Η «άγνωστη» επιστήμη της Πολιτικής Οικονομίας – Μέρος 19ο
Η Περιστροφή του Κεφαλαίου – Πάγιο και Κυκλοφοριακό Κεφάλαιο
Συνέχεια από το 18ο Μέρος
Κάθε κεφάλαιο διαγράφει την κύκλησή του αέναα (αδιάκοπα) επαναλαμβάνοντάς τη διαρκώς. Έτσι, το κεφάλαιο πραγματοποιεί την περιστροφή του.
Περιστροφή του κεφαλαίου[1] ονομάζεται η κύκλησή του, παρμένη όχι σαν πράξη που γίνεται μια φορά, αλλά σαν περιοδικά ανανεωνόμενο και επαναλαμβανόμενο προτσές.
Ο χρόνος περιστροφής του κεφαλαίου αποτελεί το άθροισμα του χρόνου παραγωγής και του χρόνου που βρίσκεται στη σφαίρα της κυκλοφορίας.[2]
Με άλλα λόγια, ο χρόνος περιστροφής του κεφαλαίου είναι το χρονικό διάστημα από τη στιγμή της προκαταβολής του κεφαλαίου με καθορισμένη μορφή έως τη στιγμή που το κεφάλαιο επιστρέφει στον καπιταλιστή με την ίδια μορφή, αλλά αυξημένο κατά το μέγεθος της υπεραξίας.
Οπως η εργάσιμη μέρα είναι η φυσική μονάδα μέτρησης για τη λειτουργία της εργατικής δύναμης, έτσι και το έτος αποτελεί τη φυσική μονάδα μέτρησης για τις περιστροφές του κεφαλαίου που βρίσκεται στο προτσές της κίνησής του.
Φυσική βάση αυτής της μονάδας μέτρησης είναι το γεγονός ότι οι σπουδαιότεροι καρποί της γης στην εύκρατη ζώνη, που αποτελεί τη γενέτειρα της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής, είναι χρονιάτικα προϊόντα.
Αν το έτος, σαν μονάδα μέτρησης του χρόνου περιστροφής το δηλώνουμε με Χπ, το χρόνο περιστροφής ενός δοσμένου κεφαλαίου με χπ και τον αριθμό των περιστροφών του με το V, τότε ο αριθμός των περιστροφών είναι το κλάσμα, ένα έτος προς το χρόνο περιστροφής: V = Χπ/χπ.
Αν ο χρόνος περιστροφής είναι 3 μήνες, τότε ο αριθμός περιστροφών είναι: V= 12/3 = 4 περιστροφές το χρόνο.
Αν ο χρόνος περιστροφής είναι 18 μήνες, τότε το V = 12/18 = 2/3 ή το κεφάλαιο διανύει μέσα σε ένα χρόνο μόνο τα 2/3 του χρόνου περιστροφής του.
Χρόνος παραγωγής είναι ο χρόνος που στη διάρκειά του το κεφάλαιο βρίσκεται στη σφαίρα της παραγωγής.
Το σπουδαιότερο μέρος του χρόνου παραγωγής το αποτελεί η περίοδος εργασίας που στη διάρκειά της το επεξεργαζόμενο προϊόν υποβάλλεται στην άμεση επενέργεια της εργασίας.
Η περίοδος εργασίας εξαρτάται από το χαρακτήρα του δοσμένου κλάδου παραγωγής, από το επίπεδο της τεχνικής στη μία είτε στην άλλη επιχείρηση και από άλλους όρους.
Για παράδειγμα, στα κλωστήρια απαιτούνται μόνο μερικές μέρες, για να μετατραπεί ορισμένη ποσότητα βαμβακιού σε νήμα, έτοιμο για πώληση, ενώ στο εργοστάσιο ατμομηχανών απαιτείται να δαπανηθούν πολλά δεκαήμερα εργασίας μεγάλου αριθμού εργατών.
Ο χρόνος παραγωγής είναι συνήθως μεγαλύτερης διάρκειας από το χρόνο εργασίας.
Ο πρώτος περιλαμβάνει και τις διακοπές της επεξεργασίας, που στη διάρκειά τους το αντικείμενο της εργασίας υποβάλλεται στην επενέργεια ορισμένων φυσικών προτσές, όπως είναι η ζύμωση του κρασιού, η δέψη του δέρματος, το μέστωμα του σταριού, κλπ.
Με την ανάπτυξη της τεχνικής τα χρονικά όρια πολλών τέτοιων προτσές συντομεύονται.
Αυτό έγινε λ.χ. με την εφαρμογή της χημικής λεύκανσης αντί της λεύκανσης στα λιβάδια, με τη χρησιμοποίηση των πιο αποτελεσματικών μηχανικών στεγνωτηρίων για το στέγνωμα.
