Δέκα απαντήσεις στο ερώτημα «Τι είναι η Αριστερά;»
Το παρακάτω άρθρο γράφτηκε αρκετούς μήνες πριν την εμπειρία της «Πρώτης Φοράς Αριστερά» και την κατάληψη των κυβερνητικών θώκων από τους Συριζανέλ.
Διαβάζοντάς το σήμερα είναι εύκολο να αντιληφθεί κανείς γιατί, τέτοια κείμενα δεν τα συναντάμε ποτέ σε διάφορα «αριστερά» σάιτ, όπως αυτά των Βαξεβάνη, Κούλογλου και λοιπών «αυταπατούμενων» συγγενών…
Δέκα απαντήσεις στο ερώτημα «Τι είναι η Αριστερά;»
1. «Αριστερά» στην Ελλάδα υπάρχει από το 1951 και την ίδρυση, στο έτος αυτό, της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς.
Ως κατηγορία της πολιτικής σκέψης δεν είχε κανένα βάρος στη χώρα στην εποχή πριν τη δεκαετία του 1950.
Ο «αναρχισμός» ήταν πολύ σημαντικότερος προσδιορισμός ιδεολογίας στις αρχές του ελληνικού εργατικού κινήματος από ό,τι η «Αριστερά», για να μην μιλήσουμε για το πόσο σημαντικότερες κατηγορίες για την αντι-αστική πολιτική ήταν ο «μπολσεβικισμός», ή η συμμόρφωση με την Τρίτη Διεθνή.
Η προϋπόθεση της γέννησής της, δομικά, ήταν η απαγόρευση του ΚΚΕ μετά την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού, και κατά συνέπεια, η επιβεβλημένη από την κρατική τρομοκρατία αυτολογοκρισία του αυτοπροσδιορισμού ως «κομμουνιστής».
Η «Αριστερά» γεννιέται κάτω από συνθήκες κρατικής καταστολής ως αμυντική παρονομασία και αυτοπροστατευτική ψευδεπιγραφή.
2. Η ήττα όμως του ΔΣΕ, σε συνδυασμό με την κρατική τρομοκρατία και καταστολή, δημιουργεί ταυτόχρονα και τις προϋποθέσεις η ψευδεπίγραφη και αμυντικογενής ταυτότητα του «Αριστερού» (ως ουσιαστικοποιημένου επιθέτου, και όχι με την ιστορική σημασία της προσχώρησης στην «αριστερή πτέρυγα» μέσα σε ένα εργατικό-σοσιαλιστικό κόμμα, που έχει μια εντελώς διαφορετική γενεαλογία) να αποκτήσει τη δική της ουσία.
Με πιο απλά λόγια, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για ένα μέρος των κομμουνιστών να περάσει πραγματικά (κι όχι κατ’ επίφαση) με το μέρος της «δημοκρατίας», που σε συνθήκες αταλάντευτης κυριαρχίας του καπιταλισμού, σημαίνει αναγκαστικά με το μέρος της «αστικής δημοκρατίας».
Η «Αριστερά» είναι παράγωγο της ουσιαστικής συνθηκολόγησης ενός τμήματος των κομμουνιστών με το νικηφόρο αστικό κράτος.
3. Στο οικονομικό πεδίο, «Αριστερά» σημαίνει:
«Διεκδίκηση μιας δικαιότερης κατανομής του πλούτου» ή «του κοινωνικού προϊόντος».
Δεν σημαίνει ποτέ αλλαγή του τρόπου παραγωγής, δεν σημαίνει ποτέ αλλαγή των σχέσεων παραγωγής και δεν σημαίνει ποτέ κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής.
Και φυσικά, το πόσο προβληματική είναι η έννοια της «δικαιότερης κατανομής» το δείχνει ήδη ο Μαρξ της Κριτικής του προγράμματος της Γκότα το 1875.
Η καλλιέργεια της αυταπάτης ότι το διακύβευμα ήταν ποτέ διαφορετικό από το ασαφές αίτημα για «δικαιότερη κατανομή» αποτελεί προϊόν της εκμετάλλευσης της αναγκαστικής συνύπαρξης σοσιαλδημοκρατών και κομμουνιστών υπό το καθεστώς της αστικής τρομοκρατίας της δεκαετίας του 1950 για να δημιουργηθούν ευχάριστες συγχύσεις και ζαχαρωμένα χάπια.
4. Επειδή το μέγιστο αίτημα της αριστεράς είναι η «δικαιότερη κατανομή» του καπιταλιστικά συσσωρευμένου πλούτου, η αριστερά είναι φύσει και θέσει με το μέρος της μεταρρύθμισης ενάντια στην επανάσταση.
5. Επειδή οι οικονομικές κρίσεις του κεφαλαίου στενεύουν ασφυκτικά τα περιθώρια ικανοποίησης του αιτήματος της «δικαιότερης κατανομής», η αριστερά, σε τέτοιες περιόδους, δεν έχει κανένα οικονομικό περιεχόμενο διακριτό απ’ αυτό των αστικών κομμάτων.
Μπορεί να χτίσει τέτοιο περιεχόμενο μόνο σε περιόδους ανάπτυξης των ρυθμών της κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης, υπό την προϋπόθεση όμως ότι υφίστανται μέσα πίεσης τέτοια ώστε να της επιτρέψουν να εμφανίζεται ως «παροχέας» της εργατικής τάξης και «διαπραγματευτής» εκ μέρους της.
Μετά την ανατροπή του υπαρκτού σοσιαλισμού όμως δεν υπάρχουν τέτοια μέσα ούτε εκτός περιόδων κρίσης.
