβήτηση όλο το σύστημα διοίκησης της περιφέρειάς του, κάνοντας μεγάλη αίσθηση στο Αράς, κυρίως σε μικροαστικούς κύκλους.
Έτσι, στις 23 Μάρτη 1789, βάζει υποψηφιότητα για εκπρόσωπος της Τρίτης Τάξης του Αράς, και παρά τις επιθέσεις των συντηρητικότερων συναδέλφων του, εκλέγεται τελικά 5ος ανάμεσα στους 12 αντιπροσώπους της περιφέρειάς του.
Το βράδυ της 26ης του Απρίλη αναλαμβάνει επίσημα τα καθήκοντά του, και ενθουσιασμένος από την καινούργια την αποστολή γράφει ένα αφιέρωμα προς τιμή του πνευματικού του πατέρα, Ζαν – Ζακ Ρουσό.
Το άστρο του Ροβεσπιέρου αρχίζει να λάμπει
Φτάνοντας στις Βερσαλίες, ο Ροβεσπιέρος αποφεύγει τους μεγαλοαστούς και συντηρητικούς συντοπίτες του, προτιμώντας να εγκατασταθεί σε ένα φτωχό ξενοδοχείο, όπου μένει μαζί με άλλους τρεις επαρχιώτες αντιπροσώπους.
Περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον αντιπρόσωπο έχει ήδη βαθιά συναίσθηση της ιστορικής σημασίας της αποστολής του.
Και νιώθει δυνατός, γιατί πιστεύει ακράδαντα στις ηθικές αξίες του γαλλικού λαού.
Ωστόσο, το αίσθημα της ευθύνης της αποστολής και ο ιδεολογικός ενθουσιασμός που χαρακτηρίζουν τα κείμενα του Ροβεσπιέρου, κατά τις πρώτες μέρες της σύγκλησης των Γενικών Κλειστών Τάξεων, δεν τον εμποδίζουν να έχει πλήρη αντίληψη της πραγματικότητας.
Γιατί πριν ακόμη από τη σύγκληση των Γενικών Κλειστών Τάξεων, γνωρίζει πολύ καλά ότι η αστική τάξη δεν έχει άλλη πρόθεση από το να εξασφαλίσει για λογαριασμό της τα προνόμια της αριστοκρατίας, επιδίωξη που δεν θα την εμποδίσει να φτάσει μέχρι και στον πολιτικό συμβιβασμό με τους εκπροσώπους της αριστοκρατίας και της αυλής.
Ετσι όταν, στις 21 του Οκτώβρη 1789, η Εθνοσυνέλευση ψηφίζει μέτρα καταστολής ενάντια στο λαό, έπειτα από τα επεισόδια στη συνοικία του Σεντ-Αντουάν, ο Ροβεσπιέρος είναι ο μόνος που καταψηφίζει τα μέτρα.
Μοναδικός του σύμμαχος, εκτός Εθνοσυνέλευσης, ο Μαρά, που όμως ακόμη δεν έχουν έρθει σε επαφή.
Ο Ροβεσπιέρος αντιστέκεται με όλα τα μέσα στις εξελίξεις που τείνουν προς το συμβιβασμό των συμφερόντων της μεγαλοαστικής τάξης με εκείνα του θρόνου και της αριστοκρατίας.
Σε όλη του την πολιτική σταδιοδρομία δεν αυτοσχεδίασε ποτέ στο βήμα. Η ακεραιότητα του χαρακτήρα του τον οδηγεί στην άποψη ότι κάθε δημόσιος λόγος του πρέπει να αποφέρει οπωσδήποτε κάποιο πολιτικό αποτέλεσμα.
Ο πολιτικός λόγος, για τον Ροβεσπιέρο, είναι μια πολιτική πράξη και όχι μια άνευ περιεχομένου αερολογία.
Είναι μια μάχη ενταγμένη στα πλαίσια του πολέμου για την επιβολή της δικαιοσύνης και της ισότητας στην κοινωνία.
Ετσι, κάθε του παρέμβαση είναι καλοζυγισμένη και καλογραμμένη.