Αυτό έγινε και στη βυρσοδεψία, όπου για να διεισδύσει το δεψικό οξύ στα δέρματα χρειάζονταν με την παλιά μέθοδο 6-18 μήνες, ενώ σύμφωνα με τη νέα μέθοδο, που χρησιμοποιεί την αεραντλία, χρειάζονται μόνο 1,5-2 μήνες.
Στη διάρκεια του χρόνου παραγωγής, όπου τα αντικείμενα εργασίας υποβάλλονται στην επενέργεια των φυσικών προτσές (αποξήρανση ξύλου, το βράσιμο του κρασιού, οι χημικές αντιδράσεις κλπ.), δεν παράγεται καμιά αξία και υπεραξία.
Η εισαγωγή των νέων τεχνολογικών βελτιώσεων, των επιστημονικά θεμελιωμένων τρόπων και μεθόδων επενέργειας στο αντικείμενο της εργασίας, μειώνουν το χρόνο επενέργειας των φυσικών προτσές, επάνω τους και έτσι επιταχύνουν την περιστροφή του κεφαλαίου.
Χρόνος κυκλοφορίας είναι ο χρόνος που στη διάρκειά του το κεφάλαιο μετατρέπεται από τη χρηματική του μορφή στην παραγωγική και από την εμπορευματική στη χρηματική.
Η διάρκεια του χρόνου κυκλοφορίας εξαρτάται:
- Από τους όρους αγοράς των μέσων παραγωγής και πώλησης των έτοιμων εμπορευμάτων,
- από την εγγύτητα της αγοράς,
- από το βαθμό ανάπτυξης των μέσων μεταφοράς και διαβιβάσεων,
- από την αγοραστική ικανότητα των εργαζομένων,
- από το συναγωνισμό μεταξύ των καπιταλιστών.
Τα διάφορα μέρη του παραγωγικού κεφαλαίου δεν κυκλοφορούν με τον ίδιο τρόπο.
Πάγιο και Κυκλοφοριακό Κεφάλαιο – Η «άγνωστη» επιστήμη της Πολιτικής Οικονομίας – Μέρος 19ο
Η διαφορά της κυκλοφορίας των διαφόρων μερών του παραγωγικού κεφαλαίου απορρέει από τις διαφορές του τρόπου, με τον οποίο το καθένα τους μεταφέρει την αξία του στο προϊόν.
Με βάση αυτό το γεγονός, το κεφάλαιο διαιρείται σε:
α) Πάγιο και
β) Κυκλοφοριακό
Πάγιο κεφάλαιο, ονομάζεται το μέρος του παραγωγικού κεφαλαίου που, συμμετέχοντας ολόκληρο στην παραγωγή, μεταφέρει την αξία του στο προϊόν όχι μονομιάς, αλλά τμηματικά, στη διάρκεια μιας σειράς περιόδων παραγωγής.
Πρόκειται για το μέρος του κεφαλαίου που έχει ξοδευτεί για την οικοδόμηση των κτιρίων και των εγκαταστάσεων, για την αγορά των μηχανών και του τεχνικού εξοπλισμού.
Το πάγιο κεφάλαιο προκαταβάλλεται από τον καπιταλιστή μονομιάς για όλη την περίοδο της δράσης του, η αξία του όμως επιστρέφεται στον καπιταλιστή με χρηματική μορφή.
Τα στοιχεία του πάγιου κεφαλαίου εξυπηρετούν τους σκοπούς της παραγωγής για πολλά συνήθως χρόνια.
Κάθε χρόνο φθείρονται ως έναν ορισμένο βαθμό και τελικά καταντούν ακατάλληλα για παραπέρα χρησιμοποίηση.
Σε αυτό συνίσταται η φυσική φθορά των μηχανών, του τεχνικού εξοπλισμού.
Παράλληλα με τη φυσική, φθορά τα εργαλεία της παραγωγής υπόκεινται επίσης και σε ηθική φθορά.
Μια μηχανή που δούλευε 5-10 χρόνια μπορεί να ‘ναι ακόμα αρκετά στέρεη, αν όμως στο μεταξύ έχει δημιουργηθεί μια άλλη, τελειότερη, παραγωγικότερη ή φτηνότερη μηχανή του ίδιου είδους, η συνέπεια είναι η παλιά μηχανή να χάσει την αξία της.
Γι’ αυτό, ο καπιταλιστής έχει συμφέρον να εκμεταλλεύεται στο ακέραιο τον τεχνικό εξοπλισμό σε όσο το δυνατόν συντομότερα χρονικά διαστήματα.
Από εδώ προέρχεται η τάση των καπιταλιστών να παρατείνουν την εργάσιμη μέρα, να εντατικοποιούν την εργασία, να λειτουργούν τις επιχειρήσεις με πολλές βάρδιες, χωρίς διακοπές.