Συνεπώς, ούτε στο εγγύς διαφαινόμενο μέλλον πρόκειται να αποκτήσει η αριστερά το παραμικρό διακριτό οικονομικό περιεχόμενο ως έννοια.
6. Εν τη απουσία διακριτού οικονομικού περιεχομένου, η αριστερά, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, εξελίχθηκε στις δεκαετίες του 1960 και του 1970 σε μια κατηγορία του εποικοδομήματος.
7. Η πρώτη βασική σφαίρα στην οποία η αριστερά απέκτησε περιεχόμενο ήταν η αισθητική, σε όλες της τις μορφές.
Γι αυτό τον λόγο είναι ακόμα και σήμερα πολύ πιο εύκολο να εντοπίσει κανείς «Αριστερό» κινηματογράφο, ποίηση, ζωγραφική, εικονογραφία, ρητορική, κλπ. από ό,τι να εντοπίσει «Αριστερό» οικονομικό πρόγραμμα διακριτό από το αστικό οικονομικό πρόγραμμα εν γένει.
Μετά το 1960, η αριστερά κατέστη κυρίαρχα μια αισθητική κατηγορία, μια πρόταση για το αισθητικό.
8. Η δεύτερη βασική σφαίρα στην οποία η αριστερά απέκτησε περιεχόμενο, και στην ίδια ακριβώς περίοδο και παράλληλα με την διάχυσή της στο πεδίο της αισθητικής, ήταν τα «κοινωνικά δικαιώματα», νοημένα ως ατομικά δικαιώματα βασισμένα στη «διαφορά» και τη «διαφορετικότητα».
Πρόκειται αναπόφευκτα για δικαιώματα που προϋποθέτουν μια νόρμα την οποία ταυτόχρονα αμφισβητούν και επιχειρούν να διευρύνουν.
Όλα τα κοινωνικά κινήματα που δημιούργησε η αριστερά από τη δεκαετία του 1950 και μετά καθορίζονται απ’ αυτή την αντίφαση ανάμεσα στην μη αμφισβήτηση της ύπαρξης νόρμας -στην προϋπόθεση της σταθερότητας και βιωσιμότητας, ουσιαστικά, του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής- και την αμφισβήτησή της στο ιδεολογικό και ρητορικό επίπεδο, καθώς και από την δευτερεύουσα αντίφαση ανάμεσα στην απόρριψη της νόρμας και την απόπειρα διεύρυνσής της, μετατροπής της σε κάτι λιγότερο «αποκλειστικό» από ό,τι στο παρελθόν.
9. Σε περιόδους ύφεσης, οι κατακτήσεις των «κοινωνικών κινημάτων» δεν εξανεμίζονται ακριβώς αλλά αποκαλύπτονται ως οφθαλμαπάτες, καθώς καμία παρέκκλιση από τις αναγκαιότητες της κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης δεν είναι πια εφικτή
και τα «κοινωνικά δικαιώματα» είτε αποκαλύπτονται ως άνευ περιεχομένου είτε ως απόλυτα ανώδυνα για το σύστημα ακόμα και στις σκληρότερες περιόδους κοινωνικής καταπίεσης.
Είναι η εποχή όπου ο γάμος ομοφυλοφίλων φαντάζει πολύ λιγότερο ριζοσπαστικός ως αίτημα από το δικαίωμα στη στέγαση ή την ιατρική περίθαλψη, γιατί τα δεύτερα έχουν οικονομικό κόστος για το κεφάλαιο, ενώ ο πρώτος απαιτεί μονάχα «ιδεολογικές προσαρμογές» στο αστικό κράτος.
10. Η αριστερά είναι ουσιώδες και οργανικό κομμάτι της «Μεγάλης Αυταπάτης» ενός σημαντικού τμήματος των μεσαίων και χαμηλών στρωμάτων, που έβγαλε εσφαλμένα συμπεράσματα για τη φύση του κεφαλαιοκρατικού συστήματος από την περίοδο στην οποία οι ρυθμοί ανάπτυξης και η πίεση του υπαρκτού σοσιαλισμού επέτρεπαν στο αίτημα για:
«Δικαιότερη κατανομή του κοινωνικού προϊόντος»
να έχει ορισμένες –και περιορισμένες– πρακτικές εκφάνσεις στο επίπεδο του βιοτικού επιπέδου και της καθημερινής ζωής.
Σήμερα, η μοναδική της χρησιμότητα ως έννοιας είναι στην υπηρεσία της σύγχυσης για την φύση της πολύ ουσιωδέστερης και ιστορικά σημαντικότερης έννοιας της σοσιαλδημοκρατίας, καθώς και στην υπηρεσία της αναπαραγωγής των πνευματικών και τεχνοκρατικών ελίτ, που την εκμεταλλεύονται για να κερδίσουν λαϊκή νομιμοποίηση, οδηγώντας νομοτελειακά στην όλο και μεγαλύτερη απαξίωσή της από τα λαϊκά στρώματα, με όσες –σοβαρές– πολιτικές συνέπειες έχει αυτό.
Εξυπακούεται ότι η όλη συζήτηση περί του τι είναι η «αυθεντική» αριστερά και το ποιο κόμμα εκφράζει ή όχι «αληθινά» κάτι που δεν έχει κανένα πραγματικό οικονομικό περιεχόμενο είναι παρελκυστική εξ αρχής, και ότι ο μόνος στόχος της είναι η διαιώνιση της πολιτικής παράλυσης και ανημπόριας των εργατικών στρωμάτων.
Πηγή: Lenin Reloaded