Δεν διστάζει, ακόμη και στις πιο δύσκολες περιστάσεις, να εργαστεί αρκετές μέρες, προκειμένου να προετοιμάσει ένα σωστό κείμενο.
Ο Ροβεσπιέρος στην Εθνοσυνέλευση μιλάει για λογαριασμό αυτών που απουσιάζουν από τη σύνθεσή της.
Για τη φτωχολογιά, τους «αβράκωτους», τους μικροεπιτηδευματίες.
Για τους «παθητικούς» πολίτες, όπως τους χαρακτήριζαν οι αστοί.
Η μόνιμη αγωνία του είναι το πώς θα μπορέσει ο φτωχός λαός να απολαύσει τους καρπούς της Επανάστασης.
Ετσι, παλεύει με πάθος ενάντια στις εισοδηματικές διακρίσεις και το διαχωρισμό των Γάλλων πολιτών σε «ενεργητικούς» και «παθητικούς».
Σε κάθε περίσταση υπενθυμίζει στην Εθνοσυνέλευση ότι η ύπαρξή της δικαιώνεται μόνον εφόσον υπερασπίζονται τα δικαιώματα όλων των Γάλλων χωρίς εξαίρεση.
Η Ανοδος και η Πτώση του «Αδιάφθορου» – Η Λέσχη των Ιακωβίνων
Πέρα από την πολιτική δράση του στην Εθνοσυνέλευση, αναπτύσσει παράλληλα τις απόψεις του στη λέσχη των Ιακωβίνων, και ήδη κατά τα τέλη του 1790 η μεγάλη μερίδα των Ιακωβίνων τάσσεται ανεπιφύλακτα με το μέρος του.
Ανάμεσα στις τόσες πολιτικές μετριότητες που φέρνει στον αφρό της δημόσιας ζωής η επαναστατική αναταραχή, ο Ροβεσπιέρος ξεχωρίζει γιατί ξέρει κάθε στιγμή να εκτιμά τους συσχετισμούς των δυνάμεων, να προσαρμόζει ανάλογα την τακτική του, κι όταν είναι αναγκαίο, να μεταβάλλει τα σχέδια δράσης.
Μ’ αυτόν τον τρόπο εμπνέει τη στρατηγική των Ιακωβίνων και ταυτόχρονα καθοδηγεί την τακτική τους.
Επιμένει στις απόψεις του ακόμη και μόνος. Πολύ συχνά, έχει αυτός δίκιο και όλοι οι άλλοι άδικο.
Η απόπειρα της φυγής του βασιλιά, ολοφάνερο σημάδι της προδοσίας της αυλής, προκάλεσε τη λαϊκή αγανάκτηση και ξεσήκωσε ένα ισχυρό πατριωτικό κίνημα.
Την κρίσιμη αυτή στιγμή, η Γαλλική Επανάσταση ξεκόβει τους Φαγιέν, την πλουτοκρατική ηγεσία της Τρίτης Τάξης, που συσπειρωμένοι γύρω από τον στρατηγό Ζιλμπέρ Λαφαγιέτ, αγωνίστηκαν επί δύο χρόνια να περιορίσουν την Επανάσταση στα πλαίσια μιας συνταγματικής μοναρχίας, «αγγλικού τύπου».
Απέναντι στη συνωμοτική συμμαχία Αυλής – Αριστοκρατίας – Κλήρου και Μεγαλοαστών, ο Ροβεσπιέρος προσπαθεί να αντιπαρατάξει το μέτωπο Αστών – Μικροαστών και του λαού, στα πλαίσια ενός ευρύτατου πατριωτικού κινήματος.
Σφυρηλατεί αυτή την αμφίβολη ενότητα, και παράλληλα καταγγέλλει τις συνωμοσίες της αυλής και των οργάνων της.
Στις 21 του Ιούνη, καθώς οι πατριώτες κατεβαίνουν από τα προάστια απαιτώντας πολιτικές μεταρρυθμίσεις, η Εθνοσυνέλευση εντελώς υποκριτικά διαδίδει το μύθο της «απαγωγής» του βασιλιά.