Κυκλοφοριακό κεφάλαιο ονομάζεται το μέρος του παραγωγικού κεφαλαίου που η αξία του μεταβιβάζεται ολόκληρη στο εμπόρευμα, στη διάρκεια μιας περιόδου παραγωγής και που με την πραγματοποίηση του εμπορεύματος επιστρέφεται στο ακέραιο στον καπιταλιστή με τη μορφή χρήματος (αφού προστεθεί σε αυτό και η υπεραξία).
Πρόκειται για το μέρος του κεφαλαίου που ξοδεύεται για την αγορά της εργατικής δύναμης, των πρώτων υλών, των καυσίμων, και των βοηθητικών υλικών, δηλαδή εκείνων των μέσων παραγωγής που δεν περιλαμβάνονται στη σύνθεση του πάγιου κεφαλαίου.
Στο χρονικό διάστημα που το πάγιο κεφάλαιο κάνει μόνο μια περιστροφή, το κυκλοφοριακό κεφάλαιο προλαβαίνει να διαγράψει κάμποσες περιστροφές.
Όταν ο καπιταλιστής πουλήσει το εμπόρευμα, εισπράττει ένα ορισμένο χρηματικό ποσό, που περιέχει:
α) Την αξία εκείνου του μέρους του πάγιου κεφαλαίου που στο προτσές της παραγωγής έχει μεταβιβαστεί στο εμπόρευμα.
β) Την αξία του κυκλοφοριακού κεφαλαίου.
γ) Την υπεραξία.
Για να συνεχίσει ο καπιταλιστής την παραγωγή, χρησιμοποιεί και πάλι από το ποσό που έχει εισπράξει ένα μέρος αντίστοιχο προς το κυκλοφοριακό κεφάλαιο, για να μισθώσει εργάτες και να αγοράσει πρώτες ύλες, καύσιμα και βοηθητικά υλικά.
Ο καπιταλιστής χρησιμοποιεί ένα ποσό, αντίστοιχο προς το μέρος της αξίας του πάγιου κεφαλαίου που μεταβιβάστηκε στο εμπόρευμα, για ν’ αναπληρώσει τη φθορά των μηχανών, των κτιρίων, δηλαδή για την απόσβεση.
Απόσβεση είναι η βαθμιαία αναπλήρωση σε χρηματική μορφή της αξίας του πάγιου κεφαλαίου με περιοδικές αποταμιεύσεις στο ύψος της φθοράς του.
Ενα μέρος των αποσβέσεων ξοδεύεται για γενικές επισκευές, δηλαδή, για τμηματική αναπλήρωση των φθαρμένων μηχανημάτων, εργαλείων, παραγωγικών κτιρίων κλπ.
Το βασικό όμως μέρος των αποσβέσεων οι καπιταλιστές το φυλάνε με χρηματική μορφή (συνήθως στις τράπεζες) για να αγοράσουν, όταν χρειαστεί, καινούριες μηχανές στη θέση των παλιών ή για να χτίσουν καινούρια κτίρια στη θέση εκείνων που έγιναν ακατάλληλα.
Η μαρξιστική πολιτική οικονομία ξεχωρίζει τη διαίρεση του κεφαλαίου σε πάγιο και κυκλοφοριακό από τη διαίρεση του κεφαλαίου σε σταθερό και μεταβλητό.
Το σταθερό και μεταβλητό κεφάλαιο διαφέρουν μεταξύ τους σύμφωνα με το ρόλο που παίζουν στο προτσές της εκμετάλλευσης των εργατών από τους καπιταλιστές, ενώ το πάγιο και το κυκλοφοριακό κεφάλαιο διαφέρουν σύμφωνα με το χαρακτήρα της κυκλοφορίας.
Η αστική πολιτική οικονομία παραδέχεται μόνο τη διαίρεση του κεφαλαίου σε πάγιο και κυκλοφοριακό, επειδή αυτή καθεαυτή η διαίρεση τούτη του κεφαλαίου δε δείχνει το ρόλο της εργατικής δύναμης στη δημιουργία της υπεραξίας.
Απεναντίας, συσκοτίζει τη ριζική διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στα έξοδα του καπιταλιστή για τη μίσθωση της εργατικής δύναμης και στα έξοδα για τις πρώτες ύλες, τα καύσιμα κλπ.
Συνεχίζεται με το 20ό Μέρος
Σημειώσεις:
[1]. Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», τόμος 2, σελ.152-153: «Η κύκληση του κεφαλαίου οριζόμενη όχι σαν μεμονωμένη πράξη, αλλά σαν περιοδικό προτσές, ονομάζεται περιστροφή του κεφαλαίου».
[2]. Στο ίδιο, σελ. 245.
Πηγή: Ριζοσπάστης