Ο Ροβεσπιέρος δεν κατάφερε να πάρει το λόγο εκείνη τη μέρα στην Εθνοσυνέλευση, αλλά τα είπε το ίδιο βράδυ στη Λέσχη των Ιακωβίνων, αποκαλύπτοντας τη μεγάλη συνωμοσία της αυλής, αλλά και τις ευθύνες της Εθνοσυνέλευσης:
«Η Εθνοσυνέλευση προδίδει τα συμφέροντα του Έθνους».[4]
Οι ακροατές του τραβούν τα σπαθιά τους και βροντοφωνάζουν: «Ελευθερία ή Θάνατος».
Μ’ αυτή την πολιτική του πράξη, ο Ροβεσπιέρος, ρίχνοντας άπλετο φως στη συνωμοσία, κατάφερε να παραλύσει τα σχέδια της αντίδρασης, εφόσον έπεισε τους ακροατές του ότι η λαϊκή βούληση όφειλε να επιβάλει στην Εθνοσυνέλευση την υιοθέτηση των αναγκαίων μέτρων για την υπεράσπιση της Επανάστασης.
Με θαυμαστή πολιτική διορατικότητα, ο Ροβεσπιέρος απέφυγε να πέσει στην παγίδα που έθετε το δίλημμα: Δημοκρατία ή Μοναρχία.
Στο μήνυμά του προς τους Γάλλους, γραμμένο τον Ιούλη του 1791, υπογραμμίζει:
«Άραγε ανάμεσα στις λέξεις Δημοκρατία ή Μοναρχία κρύβεται η λύση του μεγάλου κοινωνικού προβλήματος;» [5]
Αποφεύγοντας την παγίδα του πολιτειακού, χρησιμοποιεί το παράδειγμα της δήθεν ελεύθερης Αμερικής, που το χρησιμοποιούσαν αδιάκοπα εκείνη την εποχή οι οπαδοί του Λαφαγιέτ:
«Θα ζήλευε κανείς για τους Γάλλους το Σύνταγμα των ΗΠΑ, που, θεμελιωμένο πάνω στην αριστοκρατία των πλουσίων, γέρνει ήδη επικίνδυνα προς τον μοναρχικό δεσποτισμό;» [6]
Η πτώση των Φαγιέν
Στις 17 του Ιούλη, δεκάδες χιλιάδες κάτοικοι του Παρισιού συγκεντρώνονται στο Πεδίο του Άρεως για να υποβάλουν ένα αίτημα -συνταγμένο κατά την προηγουμένη στη Λέσχη των Ιακωβίνων- που ζητούσε την εκθρόνιση του Λουδοβίκου.
Ο Ροβεσπιέρος αρνήθηκε να εγκρίνει αυτή την πολιτική πράξη, γιατί διέκρινε ότι η αντεπανάσταση περίμενε την ευκαιρία για να αιματοκυλήσει το Παρίσι.
Στη Λέσχη των Ιακωβίνων όλη τη νύχτα προσπαθούσε να ακυρώσει την απόφαση αλλά δεν τα κατάφερε.
Μάλιστα, το κείμενο της Λέσχης των Ιακωβίνων συντάχθηκε από ριζοσπαστικότερες πένες, που ζητούσαν απερίφραστα να κηρυχθεί η Γαλλία Δημοκρατία.
Κατά τα χαράματα, ο δήμαρχος του Παρισιού, Μπαγί, κήρυξε στρατιωτικό νόμο κι η Εθνοφρουρά του Λαφαγιέτ περικύκλωσε το Πεδίο του Άρεως.
Οι ένοπλοι εθνοφρουροί, χωρίς καμία προειδοποίηση, άρχισαν να πυροβολούν τους διαδηλωτές. Οι νεκροί ξεπέρασαν τους 50.
Ήταν η πρώτη φορά που η συμμαχία «φωτισμένης» αριστοκρατίας και μεγαλοαστικής τάξης έδειξε απροκάλυπτα τα δόντια της στο λαό.
Οι αριστοκράτες, ποτισμένοι από το λαϊκό αίμα, μέθυσαν κι άρχισαν να απειλούν ολοφάνερα τους λαϊκούς ηγέτες. Και πρώτον από όλους τον Ροβεσπιέρο.
Τη βραδιά της σφαγής, ο Ροβεσπιέρος μετακόμισε στην κατοικία ενός Ιακωβίνου, του Ντυπλαί, στην οδό Σεντ-Ονορέ κι εκεί θα διαμείνει μέχρι το τέλος του.
Από την επομένη, οι Ιακωβίνοι δίνουν πλέον φανερά τη μάχη για την ηγεσία του επαναστατικού κινήματος.
Ο Ροβεσπιέρος, με την πρόβλεψη της σφαγής του Πεδίου του Αρεως, που η αντίδραση έσπευσε να τη φορτώσει στον ίδιο, κέρδισε την πρώτη του μεγάλη πολιτική μάχη, αποδεικνύοντας ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την Επανάσταση είναι η αυλή κι οι συνεργάτες της.
Γι’ αυτό και επιτέθηκε απερίφραστα ενάντια στους χθεσινούς πατριώτες που έσπευσαν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στο θρόνο, λέγοντας πως το μεγάλο μάθημα της σφαγής είναι ότι η Επανάσταση προδίδεται από τους ίδιους τους ανθρώπους της.
Πηγαίνει στην Εθνοσυνέλευση και καταγγέλλει τους αντιπροσώπους που πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους στην αυλή.
Ο Αντιέν Ντιπόρ είναι ο πρώτος του στόχος.
Ακολουθεί ο Αντουάν Μπαρνάβ (ηγέτες των Φαγιέν), που ο Ροβεσπιέρος τον κατηγορεί ανοιχτά ότι προδίδει την πατρίδα και την Επανάσταση.
Στηρίζεται στην πεποίθησή του ότι εκφράζει τη γνώμη και τα δικαιώματα των «παθητικών» πολιτών, που πλήρωσαν με το αίμα τους τις συνωμοσίες της αυλής.
Και το έργο του βρίσκει ανταπόκριση στο λαό όταν στις 30 του Σεπτέμβρη 1791, την ημέρα που διαλύθηκε η Εθνοσυνέλευση, χιλιάδες κάτοικοι του Παρισιού ήρθαν να τον ζητωκραυγάσουν!
Ηδη, με δική του εισήγηση, που ψηφίστηκε το Μάη του 1791, απαγορευόταν η επανεκλογή των μελών της Συντακτικής Εθνοσυνέλευσης στο νέο σώμα αντιπροσώπων, τη Νομοθετική.
Πιστός στις αρχές του, ο Ροβεσπιέρος έδωσε πρώτος το παράδειγμα για την εφαρμογή του νόμου του και αρνήθηκε να πάρει μέρος στη Νομοθετική.
Ωστόσο, κατά τους επόμενους μήνες, δεν έπαψε ούτε στιγμή να επηρεάζει τις πολιτικές εξελίξεις από τη Λέσχη των Ιακωβίνων και την Κομμούνα του Παρισιού.
Θα επανεκλεγεί μετά από ένα χρόνο, το Σεπτέμβρη του 1792, στη Συμβατική.
Συνεχίζεται με το 2ο Μέρος
Σημειώσεις:
[1]. A. Soboul – W. Markov: «1789, Η Μεγάλη Επανάσταση των Γάλλων», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
[2]. Βλάσης Γ. Ρασσιάς: «Λαιμητόμος Αρετή, Ροβεσπιέρος – Σεν Ζιστ – Κουτόν», εκδόσεις «Ανοιχτή Πόλη».
[3]. A. Soboul – W. Markov: «1789, Η Μεγάλη Επανάσταση των Γάλλων», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
[4]. «Μαρά – Σεν Ζιστ – Ροβεσπιέρος, «Κείμενα», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 161.
[5]. Στο ίδιο, σελ. 162.
[6]. Στο ίδιο.